Σκηνή από την τρίτη ταινία της κινηματογραφικής τριλογίας “Ο Νονός” (την οποία αξίζει να δείτε αν δε το έχετε κάνει ήδη παρεμπιπτόντως):
Η τρίτη αυτή ταινία είναι ελαφρώς κατώτερη από τις προηγούμενες δύο, ωστόσο και πάλι έχει μεγάλο βάθος και αξία.
Σε γενικές γραμμές, δείχνει τον αρχιμαφιόζο Αλ Πατσίνο, γερασμένο πλέον, να προσπαθεί να “ξεφύγει” από το γκανγκστερικό παρελθόν του, και τα λεφτά που έχει βγάλει να τα “νομιμοποιήσει” επενδύοντας τα σε γη που θα αγόραζε από το Βατικανό (η Εκκλησία είναι από τους μεγαλύτερους, αν όχι ο μεγαλύτερος, γαιοκτήμονες του κόσμου).
Έτσι, ο Αλ Πατσίνο υπολόγιζε ότι ως νόμιμος πλέον μεγαλογαιοκτήμονας θα ζούσε την υπόλοιπη ζωή του “ήρεμα και ωραία”, με πλούτη και χωρίς σκοτούρες, μακρυά από τα ζορίσματα του υποκόσμου.
Όμως, τα πράγματα δεν εξελίσσονται έτσι όπως τα είχε προγραμματίσει: Πολλά μέλη της μαφίας του κυρήσσουν τον πόλεμο, του σκοτώνουν φίλους και συγγενείς, κτλ.
Εκεί λοιπόν υπάρχει μια σκηνή στην ταινία, όπου ο νεαρός ανιψιός του Αλ Πατσίνο (Άντι Γκαρσία) του λέει ούτε λίγο-ούτε πολύ ότι λόγω της αδυναμίας του, δε θα καταφέρει να πραγματοποιήσει το όνειρο του για “γαλήνια απόσυρση” από τις μάχες της μαφίας. Αντίθετα, θα τον ρημάξουν, ειδικά αν συνεχίσει στον ίδιο μονοπάτι, και τελικά ο Άντι γκαρσία τον καλεί να του δώσει το “χρίσμα” ώστε αυτός να ηγηθεί ως νέος, ορεξάτος και με την απαραίτητη σκληράδα (που ο Αλ Πατσίνο έχει χάσει) και να πάρει τέλος πάντων την κατάσταση πάνω του.
Παρόμοια, κατά μία έννοια, μοιάζει η κατάσταση και για την εργατική τάξη σήμερα: Περασμένοι ιστορικοί αγώνες την έφεραν σε μια σχετικά “καλή” θέση, μιλώντας για το “δυτικό” κόσμο, με κάποιες σημαντικές κατακτήσεις, σε ότι αφορά το ωράριο, τους μισθούς, κτλ.
Η επιθυμία για αγώνες είχε ψιλοατονήσει – και δε μιλάμε μόνο για αγώνα ενάντια στην εκμετάλλευση συνολικά του καπιταλιστικού συστήματος, αλλά ακόμα και για τον “απλό” αγώνα για καλύτερους μισθούς, ωράρια, συνθήκες εργασίας, κτλ.
Γενικώς, η “δίψα” για αγώνες και κατακτήσεις έλειπε – η εργατική τάξη και η πάλη της εναντίον της εκμετάλλευσης είχε [σχεδόν] εξαφανιστεί από την ιστορία, οι περισσότεροι εργάτες είχαν [ιδεολογικά] “γεράσει”, καμία επαφή με αγώνες και πολιτική δράση.
Τώρα όμως που πλέον η επίθεση εναντίον τους γίνεται πιο φανερή από ποτέ, και μάλιστα σε τρομερή ένταση, αντικειμενικά η κατάσταση υπαγορεύει να αφήσουν πίσω τα όνειρα για “γαλήνια γεράματα” σαν το “γεροΝονό” Αλ Πατσίνο.
Και όπως αυτός κάνει πέρα για να αναλάβει τα ηνία ο Άντι Γκαρσία, που έχει το σθένος για να “σταθεί στο ύψος των περιστάσεων”, έτσι και εδώ σήμερα θα πρέπει να παραμεριστούν οι μη ρεαλιστικές απόψεις περί “γαλήνιων γεραμάτων” και να δώσουν τη θέση τους σε απόψεις που, νικηφόρα ή μη (αυτό θα φανεί εκ του αποτελέσματος), θα οργανώσουν την απάντηση των εργαζόμενων, που ρημάζονται αυτή τη στιγμή με τρομερή αγριότητα.
