Η εισήγηση του Ρουβίκωνα, στην εκδήλωση με αφορμή το βιβλίο του Μ. Χαραλαμπίδη “Οι Δωσίλογοι”

Παρακάτω παρατίθεται η εισήγηση του Ανατολικού τομέα Ρουβίκωνα που διαβάστηκε στην εκδήλωση-συζήτηση που πραγματοποιήθηκε στο Κοινωνικό Κέντρο Σκοπευτήριο στις 27 Νοέμβρη, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου “ΟΙ ΔΩΣΙΛΟΓΟΙ. Ένοπλη, πολιτική και οικονομική συνεργασία στα χρόνια της Κατοχής”, με τη συμμετοχή του συγγραφέα-ιστορικού Μενέλαου Χαραλαμπίδη.

(Το παρακάτω κείμενο δεν καταπιάνεται συνολικά με το φαινόμενο του δωσιλογισμού, ωστόσο μέσα σε αδρές γραμμές παρουσιάζεται η θέση του Ρουβίκωνα σχετικά με το φαινόμενο, βασιζόμενη και λόγω της εκδήλωσης σε στοιχεία που παρουσιάζονται στο βιβλίο.)

Το Α και το Β Μέρος της εκδήλωσης, που καλύφθηκε από το κανάλι του Ρουβίκωνα Καινός Τόπος.

“Έχουν περάσει 80 χρόνια από το πέρας της Ναζιστικής κατοχής, της αντίστασης, του δωσιλογισμού και του εμφυλίου, κι όμως αυτή η θεματική παραμένει ζωντανή στον δημόσιο διάλογο της Ελλάδας. Τα «πάθη» δεν έσβησαν ποτέ, τα διακυβεύματα και τα ερωτήματα εκείνης της περιόδου συνεχίζουν να είναι ενεργά, αν και ελάχιστοι από τους συμμετέχοντες σε αυτά παραμένουν ζωντανοί.

Δεν θα είναι υπερβολή να πούμε ότι ο Ελληνικός εμφύλιος συνεχίζεται υπόγεια. Παραμένει ένα ανοιχτό κεφάλαιο που μέσα του γράφονται διαρκώς νέες παράγραφοι, διαμορφώνονται φαντασιακά και πάντα καταφέρνει να είναι η επωδός κάθε συμβολικής ή πραγματικής πολιτικής σύγκρουσης μέσα στην Ελληνική κοινωνία. Από το «ΕΑΜ ΕΛΑΣ ΜΕΛΙΓΑΛΑΣ» που φωνάζουμε εμείς κι ας είμαστε αναρχικοί, έως το «ΣΤΟ ΒΙΤΣΙ ΚΑΙ ΤΟΝ ΓΡΑΜΜΟ ΣΑΣ ΘΑΨΑΜΕ ΣΤΗΝ ΑΜΜΟ» που φωνάζουν από τους ακροκεντρώους έως τους Έλληνες Ναζί.

Το βιβλίο του Μενέλαου Χαραλαμπίδη εστιάζει στο πιο δύσκολο από τα πολιτικά ερωτήματα αυτής της περιόδου: τον δωσιλογισμό. Το πώς δηλαδή τμήματα της ελληνικής κοινωνίας, κοινωνικές ομάδες, επαγγελματικοί χώροι, πολιτικά πεδία, αποδέχθηκαν το γεγονός της Γερμανικής κατοχής και πρακτικά έγιναν μέρος της κατοχικής τάξης πραγμάτων. Μέρος της σε κάθε επίπεδο. Από τη λειτουργία του νέου κρατικού μηχανισμού, την τροφοδοσία της Γερμανικής πολεμικής μηχανής έως την ενίσχυση του Γερμανικού στρατού για να καταπνίξει την αντίσταση εναντίον του στο εσωτερικό της χώρας.

Αυτό δεν είναι ούτε πρωτόγνωρο, ούτε καινούριο. Σε κάθε κατοχή στην ανθρώπινη ιστορία κάποιοι αντιστέκονται και κάποιοι συνεργάζονται. Αυτό που κάνει την ελληνική περίπτωση αρκετά πιο σπάνια είναι το επίμετρο. Αυτό που έγινε αμέσως μετά το τέλος των όσων αναλύει ο Χαραλαμπίδης.

