20 Νοέμβρη του 1991: Αλλο ένα φιάσκο της αστυνομίας, όταν συναντήθηκε με μέλη της 17 Ν.

Αλλο ένα μεγάλο φιάσκο της αστυνομίας είχαμε σαν σήμερα, στις 20 Νοέμβρη του 1991 όταν συναντήθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο τέσσερα μέλη της 17 Νοέμβρη με αρκετούς αστυνομικούς στα Σεπόλια.

Τότε, λίγο μετά τα μεσάνυχτα, το Κέντρο της Άμεσης Δράσης δέχθηκε τηλεφωνήματα από κατοίκους της περιοχής Σεπολίων, ότι τέσσερα άτομα κινούνταν ύποπτα στην οδό Ρόδου και τους έδιναν την εντύπωση ότι προσπαθούσαν να κλέψουν ένα κλειστό φορτηγάκι, που βρισκόταν εκεί.

Το αποτέλεσμα ήταν να καταφτάσουν τρία περιπολικά για να συλλάβουν τους … κλέφτες με αποτέλεσμα να δοθεί πραγματική μάχη ανάμεσα σε μπάτσους και μελών της 17 Νοέμβρη η οποία κατέληξε με τέσσερις τραυματισμένους αστυνομικούς και τα μέλη της Ε.Ο να διαφεύγουν.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ που υπήρχε τότε στα ΝΕΑ ένα περιπολικό της Άμεσης Δράσης με δύο αστυνομικούς πλήρωμα έσπευσε στο σημείο για τη σύλληψη των… κλεφτών. Ο αστυφύλακας Χρήστος Καδδάς κατέβηκε από το περιπολικό και με προτεταμένο όπλο φώναξε στους τρεις υπόπτους να σηκώσουν τα χέρια ψηλά.

Εκείνοι συμμορφώθηκαν και φάνηκε να υπακούουν. Την ίδια στιγμή ο δεύτερος αστυνομικός, αστυφύλακας Σωτ. Κώτσιας, βγήκε από το περιπολικό για να βοηθήσει το συνάδελφο του στη σύλληψη των τριών. Δεν πρόλαβε να κάνει ούτε βήμα. Από ένα αυτοκίνητο, πίσω από το οποίο ήταν κρυμμένος, πετάχτηκε αιφνιδιαστικά ένας ένοπλος. Με το 45άρι του ρίχνει στο ψαχνό. Οι αστυνομικοί δεν πρόλαβαν να αντιδράσουν. Τότε βρήκαν την ευκαιρία και οι άλλοι τρεις να βγάλουν τα όπλα τους και να ταμπουρωθούν πίσω από ένα αυτοκίνητο.

Ακολούθησε μάχη με ανταλλαγή πυροβολισμών. Για ενίσχυση έσπευσε και δεύτερο περιπολικό. Ο ένας αστυνομικός τραυματίσθηκε μόλις κατέβηκε από το περιπολικό, ενώ ο δεύτερος πρόλαβε και πυροβόλησε εναντίον των τρομοκρατών. Οι δράστες όμως έσπασαν τον αστυνομικό κλοιό με μια χειροβομβίδα και προσπάθησαν να διαφύγουν.

Τότε κατέφθασε και τρίτο περιπολικό. Ψύχραιμοι οι τρομοκράτες πυροβολώντας με το 38άρι τους πέρασαν και αυτό το μπλόκο, αφήνοντας πίσω τους τραυματισμένο στην κοιλιά τον αστυνομικό Παπαφώτη.

Στην οδό Αυλώνος οι ένοπλοι ακινητοποιούν ένα ταξί, κατεβάζουν οδηγό και πελάτη και εξαφανίζονται προς την οδό Αγίου Μελετίου. Τυχαία στον δρόμο διαφυγής τους συναντώνται με το περιπολικό που μεταφέρει τον τραυματία αστυνομικό στο νοσοκομείο. Νομίζοντας ότι τους καταδιώκει εκτοξεύουν άλλες δυο χειροβομβίδες. Το περιπολικό ακινητοποιείται και οι δράστες εξαφανίζονται.

