Ευρωζώνη και αγορές καυγαδίζουν για την Ελλάδα

Του Δημήτρη Καζάκη*

Από την εποχή που επιβλήθηκε το μνημόνιο στην Ελλάδα ξεκίνησε μια περίοδος σιγής στις διεθνείς αγορές σχετικά μετά ελληνικά ομόλογα. Σύμφωνα με τη «Frankfurter Allgemeine Zeitung» (23.8) «οι αποδόσεις στα ελληνικά ομόλογα είναι εδώ και δύο μήνες σταθερές (…). Πριν από μερικούς μήνες τα ελληνικά ομόλογα ήταν στο επίκεντρο της ευρωκρίσης, αλλά από το τέλος Ιουνίου έπεσαν σε ένα είδος θερινής νάρκης».

Η κατάσταση αυτή επιβλήθηκε αφού όσοι μπόρεσαν κατόρθωσαν να επανατοποθετηθούν στην αγορά ή να απαλλάξουν τον εαυτό τους από μεγάλο μέρος των ελληνικών ομολόγων που κατείχαν. Με την εκτίναξη των επιτοκίων στα ύψη βρέθηκαν αρκετά επενδυτικά κεφάλαια να μην μπορούν να κάνουν τίποτε περισσότερο παρά να κρατήσουν τα ελληνικά ομόλογα, ώστε να μην αναγκαστούν να τα πουλήσουν με μεγάλη ζημιά. Έτσι η αγορά ελληνικών ομολογών μπήκε σε μια περίοδο σχετικής στασιμότητας, με πολλούς επενδυτές να περιμένουν την κατάλληλη ευκαιρία «εν αναμονή των αποτελεσμάτων του πακέτου εξυγίανσης που εφαρμόζει η ελληνική κυβέρνηση» («Frankfurter Allgemeine Zeitung»).

Αυτά τα «πακέτα ομολόγων» είναι που βρίσκονται πίσω από τις έντονες πιέσεις για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Αν σκεφτεί κανείς ότι στη διάρκεια μόνο του τελευταίου εννεαμήνου το ελληνικό τριετές ομόλογο αναφοράς έχασε πάνω από 20% της τρέχουσας αξίας του στην αγορά και το τριετές ομόλογο πάνω από 35% τότε ο κάτοχος αυτών των ομολόγων έχει δυο επιλογές: είτε να πουλήσει τα ομολογά του στην αγορά χάνοντας σημαντικό μέρος της ονομαστικής τους αξίας είτε να περιμένει και να πιέζει για την αναδιάρθρωση του χρέους.

Η αναδιάρθρωση, ακόμα και όταν προβλέπει σημαντικό «κούρεμα» της αξίας των ομολόγων, γίνεται πάντα στη βάση της ονομαστικής τους αξίας και όχι της αξίας που έχουν τη δεδομένη στιγμή στην αγορά. Επομένως, οι κάτοχοι των ομολόγων, που βλέπουν την τρέχουσα αξία τους να κατρακυλάει, δεν έχουν παρά να ποντάρουν σε μια συμφωνία αναδιάρθρωσης, η οποία δεν θα προβλέπει «κούρεμα» μεγαλύτερο από τις ζημιές που έχουν υποστεί ήδη στην αγορά. Ταυτόχρονα τα αυξημένα επιτόκια των νέων ομολόγων που θα αντικαταστησουντα παλιά θα δώσουν μια νέα ευκαιρία για κέρδη ή τουλάχιστον για ισοφάρισμα των απωλειών.

Η Ευρωζώνη, μέσω του «μηχανισμού στήριξης», της εν λευκώ αποδοχής κρατικών ομολόγων από την ΕΚΤ, της ασφυκτικής λιτότητας και των νέων όρων «οικονομικής διακυβέρνησης» που επεξεργάζονται οι ευρωκρατούντες, έχει μετατραπεί σε ένα κλειστό καρτέλ που φροντίζει αποκλειστικά για τη στήριξη των ευρωπαϊκών τραπεζών. Αυτό έχει ενισχύσει τις ανησυχίες των διεθνών αγορών και κυρίως εκείνων των κύκλων που εκτιμούν ότι η «διάσωση» των ευρωπαϊκών τραπεζών θα γίνει εις βάρος τους.

