Η εικόνα πιθανόν να μην είναι αναστρέψιμη για την κυβέρνηση. Ολες οι τελευταίες μετρήσεις ακόμη και φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ που δημοσιεύονται καταγράφουν καθαρή, κάθετη πτώση για τη ΝΔ.
Η ακρίβεια τσακίζει τα νοικοκυριά, το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ έχει εξαγριώσει τον κόσμο, η ανεργία και η επισφάλεια σαρώνουν, ενώ η κυβερνητική εθελοδουλία απέναντι στο κράτος-δολοφόνο της Μέσης Ανατολής, έχει αγανακτήσει ακόμα και συντηρητικούς ψηφοφόρους.
Πριν λίγες μέρες, όπως είχε αποκαλύψει ο Μανόλης Κοττάκης, διάσημος δημοσκόπος στην εμπιστευτική έκθεση που συνέταξε και διαβίβασε προς ενημέρωση σε κυβερνητικό αξιωματούχο, αποκάλυψε ότι πρώτη φορά από το 2016 η Νέα Δημοκρατία έχει πέσει κάτω από το 25% στην πρόθεση ψήφου με αναγωγή και κινείται στο 24%. Το εύρημά του προκάλεσε μεγάλο εκνευρισμό στον αποδέκτη της εμπιστευτικής έκθεσης. Επίσης το άρθρο του Λευτέρη Χαραλαμπόπουλου στο in.gr δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνείας: η επαναφορά Δημητριάδη δεν είναι «επανεκκίνηση», είναι πρόβλεψη ήττας.
Και μετά απ’ αυτό, αντί για πολιτική στροφή, ο Μητσοτάκης επιστρατεύει ξανά το δοκιμασμένο κόλπο: επικοινωνιακή χειραγώγηση.
Σε ρόλο «μεσσία» επιστρέφει ο Σταν Γκρίνμπεργκ, ο περίφημος Αμερικανός «γκουρού» της πολιτικής επικοινωνίας, που ήδη από το 2019 είχε εμπλακεί στην προεκλογική καμπάνια της ΝΔ. Τότε, μέσα σε συνθήκες «μέλιτος» από τα ΜΜΕ-βιτρίνες της διαπλοκής, ο ρόλος του ήταν να γυαλίσει την εικόνα του «τεχνοκράτη σωτήρα».
Τώρα όμως, καλείται να καλύψει ένα πολιτικό ναυάγιο.
Η συγκυρία θυμίζει έντονα την περίοδο Σαμαρά το 2014, όταν, μπροστά στην κατάρρευση, μοιράστηκε η λεγόμενη «13η σύνταξη» (στην πραγματικότητα ψίχουλα για λίγους) μπας και αγοραστεί λίγος πολιτικός χρόνος.
Σύμφωνα με τις διαρροές από κυβερνητικές πηγές, στη φετινή ΔΕΘ ο Μητσοτάκης θα προσπαθήσει να «ρίξει την τελευταία ζαριά», αφήνοντας ανοιχτό ακόμη και το σενάριο για επαναφορά της 13ης σύνταξης. Όχι από κοινωνική ευαισθησία, αλλά ως προεκλογικό φιλοδώρημα.
Η τακτική είναι κλασική: πρώτα λεηλατείς τον κόσμο της εργασίας, αδειάζεις τα ταμεία για χατίρι των μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων, και μετά, όταν μυρίζεις εκλογική ήττα, πετάς μερικά ψίχουλα για να πεις ότι «νοιάζεσαι».
Όμως η κοινωνική φθορά δεν διαγράφεται με επικοινωνιακές καμπάνιες και τεχνητές συγκινήσεις. Οι λογαριασμοί ρεύματος, τα ακάλυπτα ενοίκια, η ακρίβεια στα τρόφιμα, οι μισθοί-επίδομα, είναι η πραγματικότητα που δεν αλλάζει ούτε με τις πιο ακριβοπληρωμένες συμβουλές του Γκρίνμπεργκ.
Η ιστορία διδάσκει: καμία κυβέρνηση που έχασε την κοινωνική νομιμοποίηση δεν τη διατήρησε χάρη σε επικοινωνιακούς μάγους. Από τον Γ. Παπανδρέου του 2011, που «πουλούσε ελπίδα» ενώ υπέγραφε μνημόνια, μέχρι τον Σαμαρά που μοίραζε «κοινωνικά μερίσματα» λίγο πριν πέσει, η κατάληξη ήταν η ίδια.
Το ερώτημα δεν είναι αν ο Γκρίνμπεργκ θα «σώσει» τον Μητσοτάκη. Το ερώτημα είναι αν η κοινωνία θα δεχτεί, για άλλη μια φορά, να πουληθεί για ένα κομμάτι ψωμί.
Αφήστε μια απάντηση