Του Δημήτρη Καζάκη*
Στην Αριστερά κυριαρχούσε, ανέκαθεν, μια ιδιότυπη έπαρση. Για κάποιον περίεργο και μεταφυσικό λόγο θεωρείται, ως δεδομένο από πολλούς, ότι ο λαός, οι εργαζόμενοι, η εργατική τάξη έχουν απόλυτη ανάγκη την Αριστερά και, μάλιστα, ανεξάρτητα από την πραγματική κατάσταση της ίδιας της Αριστεράς.
Επομένως, το κυρίαρχο ζήτημα είναι πρώτα να κάνει διάλογο η Αριστερά, να τα βρει με τον εαυτό της και κατόπιν να αναλάβει τα ηνία του λαού, ο οποίος υποτίθεται ότι δεν τον απασχολεί τίποτε άλλο εκτός από το πότε και το πώς θα τεθεί επικεφαλής η Αριστερά.
Μέχρι, όμως, να γίνει κάτι τέτοιο θα πρέπει υπομονετικά να περιμένει πότε θα είναι έτοιμη η αριστερά για να ηγηθεί του αγώνα.
Το σκηνικό είναι γνώριμο από παλιά. Το έργο έχει παιχτεί πολλές φορές από την εποχή της «ενωμένης αριστεράς» του 1974, του πάλαι ποτέ ενιαίου συνασπισμού της δεκαετίας του ’80 και πάει λέγοντας μέχρι της μέρες μας.Κάθε φορά που η ζωή και η ταξική πάλη επιτάσσει να στραφούμε στον κόσμο, στους απλούς εργαζόμενους, να οργανώσουμε τη μαζική πάλη τους, να βοηθήσουμε στο ξεκαθάρισμα των άμεσων στόχων και των αιτημάτων εκείνων που θα επιτρέψουν να γεννηθεί ένα αληθινό πλειοψηφικό κίνημα μέσα στο λαό και την εργατική τάξη, ορισμένοι αναζητούν καταφύγιο στο διάλογο της Αριστεράς στη βάση του «όλοι αριστεροί είμαστε, προς τι το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός».
Η περίοδος στην οποία βρισκόμαστε δεν είναι συνηθισμένη. Οι εξελίξεις είναι καταιγιστικές και αδυσώπητες. Δεν αφήνουν περιθώρια για γενικές αναζητήσεις στο χώρο της Αριστεράς. Τα πράγματα είναι εξαιρετικά απλά. Ή θα κινητοποιηθεί η μεγάλη πλειοψηφία της εργατικής τάξης, των εργαζομένων, του λαού και της νεολαίας, ή θα ζήσουμε πρωτόγνωρες καταστάσεις κοινωνικής αποσύνθεσης και διάλυσης.
Πώς όμως θα γίνει να κινητοποιηθεί η πλειοψηφία του λαού; Με εκκλήσεις για να βγει στο δρόμο και να ανατρέψει την κυβέρνηση και τα μέτρα; Αρκεί αυτό, ή αποτελεί ένα βολικό άλλοθι για να χρεωθεί στου ίδιους τους εργαζόμενους η ήττα, σύμφωνα με το γνωστό «εμείς τα λέγαμε, καλούσαμε τον κόσμο να ξεσηκωθεί, αλλά αυτός είναι βλάκας και δεν καταλαβαίνει».
Το ζητούμενο σήμερα δεν είναι η ενότητα της Αριστεράς, ούτε ένα αριστερό μέτωπο, όπως κι αν το εννοεί κανείς, αλλά η ενότητα δράσης της πλειοψηφίας του λαού. Και η πλειοψηφία αυτή δεν βρίσκεται σήμερα στην Αριστερά, ούτε καν έχει εμπιστοσύνη στην Αριστερά.
Όχι γιατί η Αριστερά είναι διασπασμένη, αλλά γιατί δεν απαντά στα άμεσα προβλήματα του με τρόπο πειστικό και ρεαλιστικό από τη σκοπιά των συμφερόντων του. Γι’ αυτό και η ενότητα δρασης του λαού δεν περνά αναγκαστικά μέσα από την κοινή δράση της Αριστεράς, αλλά μέσα από ένα ενιαίο κοινωνικοπολιτικό μέτωπο των ίδιων των εργαζομένων.
