Συμπληρώνονται σήμερα τέσσερα χρόνια από την ημέρα που άφησε την τελευταία του πνοή ο Μίκης Θεοδωράκης.
Να το ξεκαθαρίσουμε απ’ την αρχή. Ο δικός μας Θεοδωράκης είναι ο αγωνιστής που φυλακίστηκε, ο καλλιτέχνης που εμπνεύστηκε από τους αγώνες του λαού, ο συνθέτης που δημιούργησε τη μουσική επένδυση των ονείρων μας. Αυτός ήταν για μας ο Μίκης και έτσι θέλουμε να παραμείνει στη μνήμη μας.
«Αργότερα βέβαια, ήρθε η ιδεολογικοπολιτική ήττα, η παραίτηση και η ενσωμάτωση για πολλούς», έγραφε σε ένα κείμενό του ο σύντροφος Τάσος Κατσαρός.
Εμείς όμως προτιμούμε την εικόνα με την οποία θέλησε ο ίδιος ο Μίκης Θεοδωράκης να φύγει από τη ζωή. Κάποια χρόνια πριν τον θάνατό του, σε μια συνέντευξη του έλεγε: «Στον τάφο μου θέλω να γράφει “Πολέμησε τον Δεκέμβρη”». Και βέβαια δεν μπορεί να προσπεραστεί η τελευταία του δημόσια παρακαταθήκη, η επιστολή που έστειλε προς τον Δ. Κουτσούμπα με τον τίτλο: «Θέλω να αφήσω τον κόσμο αυτόν σαν κομμουνιστής».
Εμείς κρατάμε τον Μίκη που τραγούδησε τον Ρίτσο, τον Λειβαδίτη, τον Ελύτη. Που έκανε ποίηση και μουσική σημαία του λαού και σάλπισμα αντίστασης. Τον Μίκη που ύψωσε το ανάστημά του απέναντι στη χούντα, που βγήκε μπροστά στους δρόμους, που πλήρωσε με φυλακές και εξορίες την αφοσίωσή του σε έναν κόσμο δίκαιο.
Ο Θεοδωράκης δεν ήταν άγιος ούτε αλάθητος. Είχε αντιφάσεις, είχε επιλογές που μας πλήγωσαν. Όμως στο τέλος της διαδρομής, εκείνος επέλεξε να επιστρέψει στον τόπο που ανήκε πάντα: στην αριστερά, στους αγώνες, στους κομμουνιστές, στη μεριά του λαού. Αυτό μετράει. Αυτό είναι η παρακαταθήκη του.
Τέσσερα χρόνια μετά, τον θυμόμαστε όπως θέλησε ο ίδιος:
Σαν τον Μίκη που πολέμησε τον Δεκέμβρη. Σαν τον Μίκη που θέλησε να φύγει από τη ζωή ως κομμουνιστής. Σαν τον Μίκη που μας δίδαξε ότι η τέχνη δεν είναι ουδέτερη – είναι όπλο στα χέρια του λαού.

________________________________
Η δύναμη της μουσικής του Μίκη
Της Γ. Λ.
Ποιος ήταν ο “ήλιος της δικαιοσύνης” και ποια η “Μυρσίνη” που ήταν και “δοξαστική”;
Το μόνο που καταλαβαίναμε ήταν το: “μη λησμονάτε τη χώρα μου”.
Όλα τ’ αλλά σκόρπιες λέξεις, φύρδην μίγδην στο παιδικό μας μυαλό, που ερχόταν η μουσική να τις ενώσει και να τις χώσει βαθιά μες στην ψυχή μας.
Έτσι βρεθήκαμε να τραγουδούμε ποίηση που ξέφευγε από όσα ξέραμε, ποίηση που δεν καταλαβαίναμε …
Αξια έγιναν “τα παιδιά με τα πρησμένα πόδια που τους έλεγαν αλήτες” του Ελύτη και “το πέτρινο πεζούλι…” που υποτιμούσαμε ….
Ο Επιτάφιος και η μεγάλη βδομάδα ενώθηκε με τους απεργούς καπνεργάτες του Ρίτσου …
Η άνω τελεία στο Περιγιάλι το κρυφό του Σεφέρη κράτησε τη ζωή μας όταν το Πνευματικό εμβατήριο του Σικελιανού συνέπαιρνε τα πάθη και τα πλήθη … μας γνώρισε τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των χιτλερικών μέσα από το Μαουτχάουζεν του Καμπανέλλη …
Την υπόσχεση πως κάποιους θα τους ξαναδούμε του Μιχάλη Κατσαρού και τα χαμένα όνειρα του Μανώλη Αναγνωστάκη...
Τραγουδήσαμε για τους Ελευθερωτές της Λατινικής Αμερικής του Νερούδα, και το Γελαστό παιδί του Μπέρτραντ Μπιαν από την Ιρλανδία που έγινε ένα με τα δικά μας παιδιά
Ένας οικουμενικός Έλληνα, αναγνωρισμένος από την Παλαιστίνη και την Κούβα μέχρι τη Νότιο Αφρική και τη Σουηδία, από την Ιαπωνία μέχρι την Αμερική…
Ένας αγωνιστής, επονίτης μακρονησιωτης, Λαμπράκης … κι αν κάποιες φορές λιποτάκτησε από την συνοικία των ονείρων του, δεν έχασε στιγμή τον μουσικό του δρόμο, αυτόν που μας δίδαξε την ποίηση και την ιστορία των αγωνιστών όπου γης…
Αυτή η δύναμη της μουσικής ανοίγει την “πόρτα για της γης τους θλιμμένους” και τον πάει στη γειτονιά των αγγέλων.
Αφήστε μια απάντηση