Η επιτακτική ανάγκη η Αριστερά να πάρει θέση υπέρ της καταδίκης της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης και η κυβέρνηση να στηρίξει τη δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης, και να διασφαλίσει τη διεξαγωγή της δίκης σε συνθήκες κανονικότητας και όχι στο γνωστό κλίμα χρυσαυγίτικης τρομοκρατίας, βρέθηκε στο επίκεντρο της συζήτησης που διοργάνωσε ο Αντιφασιστικός Συντονισμός Αθήνας-Πειραιά το Σάββατο, στην κατάμεστη αίθουσα του Συλλόγου Αρχαιολόγων.
Στην «ακατανόητη πρεμούρα της προέδρου της Βουλής να επανεντάξει τη Χρυσή Αυγή στο πολιτικό σύστημα, να την απαλλάξει από το άγος της εγκληματικής οργάνωσης και να υπονομεύσει τη δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης», αναφέρθηκε ο δημοσιογράφος της «Εφ.Συν.» και του «Ιού» Δημήτρης Ψαρράς, επισημαίνοντας ότι η έμμεση συμπερίληψη της Χρυσής Αυγής στο όποιο «αντιμνημονιακό μέτωπο» και ευρύτερα στην «εθνική ομοψυχία» αφενός διαστρέφει την πραγματικότητα, αφού η οργάνωση στις κρίσιμες ψηφοφορίες στάθηκε στο πλάι των εφοπλιστικών και επιχειρηματικών συμφερόντων, και αφετέρου υιοθετεί την προπαγάνδα της Χρυσής Αυγής περί πολιτικών διώξεων.
Προσέθεσε επίσης ότι, αντίθετα με τον Ν. Δένδια, οι υπουργοί της τωρινής κυβέρνησης δεν διστάζουν να απαντούν στις ερωτήσεις των χρυσαυγιτών βουλευτών, ενώ ο υπουργός Επικρατείας Παναγιώτης Νικολούδης, απαντώντας σε ερώτηση-παγίδα του βουλευτή των ΑΝ.ΕΛΛ. Ν. Νικολόπουλου, δήλωσε ότι «δεν θα επιδιώξουμε ποτέ να αποδώσουμε συλλογική ευθύνη σε οποιοδήποτε κόμμα», αμφισβητώντας έτσι τον τρόπο άσκησης δίωξης της Χρυσής Αυγής.
Υπονόμευση της δίωξης
Για τους αριστερούς, λοιπόν, που άθελα ή ηθελημένα υπονομεύουν τη δίωξη της εγκληματικής οργάνωσης, ο Δ. Ψαρράς εξήγησε ότι κάποιοι το κάνουν από κομματικό κυνισμό (η Ακροδεξιά αποδυναμώνει εκλογικά τη Δεξιά), κάποιοι γιατί θεωρούν τις φασιστικές οργανώσεις ενεργούμενα των κρατικών μηχανισμών, και επομένως δεν ενδιαφέρονται να τις αντιμετωπίσουν (πόσο μάλλον τώρα που κυβερνά η Αριστερά), και άλλοι γιατί ταυτίζονται με τους διωκόμενους, ακόμα και αν είναι οι εγκληματίες ναζί.
Ο Νίκος Γιαννόπουλος (Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα) τόνισε τον κίνδυνο κλιμάκωσης της δράσης της Χρυσής Αυγής λόγω της συγκεκριμένης στάσης πολιτειακών παραγόντων, αλλά και της δράσης άλλων παρακρατικών φασιστικών οργανώσεων, στο πλαίσιο αγωνιστικής πλειοδοσίας στη Χρυσή Αυγή, και ζήτησε να απαγορευτούν ολικά οι ναζιστικές οργανώσεις.
Σαφή θέση υπέρ της καταδίκης της ηγεσίας της Χρυσής Αυγής ζήτησε από την Αριστερά ο Θανάσης Κούρκουλας (Κίνηση Απελάστε τον Ρατσισμό) και από την κυβερνώσα Αριστερά να διασφαλίσει ότι η δίκη δεν θα διεξαχθεί σε περιβάλλον τοπικής γιάφκας της Χρυσής Αυγής.
Σε παρέμβασή του, ο Βασίλης Παπαστεργίου (ομάδα δικηγόρων για τα δικαιώματα προσφύγων και μεταναστών) ζήτησε η συμμαχία κατά του φασισμού να μην περιορίζεται στις αντιθέσεις του κεντρικού πολιτικού επιπέδου, όπως μνημόνιο-αντιμνημόνιο, αλλά και να μη νομιμοποιούνται στο όνομα του αντιμνημονίου απόψεις που φλερτάρουν με τη Χρυσή Αυγή, ενώ ο Θανάσης Καμπαγιάννης (Πρωτοβουλία για την Πολιτική Αγωγή του Αντιφασιστικού Κινήματος) τόνισε ότι στην υπόθεση της Χρυσής Αυγής δεν τίθεται ζήτημα ποινικοποίησης της πρόθεσης, διότι δεν είναι μια οργάνωση που επιδίωκε την τέλεση εγκληματικών πράξεων, αλλά που τις τελούσε συστηματικά, και τάχθηκε ενάντια στην αποπολιτικοποίηση του φασιστικού φαινομένου από πλευράς κυβέρνησης μέσω του πετάγματος της μπάλας στη δικαστική εξουσία.
Αφήστε μια απάντηση