Θα έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα η αναγνώριση του Παλαιστινιακού κράτους από τη Βρετανία, ή θα παραμείνει ένας ιστορικός συμβολισμός;

Η είδηση ότι το Ηνωμένο Βασίλειο αναγνωρίζει επίσημα το Παλαιστινιακό κράτος έσκασε σαν βόμβα. Κι όχι γιατί πρόκειται για την πρώτη χώρα που κάνει αυτή την κίνηση· σχεδόν τα τρία τέταρτα των κρατών-μελών του ΟΗΕ έχουν ήδη προχωρήσει σε αναγνώριση εδώ και χρόνια. Η «ιδιαιτερότητα» της Βρετανίας έγκειται στο ιστορικό βάρος της: ήταν η μητρόπολη που με τη Διακήρυξη Μπάλφουρ το 1917 άνοιξε το δρόμο για τη σιωνιστική αποικιοκρατία στην Παλαιστίνη, ήταν η δύναμη κατοχής που έθεσε τα θεμέλια του σημερινού δράματος.

Η κίνηση λοιπόν δεν είναι απλώς μια «τυπική διπλωματική δήλωση». Εχει ένα βαρύ πολιτικό συμβολισμό. Το Λονδίνο εγκαταλείπει την πάγια θέση ότι θα στηρίξει αναγνώριση μόνο στο πλαίσιο «ειρηνευτικής διαδικασίας» (δηλαδή στις πλάτες και στις προϋποθέσεις που θέτει το Τελ Αβίβ και η Ουάσινγκτον), και ανοίγει χώρο για μια νέα φάση πιέσεων προς το Ισραήλ.

Αυτή η εξέλιξη για τον παλαιστινιακό λαό, που αιμορραγεί καθημερινά στη Γάζα και στη Δυτική Όχθη, αποτελεί ηθικό όπλο. Ενισχύει τη διεθνή νομιμοποίηση του δίκαιου αγώνα του και προσθέτει κύρος στις διπλωματικές του αντιπροσωπείες. Για την ίδια τη βρετανική κυβέρνηση, είναι μια προσπάθεια να ξαναπαίξει ρόλο στα γεωπολιτικά παιχνίδια της Μέσης Ανατολής, εμφανιζόμενη ως «ανεξάρτητη φωνή» μέσα στο δυτικό στρατόπεδο.

Το Ισραήλ βλέπει ακόμα έναν ισχυρό σύμμαχο να «παρεκκλίνει». Η αναγνώριση του Λονδίνου θεωρείται από την ισραηλινή ηγεσία προδοσία και «δώρο στην τρομοκρατία». Οι ΗΠΑ, ο στενότερος προστάτης του σιωνιστικού κράτους, βλέπουν κι αυτές να δημιουργούνται ρωγμές στη «γραμμή» τους και δεν αποκλείεται να ακολουθήσουν εντάσεις μέσα στη λεγόμενη «ειδική σχέση» ΗΠΑ-ΗΒ.

Οπως αναφέρει το DW o Βρετανός πρωθυπουργός έχει ήδη δεχτεί σφοδρή κριτική από την ισραηλινή κυβέρνηση, η οποία υποστηρίζει ότι η αναγνώριση είναι μια «επιβράβευση της τρομοκρατίας», από μέλη των κομμάτων της αντιπολίτευσης και από οικογένειες των ομήρων. Αντίθετος ξεκαθάρισε πως είναι και ο Ντόναλντ Τραμπ με την απόφαση.

Και όμως, δεν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες. Η ίδια Βρετανία που σήμερα μιλά για «ειρήνη» και «λύση δύο κρατών», είναι η χώρα που στήριξε και στηρίζει ανοιχτά το ΝΑΤΟϊκό αιματοκύλισμα στη Μέση Ανατολή, που κάνει μπίζνες με τα ισραηλινά όπλα, που καλύπτει πολιτικά τις μαζικές σφαγές στη Γάζα. Η αναγνώριση μπορεί να λειτουργεί σαν σκληρό χαστούκι στο Τελ Αβίβ, αλλά από μόνη της δεν σταματά τους εποικισμούς, ούτε γκρεμίζει το τείχος, ούτε φέρνει πίσω τις ζωές χιλιάδων νεκρών.

Αν δεν συνδεθεί με πραγματικές κυρώσεις στο σιωνιστικό κράτος, με διακοπή των εξοπλιστικών συμφωνιών και με έμπρακτη στήριξη στον παλαιστινιακό λαό, η απόφαση κινδυνεύει να μείνει μια κίνηση χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα.

Η ιστορική ειρωνεία είναι προφανής: η Βρετανία, που έσπειρε τη φωτιά, εμφανίζεται τώρα ως «πυροσβέστης». Κι αν κάτι μας διδάσκει η κίνηση αυτή, είναι ότι οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις αλλάζουν στάση όταν κρίνουν πως τα συμφέροντά τους το απαιτούν.

Η αλήθεια παραμένει σίγουρα μία: το αίτημα του παλαιστινιακού λαού για ελευθερία, γη και ανεξαρτησία δεν θα ικανοποιηθεί από τα χαρτιά της διπλωματίας. Θα δικαιωθεί μόνο μέσα από τον ίδιο τον αγώνα του, με τη διεθνή αλληλεγγύη στο πλευρό του.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *