Του Γ.Γ.
Η είδηση ότι ο Δημήτρης Κουφοντίνας παραχώρησε συνέντευξη στον Αλέξη Παπαχελά, στο πλαίσιο του ντοκιμαντέρ «Άνοδος και Πτώση» για την οργάνωση 17 Νοέμβρη, προκάλεσε πονοκέφαλο στην κυβέρνηση. Όχι γιατί ειπώθηκε κάτι συγκεκριμένο –τίποτα ακόμη δεν έχει προβληθεί– αλλά γιατί απειλήθηκε το απόλυτο κρατικό μονοπώλιο της αφήγησης.
Η απόφαση του ΕΚΚΟΜΕΔ να ανακαλέσει χρηματοδότηση που είχε ήδη εγκριθεί και δοθεί, αποτελεί ωμή, απροκάλυπτη εκ των υστέρων λογοκρισία. Το κράτος δεν αντέδρασε από θεσμική ευθιξία, αλλά από πολιτικό φόβο. Φόβο μήπως, έστω και φιλτραρισμένα, ακουστεί ένας λόγος που δεν υπακούει, δεν μετανοεί και δεν ενσωματώνεται.
Η συζήτηση για το γιατί ο Κουφοντίνας μίλησε σε έναν απολύτως συστημικό δημοσιογράφο είναι παραπλανητική. Υποκρύπτει την υπόθεση ότι ο κρατούμενος δεν γνωρίζει το πολιτικό πεδίο στο οποίο κινείται.
Η αλήθεια είναι απλή. Ο Κουφοντίνας γνώριζε ακριβώς ποιος είναι ο συνομιλητής του, όπως γνώριζε και το ρίσκο. Η επιλογή δεν έγινε από αφέλεια, αλλά από πολιτική επίγνωση. Για όσους αντιλαμβάνονται την πολιτική ως σύγκρουση και όχι ως επικοινωνιακή άσκηση, η αντιπαράθεση δεν περιορίζεται σε «ασφαλή» ακροατήρια.
Το ελληνικό κράτος, που διατείνεται ότι υπερασπίζεται τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα, είναι το ίδιο κράτος που κρατά ολικά ανάπηρο τον Σάββα Ξηρό, αδιαφορώντας επιδεικτικά για την κατάσταση της υγείας του, κρατά τον ηλικιωμένο και βαριά άρρωστο τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο στη φυλακή, και έχει μετατρέψει την «έκτιση ποινής» σε καθεστώς πολιτικής εκδίκησης.
Αυτό το κράτος απέδειξε για άλλη μια φορά ότι φοβάται τη μνήμη, φοβάται την πολιτική ερμηνεία της Ιστορίας που δεν περνά από τα φίλτρα του. Δεν αντέχει ούτε μια καταγεγραμμένη, μονταρισμένη παρουσία ενός πολιτικού κρατούμενου, όχι ζωντανά, όχι ανεξέλεγκτα, αλλά μέσα σε ένα ντοκιμαντέρ, υπό πλήρη δημοσιογραφικό έλεγχο.
Και κάτι άλλο. Η λογοκρισία δεν «αγιοποιεί» τον Παπαχελά. Παραμένει δημοσιογράφος απολύτως ενταγμένος στο κυρίαρχο μπλοκ εξουσίας, με συγκεκριμένες ιδεολογικές και γεωπολιτικές αναφορές.
Όμως η εξέλιξη δείχνει κάτι σημαντικότερο: ότι υπάρχουν όρια τα οποία, όταν ξεπεραστούν –ακόμη και από συστημικούς παίκτες–, ενεργοποιείται ο σκληρός πυρήνας του κράτους. Εκεί που δεν υπάρχουν προσχήματα, αλλά μόνο απαγορεύσεις.
Η συνέντευξη Κουφοντίνα δεν συγχωρείται γιατί υπενθυμίζει ότι η Ιστορία δεν γράφτηκε μονομερώς, οι ηττημένοι δεν σιώπησαν, και το κράτος, παρά την καταστολή, δεν έχει νικήσει πολιτικά.
Κι αυτό, δεκαετίες μετά, παραμένει το μεγαλύτερο του άγχος.



Αφήστε μια απάντηση