Οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία ΠΑΓΝΗ και Βενιζέλειο εξουθενωμένοι από εξαντλητικά ωράρια, διπλοβάρδιες και ψυχολογική πίεση – Το φαινόμενο burnout απλώνεται σαν επιδημία στο ΕΣΥ.
Η πραγματικότητα που καταγράφει το ρεπορτάζ της «Νέας Κρήτης» για τα δύο μεγάλα νοσοκομεία του νησιού –το ΠΑΓΝΗ και το Βενιζέλειο– είναι αποκαλυπτική: οι εργαζόμενοι βρίσκονται στα όρια της ανθρώπινης αντοχής, δίνοντας καθημερινά μια άνιση μάχη για να κρατήσουν όρθιο το δημόσιο σύστημα υγείας.
Εξαντλητικά ωράρια, συνεχείς διπλοβάρδιες, έλλειψη προσωπικού και αφόρητη ψυχολογική πίεση συνθέτουν μια πραγματικότητα που δεν μπορεί πια να κρυφτεί πίσω από κυβερνητικές “διαβεβαιώσεις”.
Το burnout, η πλήρης σωματική και ψυχική εξουθένωση, δεν είναι πια μεμονωμένο φαινόμενο — είναι η νέα κανονικότητα για χιλιάδες γιατρούς και νοσηλευτές σε όλη τη χώρα.
Και όλα αυτά την ώρα που οι ιδιωτικές κλινικές κολυμπούν σε κρατικές επιδοτήσεις, συμβάσεις και “συμπράξεις”, ενώ τα δημόσια νοσοκομεία φυτοζωούν.
Το ΠΑΓΝΗ και το Βενιζέλειο λειτουργούν κυριολεκτικά σαν υγειονομικά στρατόπεδα: εργαζόμενοι που καλούνται να καλύψουν δυο και τρεις βάρδιες για να μη μείνουν οι ασθενείς χωρίς φροντίδα, τμήματα υποστελεχωμένα, ελλείψεις σε αναλώσιμα και εξοπλισμό. Για ένα επικείμενο «κραχ» έκανε λόγο ο πρόεδρος εργαζομένων του ΠΑΓΝΗ, κ. Δημήτρης Βρύσαλης, ο οποίος αναφερόμενος στις πάνω από 50 συνολικά παραιτήσεις, 15 εκ των οποίων σημειώθηκαν τον τελευταίο μήνα, επικεντρώθηκε στην επαγγελματική και συνάμα ψυχολογική εξουθένωση των συναδέλφων του. Ο ίδιος τόνισε πως στο νοσοκομείο του υπάρχουν 350 κενές μόνιμες οργανικές θέσεις νοσηλευτών, που δεν καλύπτονται από μόνιμο προσωπικό, ενώ ένα μέρος αυτών καλύπτεται από συμβασιούχους. «Φτάσαμε στο σημείο ένας άνθρωπος να καλύψει τη δουλειά τριών», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Αυτή είναι η “μεταρρύθμιση” της κυβέρνησης στην πράξη.
Μια πολιτική συστηματικής απαξίωσης του δημόσιου τομέα υγείας, που ανοίγει τον δρόμο στην ιδιωτικοποίηση της.
Όμως οι εργαζόμενοι δεν σιωπούν.
Μέσα από τα σωματεία τους, διεκδικούν μόνιμες προσλήψεις, αυξήσεις στους μισθούς, αξιοπρεπείς συνθήκες δουλειάς και άμεση ενίσχυση της δημόσιας υγείας.
Και η κοινωνία οφείλει να σταθεί στο πλευρό τους.
Γιατί χωρίς δημόσια υγεία, δεν υπάρχει ζωή με αξιοπρέπεια.
Γιατί αυτοί που σήμερα “καταρρέουν” στα νοσοκομεία, είναι οι ίδιοι που αύριο θα μας σώσουν όταν βρεθούμε εμείς στην ανάγκη.
Υ.Γ: Δεν έχει νόημα να αναφερθούμε πάλι στον υπουργό Υγείας. Πρόσφατα μια απλή ερώτηση του τέθηκε για τα 20.000 κενά νοσηλευτών στο ΕΣΥ – ένα ζήτημα που αγγίζει καθημερινά χιλιάδες εργαζόμενους και ασθενείς και η απάντησή του ήταν καντάρια αντικομμουνισμού, υποστήριξη στον Νετανιάχου και στον Τραμπ, και μια δόση θρασύτατης προπαγάνδας που θυμίζει τις παλιές καλές μέρες του ΛΑΟΣ.
Είναι και ένα θέμα πώς διαχειρίζεται τον χρόνο του ο κ. Γεωργιάδης. Αν του μένει δηλαδή καιρός από τις εμφανίσεις του στα ΜΜΕ και στις “κοινωνικές του υποχρεώσεις” του, να ασχοληθεί και με βασικά θέματα του υπουργείου του.,


Αφήστε μια απάντηση