Κι αυτό απαιτεί μια εντελώς διαφορετική ενότητα. Όχι μια ενότητα για την ενότητα. αλλά μια ενότητα ανοιχτή σε όλους, σε όλες τις δυνάμεις του λαού, που αποδέχονται την κοινή δράση ενάντια στον κοινό εχθρό στη βάση των πιο άμεσων και ζωτικών αιτημάτων για την επιβίωση των εργαζομένων και της χώρας.
Για να κατακτηθεί μια τέτοια ενότητα στην πράξη πρέπει πρώτα να χωρίσουμε για να ενωθούμε. Όχι για να ενωθούμε μεταξύ μας, αλλά για να ενωθούμε πρώτα και κύρια με τον απλό κόσμο. Και πρέπει πρώτα να χωρίσουμε με όλους εκείνους που μπορεί να φωνάζουν πιο δυνατά απ’ όλους ενάντια στην κυβέρνηση, τα μέτρα, το ΔΝΤ, το Μνημόνιο, αλλά δεν τολμούν να απαντήσουν ανοιχτά και ξεκάθαρα -από τη σκοπιά των συμφερόντων των εργαζομένων και του λαού- τι πρέπει να κάνουμε με το χρέος και με το ευρώ.
Αυτό το ενιαίο μέτωπο της πλειοψηφίας των εργαζομένων δεν μπορεί να το εκφράσει κανένα σχέδιο της «παναριστεράς», όσο ριζοσπαστικό κι αν εμφανίζεται στα λόγια, όπως άλλωστε δεν το εξέφρασε ποτέ έως τώρα. Όσοι συναρπάζονται με τέτοια εγκεφαλικά σχέδια, αρνούνται ή αδυνατούν να κατανοήσουν ότι η Αριστερά έχει μόνο ένα χρέος: Να φανεί χρήσιμη στον αγώνα που διεξάγει σήμερα η εργατική τάξη και γενικά ο λαός για την επιβίωση του.
Αν δεν μπορεί να το κάνει αυτό, οφείλει να καταλήξει στο σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας. Υπάρχει Αριστερά, σήμερα, που μπορεί και πρέπει να πρωτοστατήσει σ’ ένα τέτοιο ενιαίο μέτωπο: Ναι υπάρχει. Δεν θα τη βρείτε στις ηγεσίες και τους μηχανισμούς των κομμάτων της, ούτε στους διαλόγους των «επωνύμων» επί παντός επιστητού, θα την βρείτε να αναπτύσσεται ραγδαία μέσα στους χώρους δουλειάς και τις γειτονιές, εκεί όπου αρχίζουν να ξεπετάγονται για πρώτη φορά τα “έμβρυα” μιας αυθεντικής λαϊκής οργάνωσης, μέσα από επιτροπές και πρωτοβουλίες μέχρι χτες ανένταχτων, αλλά και ενταγμένων, που ψάχνουν να βρουν τρόπους κοινής δράσης με τους γείτονες και τους συναδέλφους τους για να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τα πιο κρίσιμα και επείγοντα προβλήματα της περιόδου.
Πρόκειται για μια κρίσιμη μάζα αγωνιστών που διατρέχει οριζόντια τα κόμματα και τις οργανώσεις της Αριστεράς και ξέρει να θέτει τα πιο άμεσα αιτήματα της κοινής δράσης πάνω από τις γενικότερες ιδεολογικοπολιτικές διαφορές. Εκεί βρίσκεται η ελπίδα. Κι εκεί μόνο μπορεί να στηριχθεί μια αληθινή πολιτική πρωτοβουλία που δεν θα αναλώνεται με τα όποια κοινά σημεία της Αριστεράς, αλλά θα θέτει ως άμεση και επείγουσα ανάγκη το ενιαίο μέτωπο των ίδιων των εργαζομένων, της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού.
* Ο Δημήτρης Καζάκης είναι οικονομολόγος, αναλυτής και το κείμενο του δημοσιεύεται στην εφημερίδα “Δρόμος της Αριστεράς”.
Αφήστε μια απάντηση