Ιδίως σε μια συγκυρία που επιδεινώνονται δραματικά οι άμεσες προοπτιικές της παγκόσμιας οικονομίας και η ασφυκτική λιτότητα που έχει επιβληθεί στην ευρωζώνη, όχι μόνο δεν φέρνει αποτέλεσμα, αλλά αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς παράγοντες αυτής της επιδείνωσης. Κι αυτό δεν φαίνεται μόνο από τα αποτελέσματα της πολιτικήςτου μνημονίου.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Ιρλανδία, η οποία ακολουθεί τις συνταγές της πιο αυστηρής λιτότητας κατ’ εντολήν της Ε.Ε., χωρίς να της έχει επιβληθεί μνημόνιο και χωρίς να έχει αντίστοιχο πρόβλημα δημοσίου χρέους μετην Ελλάδα. Η κατάσταση της χώρας πάει από το κακό στο χειρότερο, μόνο και μόνο γιατί καλείται να ξελασπώσει τις τράπεζες.Το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει η Ιρλανδία, χάρις στο ευρώ και τις συνταγές της Ε.Ε.,έχει χτυπήσει καμπανάκια στις διεθνείς αγορές.

«Αν υπάρχει μια χώρα που αποδεικνύει σε τι χάλι έχει βρεθεί το κοινό νόμισμα, αυτή δεν είναι η Ελλάδα ούτε η Ισπανία ή η Πορτογαλία. Είναι η Ιρλανδία. Οταν οι χώρες παραβαίνουν τους κανόνες και κατόπιν μπαίνουν σε μπελάδες, αυτό δεν αποτελεί έκπληξη. Ομως, αν ακολουθούν πιστά και κατά γράμμα τους κανόνες και παρ’ όλα αυτά αντιμετωπίζουν ανάλογα προβλήματα, αυτό σημαίνει ότι κάτι δεν πάει καθόλου καλά με αυτό καθ’ αυτό το σύστημα», σχολίαζε πρόσφατα ο Μάθιου Λιν και Bloomberg (30/8).

«Αν η λειτότητα δεν λειτουργεί για την Ιρλανδία, αποκλείεται να βοηθήσει την Ελλάδα, την Πορτογαλία ή την Ισπανία. Ολόκληρο το πείραμα της νομισματικής ένωσης είναι καταδικασμένο εάν οι ηγέτες του ευρώ δεν εγκαταλείψουν την απλοϊκή τους συνταγή».

Η εκτίναξη λοιπόν των επιτοκίων και των spreads των ελληνικών ομολόγων δεν έχει να κάνει μόνο με την κατάσταση στην Ελλάδα, αλλά και με τη γενικότερη πεποίθηση που αρχίζει να κυριαρχεί στις διεθνείς αγορές ότι η κρίση της Ευρωζώνης και ο τρόπος αντιμετώπισης της από τους ευρωκρατουντες απειλεί να καταβαραθρώσει το σύνολο της παγκόσμιας οικονομίας.
Η Γουόλ Στριτ, το Σίτι του Λονδίνου και οι ασιατικές κεφαλαιαγορές δεν έχουν καμιά διάθεση να υπoστούν ένα νέο ισχυρό κραχ τους ερχόμενους μήνες προκειμένου να «διασωθούν» οι ευρωπαϊκές τράπεζες. Ειδικά από τη στιγμή που η οικονομία των ΗΠΑ χάνει συνεχώς έδαφος και δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος μιας παγκόσμιας ανάκαμψης.

Στην απαίτηση των διεθνών αγορών για άμεση αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, πριν να είναι πολύ αργά, ο Ολι Ρεν και οι ευρωκρατούντες απαντούν ότι δεν ήρθε ακόμα η ώρα. Ζητούν παράταση χρόνου για να προλάβουν να θέσουν σε λειτουργία τον νέο μηχανισμό «οικονομικής διακυβέρνησης» και δημοσιονομικής εποπτείας σε επίπεδο Ε.Ε. Εξάλλου ο Ολι Ρεν υπόσχεται ότι «έχω την πρόθεση να προωθήσω έως το τέλος Σεπτεμβρίου ένα νομοθετικό πακέτο για τη μεταρρύθμιση της διακυβέρνησης.