Οι συνεργάτες των Γερμανών, στο όνομα μάλιστα του πατριωτισμού, στελέχωσαν τις πολιτικές ελίτ της Ελλάδας και κυβερνούν έως και σήμερα. Από την άλλη, αυτοί που αντιστάθηκαν και έκαναν τη σε εισαγωγικά «πατριωτική τους υποχρέωση», διώχθηκαν ανελέητα για αυτό, κι όχι μόνο διώχθηκαν αλλά και στιγματίστηκαν.

Οι συνεργάτες των Γερμανών έφτιαξαν περιουσίες και εντάχθηκαν ομαλά, όσοι δεν ήταν ήδη, στην εθνική αστική τάξη, ενώ όσοι αντιστάθηκαν καταδικάστηκαν στη φτώχεια και την δυστυχία.

Καθόλου τυχαία, το βιβλίο τελειώνει με μία λέξη: την λέξη «αδικία».

Είναι αυτή η αδικία που δεν άφησε εκείνη την περίοδο να σβήσει μέσα σε ιστορικούς τόμους και ακαδημαϊκές αίθουσες, αλλά συνεχίζει, κάτι σαν κληρονομική ασθένεια του ελληνικού πολιτικού πεδίου.

Το καθόλου παράδοξο είναι ότι η πλευρά που ορκίζεται στην ακεραιότητα και το μεγαλείο του έθνους είναι αυτή που συνεργάστηκε με τον κατακτητή, ενώ η πλευρά που ορκίζεται στην ταξική πάλη και την διεθνιστική αλληλεγγύη είναι αυτή που υπερασπίστηκε την πατρίδα. Αυτό έχει δημιουργήσει ακόμα και ιδεολογικό χάος στο πολιτικό πεδίο.

Ας επιστρέψουμε όμως στην αδικία.

Πέρα από τις υλικές και πολιτικές της συνέπειες, η αδικία αυτή είχε και κάθε δυνατότητα να επιβληθεί ως δικαιοσύνη. Από το 1947 έως το 1984, για κάτι λιγότερο από 40 χρόνια, οι αφηγήσεις των δοσίλογων ήταν πρακτικά οι μοναδικές νόμιμες αφηγήσεις στην Ελληνική κοινωνία. Πλύση εγκεφάλου δεκαετιών, όπου αυτοί που στελέχωναν το ελληνικό κράτος και τις οικονομικές ελίτ, χωρίς κανένα αντίλογο, παρουσίαζαν τον δωσιλογισμό τους ως πατριωτική πράξη και την αντίσταση ως προδοτική.

Αυτό έχει τη σημασία του όχι γιατί οι νικητές του εμφυλίου εκμεταλλεύτηκαν τη νίκη τους για να τροποποιήσουν την ιστορία ώστε να τους δικαιώσει, αλλά κυρίως γιατί απέτυχαν παταγωδώς.

Με το που ταρακουνήθηκε το κράτος της δεξιάς μετά την πτώση της χούντας, έως ότου να αναγκαστεί να μοιραστεί εξουσία με την άνοδο του ΠΑ.ΣΟ.Κ., έγινε ξεκάθαρο ότι οι δεκαετίες αδίστακτης και επίμονης δεξιάς προπαγάνδας πήγαν στράφι. Η μνήμη των πραγματικών γεγονότων από τους ανθρώπους που τα έζησαν επιβλήθηκε στο συλλογικό ασυνείδητο παρά την πλύση εγκεφάλου. Οι ταγματασφαλίτες αμέσως ξαναέγιναν νοητοί ως καθάρματα που σκότωναν τους γείτονές τους για λογαριασμό των ναζί. Η λέξη «Λαδέμπορας» επέστρεψε στο λαϊκό λεξιλόγιο ως βρισιά. Αυτό είναι που η δεξιά στην μεταπολίτευση ονόμασε «ιδεολογική ηγεμονία της αριστεράς» κι ακόμα και σήμερα της έχει γίνει ψυχικό τραύμα.

Το πρόβλημα που έχουμε σήμερα για εκείνη την περίοδο είναι ότι έχουν εκλείψει οι φυσικοί φορείς της ιστορικής μνήμης. Μάλιστα, ένα και ολοένα μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας δεν έχει καν προλάβει να ζήσει αυτούς τους φορείς και δεν έχει ακούσει καν από πρώτο χέρι τις αφηγήσεις τους.

Η προπαγάνδα του κράτους της δεξιάς έχει επανέλθει δριμύτερη και αυτή τη φορά δεν ποντάρει στην δικτατορία της, αλλά στην χρονική απόσταση και την απουσία μαρτύρων.