Αναφέρει στο βιβλίο του “Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη” ο Δημήτρης Κουφοντίνας:

Εκείνο το βράδυ στα Σεπόλια έγιναν πολλές αναποδιές.

Ήμασταν τέσσερις, είχαμε επισημάνει μια καμιονέτα. Στην οδό Αυλώνος, όπως κατεβαίναμε από τη Ρόδου. Τα δύο περιπολικά είχαν κατεβεί από την οδό Ρόδου. Το πρώτο προσπέρασε τη γωνία με την Αυλώνος, ύστερα έκανε όπισθεν.

Πετάχτηκε ένας, ο καουμπόης. Με προτεταμένο το περίστροφο και την αλαζονεία της εξουσίας διέταξε «Ψηλά τα χέρια». Λάθος πόρτα χτύπησε. Βουτήξαμε πίσω από τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Ανταλλάξαμε πυροβολισμούς. Ο καουμπόης καλύφθηκε. Νομίζω τον πήρε μια σφαίρα. Αργότερα, μετά τους πυροβολισμούς του εναντίον μου. Καλύφθηκαν και οι άλλοι από τα δύο περιπολικά που κατέβηκαν τη Ρόδου. Ρίχναμε αραιά πυρά – δεν είχαμε πολλές σφαίρες. Μία μία, να τους κρατάμε καθηλωμένους όσο αποχωρούσαμε.

Υποχωρούσαμε στην Αυλώνος. Πήρα μια χειροβομβίδα από ένα σύντροφο. Την πέταξα πίσω από τους οχυρωμένους αστυνομικούς. Πάνω που είχαν ξεθαρρέψει και έβγαιναν από το καβούκι τους. Λούφαξαν ξανά. Ο ένας από αυτούς είχε βγει στη μέση του δρόμου με το αυτόματο, έτοιμος να ρίξει. Θα μας χτυπούσε, θα χτυπούσε και το συγκεντρωμένο κόσμο πίσω μας.

Έριξα τη χειροβομβίδα εκεί, για να λουφάξει. Ανάμεσά τους. Εκεί δεν υπήρχε κόσμος, δεν κινδύνευε κανένας, μόνο οι αστυνομικοί τραυματίστηκαν, τρόμαξαν, κρύφτηκαν. Υποχωρήσαμε στην Αυλώνος, προς Αθήνα. Πολλά αυτοκίνητα είχαν σταματήσει, έκλειναν το δρόμο. Μπροστά ήταν ένα παλιό ταξί. Βγάλαμε τον πελάτη του. Βγάλαμε τον ταξιτζή. «Μια στιγμή να πάρω τις εισπράξεις», «Καλά, πάρ’ τες».

Οι αστυνομικοί από τη μεριά της Ρόδου πήγαν να ξεμυτίσουν. Τους φώναξα «Ρίχνω κι άλλη χειροβομβίδα». Ξαναλούφαξαν. Πρώτος αυτός με το αυτόματο. Ένα -τρίτο ή τέταρτο;- περιπολικό ήρθε στην Αυλώνος από τη μεριά της Αθήνας. Μπλοκαρίστηκε από τα σταματημένα αυτοκίνητα. Κατέβηκαν, μας έριχναν από πίσω, από δυο τρία μέτρα απόσταση. Ανταποδώσουμε τα πυρά. Ξεκίνησα αργά, έστριψα αριστερά, στη Χρηστομάνου, ξανά αριστερά στη Δυρραχίου, ξανά αριστερά, πήρα την Αγίου Μελετίου. Ακούσαμε σειρήνα πίσω μας. Είπα να πετάξουν χειροβομβίδες.

Δεν μας κυνηγούσαν, μετέφεραν τους τραυματίες τους. Όταν άκουσαν τις εκρήξεις, εξαφανίστηκαν με ιλιγγιώδη ταχύτητα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *