Μικρασιάτες πρόσφυγες στην Ελλάδα – Το σμυρναίικο τραγούδι που έγινε ψυχή του λαού

Από τις στάχτες της Σμύρνης γεννήθηκε ο ήχος που σημάδεψε την εργατιά, τον έρωτα και την προσφυγιά.

Γράφει ο Μπαγλαμάς ο Αϊβαλιώτης

Στις 27 Αυγούστου 1922, η Σμύρνη έγινε στάχτη και οι κάτοικοί της ξεριζώθηκαν. Ένα κομμάτι του ελληνισμού χάθηκε βίαια, αλλά την ίδια στιγμή γεννήθηκε κάτι καινούριο. Οι Μικρασιάτες που ήρθαν πρόσφυγες στην Ελλάδα έφεραν μαζί τους τον πολιτισμό τους· τα ήθη, τις γεύσεις, τα παζάρια, και πάνω απ’ όλα τη μουσική.

Απ’ τα τσαντίρια της Νέας Ιωνίας, τις παράγκες της Κοκκινιάς και τις μάντρες της Καισαριανής, ακούστηκε ένας ήχος που άλλαξε την Ελλάδα: το Σμυρναίικο τραγούδι.

Από τα καφέ-αμάν στα προσφυγικά

Η Σμύρνη ήταν πριν την Καταστροφή ένα χωνευτήρι λαών. Στα καφέ-αμάν της έπαιζαν Εβραίοι βιολιτζήδες, Αρμένιοι ουτζήδες, Τούρκοι κλαριτζήδες και Ελληνίδες τραγουδίστριες με φωνές που ράγιζαν το γυαλί. Αυτή η πολυπολιτισμική μουσική κουλτούρα πέρασε στην Ελλάδα με τους πρόσφυγες.

Στα σμυρναίικα κομμάτια ακούμε μακάμια της Ανατολής, πολίτικες μελωδίες, αμανέδες γεμάτους καημό και τραγούδια για τη φτώχεια, τον έρωτα, τον θάνατο και την ξενιτιά.

Το πέρασμα στο ρεμπέτικο

Οι πρόσφυγες έφεραν τον ήχο τους στον Πειραιά και τον έμπλεξαν με τον «κουτσαβάκικο» ντόπιο τρόπο. Εκεί έγινε το πάντρεμα: το σαντούρι, το βιολί και το ούτι συναντήθηκαν με τον μπαγλαμά και το μπουζούκι. Από εκεί γεννήθηκε το ρεμπέτικο. Χωρίς τους πρόσφυγες, δεν θα υπήρχε το τραγούδι που σήμερα λέμε «λαϊκό».

Οι φωνές που σημάδεψαν

Πολλές γυναικείες φωνές πρόσφυγες έγραψαν ιστορία:

Ρόζα Εσκενάζυ, η εβραϊκής καταγωγής τραγουδίστρια της Σμύρνης, που έγινε η «φωνή της Ανατολής».

Μαρίκα Παπαγκίκα, που ηχογράφησε σμυρναίικα στην Αμερική από τη δεκαετία του ’10.

Ρίτα Αμπατζή, προσφυγοπούλα κι αυτή, που έδεσε τη Σμύρνη με τον Πειραιά.

Απ’ τους άντρες, ξεχωρίζουν οι Ανέστης Δελιάς και Παναγιώτης Τούντας, αλλά κι ένας κόσμος μουσικών που μετέφερε τη Σμύρνη στη νέα πατρίδα.

Θεματολογία: καημοί, έρωτες και προσφυγιά

Το σμυρναίικο τραγούδι μιλάει για όλα:

Τον ξεριζωμό («Σαν της Σμύρνης το γιαγκίνι»).

Την ξενιτιά και τη φτώχεια («Προσφυγιά»).

Τον έρωτα και τον καημό («Σμυρνέικο μινόρε»).

Την αδικία και τον πόνο των «παρακατιανών».

Και πάντα με εκείνον τον ανατολίτικο λυγμό στη φωνή, το «αμάν» που δεν είναι απλώς μελωδία, είναι κραυγή ψυχής.

Η κοινωνική διάσταση

Οι Μικρασιάτες πρόσφυγες δεν έφεραν μόνο μουσική, έφεραν και ταξική συνείδηση. Στα προσφυγικά συνοικισμούς γεννήθηκαν σωματεία, έγιναν απεργίες, γράφτηκαν σελίδες αντίστασης. Το σμυρναίικο τραγούδι κουβαλούσε μέσα του και την κοινωνική διαμαρτυρία, τον πόνο του εργάτη, τον αναστεναγμό της μάνας, την περηφάνια του φτωχού που δεν σκύβει το κεφάλι. Από τις γειτονιές τους βγήκαν τα πιο σκληρά εργατικά κινήματα, εκεί οργανώθηκαν οι απεργίες, εκεί φύτρωσε το ΕΑΜ και το αντάρτικο. Από τις παράγκες της Καισαριανής βγήκαν παλικάρια που τα ’φαγε το εκτελεστικό απόσπασμα.

Η κληρονομιά

Σήμερα, κάθε φορά που ακούγεται ένα σμυρναίικο, δεν είναι απλώς μουσική. Είναι ιστορία, μνήμη και συνέχιση. Είναι η φωνή των παππούδων και των γιαγιάδων μας που ήρθαν ρακένδυτοι αλλά τίμιοι, και μέσα σε εχθρικό περιβάλλον κράτησαν την ψυχή τους όρθια.

Το σμυρναίικο τραγούδι είναι η ζωντανή απόδειξη ότι ακόμα και μέσα στη μεγαλύτερη καταστροφή, ο λαός φτιάχνει πολιτισμό. Μέσα από τα ερείπια, γεννήθηκε ένας ήχος που έγραψε την ψυχή της Ελλάδας.

Κι όπως θα έλεγε κι ο Μπαγλαμάς:

«Τους έδιωξαν απ’ τις πατρίδες τους, τους είπαν τουρκόσπορους, τους έριξαν στη μιζέρια. Μα αυτοί απάντησαν με βιολιά, σαντούρια και μπαγλαμάδες. Και το τραγούδι τους ακόμα μας καίει την καρδιά. Αυτό είναι η νίκη του λαού απέναντι στη βαρβαρότητα.»

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *