Λαός και λαοπλάνοι

Δύστυχε λαέ! Οι κατεργαραίοι σ’ εμεθήσανε καθώς μεθούν τα μελίσια και τα βάνουνε στο καλάθι… Σ’ εμεθήσανε και σ’ εκάμανε να πιστέψης πώς κάτι είσαι! Δύστυχε λαέ! ξέρεις τι είσαι! Εκείνο που είναι όλοι οι λαοί, εκείνο που εσταθήκανε οι λαοί πάντα, είσαι, θέλεις δε θέλεις, το κλοτσοσκούφι εκεινώνε που τους βαστά η ψυχή τους να σε παίζουνε. Μπορεί να μη σ’ αρέση τούτη η αλήθεια, μα δέξου τη γιατί είναι αλήθεια. Είναι πρικία μα κάνει καλό.

Εσύ έχεις παράπονα εναντίον εις εκείνους οπού έως τώρα σ’ εδιοικήσανε και τώρα εβγήκανε άλλοι οι οποίοι λέγονται φίλοι σου, και σου ζητούνε να σε διοικήσουν εκείνοι, και συ κατά το συνηθισμένο, γιατί έτσι οι λαοί κάνουνε πάντα, έτρεξες εις εδαύτους και τους ακολούθησες… Μα ξέρεις πώς πιάνουνε τους ελέφαντας; Πηένουνε δώδεκα στο κυνήγι, οι έξι ντυμένοι μαύρα, και οι έξι άσπρα, όντες ο ελέφαντας πέσει στο λάκκο το διορισμένονε τότες τρέχουνε οι έξι οι μαυροφόροι, και με ξύλα μεγάλα τόνε ραβδίζουνε. Αφού τόνε ραβδίσουνε καλά – καλά, τότες ‘βγαίνουνε οι ασπροφόροι, οι οποίοι καμόνουνται να διόχνουνε τους μαυροφορεμένους, χαϊδέβουνε τον ελέφαντα, του βάνουνε στο στόμα ζαχαροκούλουρα, και τότε βοηθούνε να έβγη από το λάκκο. Ο ελέφαντας τότες ακολουθάει μ’ εύγνωμοσύνη εκείνους όπου νομίζει ελευθεροτάδες του, κ’ ετούτοι τόνε φέρνουνε και τότε τόνε πουλούνε.

Άκουσες τώρα, λαέ, πώς οι άνθρωποι πιάνουνε τα θηρία; Ίδες, ή δεν ίδες σε τούτην τη διήγηση την εικόνα σου;

Ανδρέας Λασκαράτος – “Λαός και λαοπλάνοι”

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *