Στις 3 Δεκέμβρη 1965, η Βρετανία (και μαζί της όλος ο δυτικός κόσμος) άκουσε για πρώτη φορά το «My Generation» των The Who. Το τραγούδι δεν ήταν απλώς ένα single. Ήταν βόμβα στα θεμέλια της μεταπολεμικής κοινωνίας, της ταξικής ιεραρχίας και της υποκριτικής «σεμνότητας» των μεγαλύτερων γενεών.
«People try to put us d-down…
Just because we get around…
Why don’t you all f-fade away…
Talkin’ ’bout my generation…»
Και το περίφημο «Hope I die before I get old».
Οι The Who δεν προέρχονταν από καλλιτεχνικές σχολές ούτε από αριστοκρατικές οικογένειες. Ο Pete Townshend δούλευε σε εργοστάσιο πριν μπει στο Art College του Ealing.
Ο Roger Daltrey ήταν πρώην μεταλλεργάτης και είχε αποβληθεί από το σχολείο.
Ο John Entwistle, γιος στρατιωτικού, έπαιζε τρομπέτα σε μπάντα του στρατού.
Ο Keith Moon… ήταν απλά ο Keith Moon, ένας ψυχάκιας με τύμπανα.
Ήταν παιδιά της εργατικής τάξης του Δυτικού Λονδίνου, του Shepherd’s Bush και του Acton. Mods μέχρι το κόκαλο: κοστούμια, παρκά, Vespa και Lambretta, αμφεταμίνες, και μια απέχθεια για ό,τι συμβιβασμένο και «παλιό».
Το τραγούδι γράφτηκε από τον Townshend σε ένα τρένο, πάνω σε μια σερβιέτα (κυριολεκτικά). Εμπνεύστηκε από την γιαγιά του που τον έδιωχνε από το σπίτι επειδή άκουγε δυνατά blues, και από μια συνάντηση με την Βασίλισσα-Μητέρα που του είπε να μετακινήσει την Hearse του (μια παλιά Rolls που είχε αγοράσει) γιατί ενοχλούσε την αισθητική της.
Ηχογραφήθηκε στις 13 Οκτώβρη 1965 στα στούντιο της IBC στο Πόρτλαντ Πλέις.
Ο Kit Lambert (ο μάνατζέρ τους, γιος του διάσημου μαέστρου Constantine Lambert) ήθελε κάτι ωμό. Ο Daltrey τραγούδησε με ένα τραυλισμό-εφέ (stutter) που προέκυψε από έμπνευση της στιγμής και από τον John Lee Hooker. Ο Moon έπαιξε σαν να ήθελε να καταστρέψει τα τύμπανα. Το μπάσο του Entwistle είναι σχεδόν lead όργανο. Και το σόλο του Townshend; Χαοτικό, feedback, βία.
Το αποτέλεσμα: 3 λεπτά και 18 δευτερόλεπτα καθαρής νεανικής οργής.
Στην Αγγλία ανέβηκε στο Νο.2 (πίσω από το «Day Tripper/We Can Work It Out» των Beatles). Στις ΗΠΑ μόλις στο 74. Το BBC το έπαιζε λογοκριμένο (έκοβαν το «fade away» για να μην προσβληθούν οι ηλικιωμένοι).
Όμως το τραγούδι έγινε ύμνος. Στα live έσπαγαν όργανα πριν καν γίνει της μόδας. Στο Railway Hotel του Harrow, το 1964, ο Townshend έσπασε κατά λάθος την κιθάρα του στο χαμηλό ταβάνι και μετά το έκανε performance. Ο Moon ανατίναζε τα τύμπανα με εκρηκτικά. Ήταν η απάντηση των Mods στους «καθωσπρεπικούς» Beatles και Stones.
Το «My Generation» δεν είναι απλά «νεανική εξέγερση». Είναι ταξικό.
«Γιατί μας καταπιέζετε; Επειδή κυκλοφορούμε, επειδή ντυνόμαστε αλλιώς, επειδή δεν θέλουμε να γίνουμε σαν εσάς;».
Το 1965 η Βρετανία είχε ακόμα υποχρεωτική στρατιωτική θητεία, η ομοφυλοφιλία ήταν παράνομη, η αποικιοκρατία καλά κρατούσε, η εργατική τάξη έπρεπε να «ξέρει τη θέση της». Οι Who τα έβαλαν με όλα αυτά, με τον πιο ωμό τρόπο.
Και το «Hope I die before I get old» δεν είναι μακάβριο. Είναι άρνηση συμβιβασμού. Άρνηση να γίνεις αυτό που απεχθάνεσαι. (Παρεμπιπτόντως, ο Townshend το μετάνιωσε αργότερα, όταν έγινε 70 και ακόμα έπαιζε… αλλά αυτή είναι άλλη ιστορία.)
Το 2025, σε μια εποχή που η «γενιά των boomers» κατηγορεί τη Gen Z ότι «δεν δουλεύει αρκετά», το «My Generation» ακούγεται πιο δυνατά από ποτέ.Γιατί η οργή δεν έχει ηλικία.
Έχει μόνο τάξη. Talkin’ ’bout my generation…
impolite adj
Μας ήρθε στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο μας από αναγνώστη/ια.

Αφήστε μια απάντηση