Και δε μιλώ προφανώς για απόψεις που θα μας πάνε σε λογικές τυφλής βίας, μη φανταστείτε άλλωστε ότι ο Άντι Γκαρσία απλά άρχισε να σκοτώνει αδιακρίτως όποιον έβλεπε μπροστά του. Τέτοιου είδους συμπεριφορές εξάλου προδίδουν έλλειψη οργάνωσης, σχεδίου και οράματος, και δε μπορούν να σε πάνε και ιδιαίτερα μπροστά.
Αλλά από την άλλη, χρειάζεται και η σκληράδα του να χρτυπήσεις όταν αυτό χρειάζεται, η αυτοθυσία στα πλαίσια της ενδυνάμωσης του αγώνα, αυτά είναι σημαντικά και απαραίτητα προσόντα που ο λαός και οι σημερινές ηγεσίες στην αριστερά δεν τα πολυέχουν, αλλά θα πρέπει να τα αποκτήσουν αν είναι να μπορέσουν να σταθούν στα πόδια τους σε κρίσιμες περιόδους όπως αυτή:
Όταν οι ίδιοι οι κυβερνώντες δεν “τάζουν” τίποτα άλλο εκτός από από παρατεταμένη ανεργία-ρεκόρ, μισθούς πείνας, συντάξεις που ΑΝ και ΟΤΑΝ δωθούν απλά δε θα φτάνουν για επιβίωση, κτλ, δε μπορείς να ονειρεύεσαι “γαλήνια γεράματα”.
Το μόνο “‘ονειρο”, η μόνη σοβαρή προοπτική-όραμα που θα μπορέσει να δώσει μια μάχιμη ελπίδα στις λαικές μάζες είναι τα “γαλήνια γεράματα” να αντικατασταθούν ως προοπτική από τη μάχη, και μάλιστα τη μάχη “μέχρι τέλους”.
Και μιας και πιάσαμε το “Νονό”, υπάρχει και μια σκηνή (δε θυμάμαι σε ποια από τις τρεις ταινίες, πάει καιρός από τότε που τις είδα άλλωστε) όπου ο Αλ Πατσίνο έχει πάει στην Κούβα, λίγο πριν την Επανάσταση με το Φιντέλ Κάστρο και τον Τσε Γκεβάρα.
Η Κούβα είναι τότε ένα προτεκτοράτο των ΗΠΑ, τουριστικό θέρετρο για πλούσιους Αμερικάνους (κυρίως), με ένα σωρό καζίνο, κτλ.
Έχουν λοιπόν προσκαλέσει τον Πατσίνο για να επενδύσει και αυτός στα καζίνο, και μοιάζει για καλή επένδυση – όμως, όπως τριγυρνούν με τη λιμουζίνα στην πόλη, βλέπουν έναν αντάρτη (το αντάρτικο έχει προφανώς μόλις ξεκινήσει, είναι ουσιαστικά άγνωστο) να πιάνεται από την αστυνομία, και να προτιμά να αυτοκτονήσει από το να τους αποκαλύψει κάτι που τον ρωτούσαν (ή κάπως έτσι τέλος πάντων).
Εκεί λοιπόν ο Αλ Πατσίνο αποφασίζει τελικά να μην επενδύσει τα λεφτά του στα καζίνο της Αβάνας, διότι, όπως λέει στους διάφορους “συνεργάτες” του, από τη στιγμή που το πιστεύουν τόσο πολύ ώστε να μη διστάζουν ακόμα και τη ζωή τους να δώσουν για να κερδίσουν, τότε έχουνπολύ σοβαρές πιθανότητες νίκης.
Το παράδειγμα βέβαια είναι λίγο τραβηγμένο θα μου πείτε, ίσως και υπερβολικά απλουστευμένο, ωστόσο όντως για να κερδίσεις πρέπει να το πιστεύεις και να είσαι διατεθειμμένος να δεχτείς (αλλά και να δώσεις) χτυπήματα
Από το ciaoant1
Αφήστε μια απάντηση