Ζητούν την πτώχευση

Η αγωνία των ευρωκρατούντων είναι να εξασφαλίσουν αρκετό χρόνο για να μετατρέψουν την Ευρωζώνη σε Νταχάου κατά τις προτάσεις και τα πρότυπα του αρχιερέα Σόιμπλε. Όχι μόνο για να τιμωρούν έγκαιρα και αποφασιστικά τους «παραβάτες» που ξέφυγαν από τον «δρόμο της αρετής», αλλά και να διαθέτουν τις αναγκαίες διαδικασίες ελεγχόμενης πτώχευσης χωρών σαν την Ελλάδα χωρίς να θίγεται η συνοχή και η ισχύς του ευρώ.

Έτσι η Ελλάδα έχει βρεθεί εγκλωβισμένη σε μια διαπραγμάτευση για το χρέος της που γίνεται ερήμην της και εις βάρος της. Το όλο ζήτημα είναι πότε, με ποιον τρόπο και προς όφελος ποιου θα προχωρήσει η διαδικασία της ελεγχόμενης πτώχευσης για τη χώρα.

Όταν λοιπόν εμφανίζονται σήμερα ορισμένοι και προτείνουν αναδιάρθρωση του χρέους με «κούρεμα» 2Ο%, 30% ή και 50% επί της ονομαστικής αξίας των ελληνικών ομολόγων, η πρόταση αυτή μπορεί να φαντάζει στον αφελή ως σημαντική μείωση του χρέους. Στην πραγματικότητα όμως κρύβει την προσπάθεια αφενός να αποζημιωθούν οι κάτοχοι των ομολόγων του ελληνικού χρέους για τις ζημιές που έχουν ήδη υποστεί λόγω της κρίσης. Και αφετέρου να τους εξασφαλίσει νέες, καλύτερες αποδόσεις.

Οι προτάσεις αναδιάρθρωσης του χρέους δουλεύουν πάντα υπέρ του δανειστή, του κερδοσκόπου, του τοκογλύφου. Πρώτα και κύρια διότι ισοδυναμούν με άμεση επίσημη πτώχευση της χώρας. Και τι σημαίνει πτώχευση; Σημαίνει παράδοση στους δανειστές. Αυτός είναι και ο λόγος που όσοι διεθνείς αναλυτές προτείνουν αναδιάρθρωση χρέους με «κούρεμα» μιλούν κατ’ ουσία για «συντεταγμένη πτώχευση».  Κι αυτό στην πράξη σημαίνει πτώχευση της χώρας ύστερα από συμφωνία με τους δανειστές της και υπό διεθνή κηδεμονία.
Επομένως όσοι προτείνουν αναδιάρθρωση του χρέους με «κούρεμα» ή χωρίς ως εναλλακτική λύση απέναντι στο μνημόνιο στην ουσία ζητούν να επιταχυνθούν οι διαδικασίες επίσημης πτώχευσης της χώρας υπό καθεστώς κατοχής και δήμευσης. Ιδίως αν αυτή συμβεί εντός της Ευρωζωνης…

Ο πρόεδρος του ΔΣΑ κ. Δ. Παξινός, που ηγείται μιας εξαιρετικής πρωτοβουλίας προσφυγής εναντίον του μνημονίου, σε μια ιδιαιτέρως σημαντική ημερίδα – που δυστυχώς πέρασε στα «ψιλά» της ενημέρωσης – για τον αποικιοκρατικό χαρακτήρα της δανειακής σύμβασης, στις 15/7, είπε στην προσφώνηση του ότι «αυτό που χρειάζεται σε τέτοιες περιπτώσειςείναι ψυχή».

Πράγματι χρειάζεται ψυχή σήμερα για να τα βάλεις με το καθεστώς του μνημονίου. Χρειάζεται όμως περισσότερη ψυχή για να μην δεχτείς τη Σκύλλα ή τη Χάρυβδη ως πεπρωμένο αυτού του τόπου. Χρειάζεται ψυχή για να αρνηθείς την άνωθεν επιβαλλόμενη πτώχευση της χώρας υπό καθεστώς μνημονίου ή αναδιάρθρωσης του χρέους. Χρειάζεται ψυχή για να πεις ότι το χρέος δεν το δημιούργησε ο λαός και άρα η μόνη έντιμη, καθαρή και επωφελής λύση για τον ίδιο και τη χώρα είναι να μην το αναγνωρίσει και να αρνηθεί την πληρωμή του.

Ο Δημήτρης Καζάκης είναι οικονομολόγος-αναλυτής και το κείμενο του δημοσιεύετε στο “Ποντίκι” 2/8.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *