Η απόφαση του Νετανιάχου να μεταδώσει με μεγάφωνα τη φιέστα του στον ΟΗΕ μέσα στη Γάζα, «απευθυνόμενος» τάχα στους ομήρους, δεν είναι επικοινωνιακή έμπνευση· είναι πράξη βαρβαρότητας. Πρόκειται για ψυχολογικό πόλεμο, για μέθοδο καταναγκασμού, για ένα ακόμα εργαλείο τρομοκράτησης ενός λαού που ζει καθημερινά κάτω από τα συντρίμμια, τις βόμβες και την πολιορκία.
Δεν πρόκειται για καινούργια τακτική. Την είδαμε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των ναζί. Στο Νταχάου και αλλού, τα μεγάφωνα και η μουσική χρησιμοποιούνταν ως όπλο: να σπάσουν το ηθικό, να εξευτελίσουν, να λυγίσουν τον κρατούμενο πριν καν τον οδηγήσουν στο θάνατο. Αυτές οι μέθοδοι έχουν καταγραφεί στην Ιστορία σαν βασανιστήρια. Ο ΟΗΕ και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχουν ήδη κρίνει ότι τέτοιες τεχνικές συνιστούν απάνθρωπη και ταπεινωτική μεταχείριση.
Κι όμως, το 2025, το κράτος του Ισραήλ επιστρατεύει τα ίδια εργαλεία του φασισμού. Μεγαφωνική τρομοκρατία απέναντι σε έναν λαό που αιμορραγεί. Μεγαφωνική προπαγάνδα πάνω από τα ερείπια. Είναι ο ηχητικός βιασμός της Γάζας.
Ο παραλληλισμός με τον ναζισμό δεν είναι «υπερβολή». Είναι η ωμή αλήθεια: ο φασισμός, όποια μάσκα κι αν φοράει, χρησιμοποιεί τα ίδια μέσα για να τσακίσει τον άνθρωπο. Και κάθε φορά που η διεθνής κοινότητα σιωπά, γίνεται συνένοχη.
Αυτό που γίνεται στη Γάζα δεν είναι επικοινωνιακό τρικ. Είναι έγκλημα πολέμου, είναι βασανιστήριο, είναι η ίδια λογική που έστησε κρεματόρια στην Ευρώπη πριν από ογδόντα χρόνια.
Το ερώτημα, λοιπόν, δεν είναι αν ο Νετανιάχου «αντιγράφει» τους ναζί· το ερώτημα είναι πώς η διεθνής κοινότητα επιτρέπει, ογδόντα χρόνια μετά τη Νυρεμβέργη, την επανάληψη πρακτικών που έχουν ήδη κριθεί ως βασανιστήρια.
Αφήστε μια απάντηση