Για έναν σημερινό 20χρονο, το ποιος ήταν ο ήρωας και ποιος ο πουλημένος σε εκείνη την περίοδο (και άρα οι τωρινοί πολιτικοί τους κληρονόμοι που υιοθετούν την μία ή την άλλη θέση) είναι ένα ερώτημα που απαντιέται πλέον μόνο με στοιχεία, δουλειά και μελέτη.

Αυτό είναι που κάνει εξαιρετικά σημαντικό το βιβλίο που παρουσιάζεται σήμερα. Είναι μια αποθήκη πολιτικών όπλων, καλοσυντηρημένων, λειτουργικών και με μεγάλη δύναμη πυρός σε μια μάχη για την επικράτηση ιστορικών αναπαραστάσεων που δεν λέει να τελειώσει.

Δεν ανατρέχουμε σε εκείνη την περίοδο για να αντιγράψουμε τίποτα. Ο απελευθερωτικός αγώνας, ο αγώνας για ισότητα και ελευθερία ενάντια σε κάθε κυρίαρχο, κατακτητή ή μη, επαναορίζεται σε κάθε ιστορική περίοδο και το μόνο που μπορεί να σου δώσει το παρελθόν είναι χρήσιμες αναλογίες.

Όσο όμως παραμένει αυτή η αδικία να στοιχειώνει τη σημερινή συνθήκη, εμείς θα πρέπει να παλεύουμε για την ανάδειξή της. Είναι από αυτές τις ιστορικές αδικίες που κατορθώνουν να μπαίνουν στα ρούχα της κάθε εποχής και να ενσωματώνουν φαντασιακά την ποικιλία των σημερινών αδικιών.

Δεν είναι ασήμαντο που ο σημερινός πρωθυπουργός είναι γιος προηγούμενου πρωθυπουργού που έτρωγε τρεις μερίδες συσσίτιο στην κατοχή. Ούτε που κατηγορήθηκε για σκάνδαλο με φυγόδικο γιο ενός από τους μεγαλύτερους δωσίλογους, του Χριστοφοράκου.

Δεν είναι τυχαίο που ο προπροηγούμενος πρωθυπουργός ήταν ανιψιός του πρωθυπουργού που έσωσε τον χασάπη ναζί Μαξ Μέρτεν. Ούτε που ο σημερινός υπουργός Περιβάλλοντος, ο Σκυλακάκης, είναι εγγονός ενός καταδικασμένου ναζιστή και δωσίλογου που εκτελέστηκε από τον ΕΛΑΣ.

Τα παραδείγματα είναι δεκάδες.

Η σημερινή αδικία είναι κληρονόμος της αδικίας του τότε.

Κι αυτή την αδικία αγωνιζόμαστε να την τελειώσουμε ώστε ο εμφύλιος και τα πάθη του, κάποια στιγμή, να αναπαυτούν εν ειρήνη.

Σε αυτά τα πλαίσια γίνεται και η σημερινή εκδήλωση.”

Μία απάντηση στο “Η εισήγηση του Ρουβίκωνα, στην εκδήλωση με αφορμή το βιβλίο του Μ. Χαραλαμπίδη “Οι Δωσίλογοι””

  1. Στο απόσπασμα αυτής της τοποθέτησης: “Από το 1947 έως το 1984, για κάτι λιγότερο από 40 χρόνια, οι αφηγήσεις των δοσίλογων ήταν πρακτικά οι μοναδικές νόμιμες αφηγήσεις στην Ελληνική κοινωνία.” είναι προφανές ότι η δεύτερη από τις δύο χρονολογίες (1984) έχει αποδοθεί λάθος. Ή πρόκειται για το 1974, αφού με τη μεταπολίτευση εκδόθηκαν πλέον πολλά ιστορικά κείμενα που ξεσκέπασαν τον ταγματασφαλιτισμό της δεξιάς ή πρόκειται για το 1982, όταν αναγνωρίστηκε πλέον και από το κράτος με το γνωστό νόμο του ΠΑΣΟΚ (Παπανδρέου – Γεννηματάς) η ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση. Δείτε ξανά το εισηγητικό κείμενο στο σημείο αυτό μήπως μεταφέρθηκε λανθασμένα η χρονολογία 1984 κατά την αντιγραφή του κειμένου στο Βαθύ Κόκκινο. Αλλιώς το σφάλμα έχει γίνει στο πρωτότυπο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *