Του Γιώργου Κ. Καββαδία
Έχουν περάσει πέντε χρόνια από τότε που η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και το ΥΠΑΙΘΑ με ορυμαγδό νομοθετικών μέτρων και ένα απίστευτο κρεσέντο αυταρχισμού και πολιτικοσυνδικαλιστικών διώξεων που θυμίζει τις πιο σκοτεινές περιόδους της νεοελληνικής ιστορίας, επιδιώκουν να αναστήσουν τον «άταφο νεκρό» της εκπαίδευσης, δηλαδή την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
Οι διαδικασίες υλοποίησης της αξιολόγησης – χειραγώγησης – κατηγοριοποίησης εκπαιδευτικών και σχολείων προχωρούν με «ρυθμούς χελώνας», όπως παραδέχεται και η φιλοκυβερνητική «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» (Πέμπτη 21-8-2025). Ενδεικτικά στο ρεπορτάζ αναφέρεται ότι η έλλειψη των απαραίτητων αξιολογητών οδήγησε στην απόφαση να παραταθεί η θητεία έως τις 31.8.2026 των εκπαιδευτικών που υπηρετούν σε Πρότυπα ή Πειραματικά σχολεία και δεν ολοκλήρωσαν το σχολικό έτος 2024-2025 την αξιολόγησή τους στη γενική και ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου (πεδίο Α1). Και αυτό λόγω του μη ορισμού συμβούλου εκπαίδευσης της ειδικότητάς τους, ώστε να τους αξιολογήσει.
Ως γνωστόν ο νόμος 4823/2021 τέθηκε σε ισχύ πριν από τρία χρόνια, η διαδικασία προχωρά εξαιρετικά αργά: με τους σημερινούς ρυθμούς, εκτιμάται ότι θα χρειαστούν περίπου δέκα χρόνια για να αξιολογηθούν όλοι οι 140.000 μόνιμοι εκπαιδευτικοί της χώρας. Αυτό είναι παραδεκτό και από την Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (ΑΔΙΠΠΔΕ) και το Υπουργείο Παιδείας που αναγνωρίζει ότι μέχρι στιγμής έχουν αξιολογηθεί μόνο λίγοι εκπαιδευτικοί, γεγονός που οφείλεται σε δύο βασικούς παράγοντες: Στην αντίσταση των εκπαιδευτικών, που από την αρχή στάθηκαν απέναντι στο νέο θεσμικό πλαίσιο, εκφράζοντας φόβους ότι η αξιολόγηση θα εντείνει την πίεση και θα οδηγήσει σε πειθαρχικές συνέπειες ή διαφοροποιήσεις στη βαθμολογική-μισθολογική εξέλιξη. Στη γραφειοκρατική φύση του συστήματος, με τους 750 συμβούλους εκπαίδευσης να αδυνατούν να καλύψουν τον όγκο του έργου, ενώ ταυτόχρονα αντιμετώπιζαν και δυσκολίες συνεργασίας με τους εκπαιδευτικούς.
Για τον εξωραϊσμό του πανοπτικού και αυστηρά ιεραρχικού συστήματος αξιολόγησης εξαγγέλλονται μέτρα «εξωραϊσμού», όπως: Σύνδεση δύο πεδίων αξιολόγησης: το διδακτικό-παιδαγωγικό έργο και το παιδαγωγικό κλίμα/διαχείριση της τάξης θα αποτελούν ενιαίο αντικείμενο. Αραιότερη συχνότητα: η αξιολόγηση θα πραγματοποιείται ανά τέσσερα χρόνια αντί για δύο. Και άλλα προς αποφυγήν γραφειοκρατικών καθυστερήσεων.
Στρατηγικός στόχος να οικοδομήσουν ένα πανοπτικό μοντέλο αξιολόγησης/αυτοαξιολόγησης. Επιδιώκουν να μετατρέψουν τους εκπαιδευτικούς σε «άβουλους και μοιραίους», «yes men», υπαλλήλους που -πάσχοντας από μόνιμη οσφυοκαμψία- ευθυγραμμίζονται με την εκπαιδευτική πολιτική της εκάστοτε κυβέρνησης και την επίσημη κρατική διδακτική. Αυτό τον ρόλο παίζει η Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε.), που θεσμοθετήθηκε με τον ν. 4112/2013 και τον διατήρησαν οι κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Υλοποιεί τον κοινό στόχο όλων των κυβερνήσεων και υπουργών παιδείας εδώ και δεκαετίες του φθηνού, ευέλικτου, πειθαρχημένου σχολείου, των ταξικών φραγμών και του εξεταστικού μινώταυρου, του αποκλεισμού μεγάλου μέρους του μαθητικού πληθυσμού από το δημόσιο αγαθό της μόρφωσης, με βάση τις κατευθύνσεις ΕΕ – ΟΟΣΑ.
Η αλήθεια είναι παρά τους ευφημισμούς και τις αγιογραφικές διακηρύξεις των εκάστοτε κυβερνήσεων ότι η αυτοαξιολόγηση /αξιολόγηση, όπου και αν εφαρμόστηκε και παρά την επένδυση με χίλιες δυο «αθώες» έννοιες συνδέθηκε με ένα ασφυκτικό σύστημα αξιολόγησης που αποτελεί κεντρικό μηχανισμό ανατροπής των εργασιακών σχέσεων, ιδεολογικής χειραγώγησης και κατηγοριοποίησης σχολείων εκπαιδευτικών και μαθητών, εργαλείο βαθμολογικής- μισθολογικής καθήλωσης και απολύσεων. Σε ένα ιεραρχικό – ταξικό εκπαιδευτικό σύστημα στο πλαίσιο της καπιταλιστικής κοινωνίας δεν υπάρχει «κακή» ή «καλή» αξιολόγηση, αξιολόγηση που «βοηθάει» και αξιολόγηση που «δε βοηθάει». Αυτή δεν μπορεί παρά να είναι ιεραρχική – συμμορφωτική και να συμπυκνώνει την ανισότητα και την αυταρχική επιβολή των κυρίαρχων τάξεων επιδιώκοντας να διασφαλίσει την ταξική λειτουργία της εκπαίδευσης.
Η «αξιολόγηση» του πρωθυπουργού για «ανθρώπους με ποιότητα», όπως ο Δ. Μελάς του ΟΠΕΚΕΠΕ
«Είδατε ανθρώπους που ο καθένας τους έχει μία ξεχωριστή διαδρομή. Είδατε ανθρώπους με ποιότητα, και αυτό ξεχωρίζει τη ΝΔ από τα υπόλοιπα κόμματα» έλεγε ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης. Με αυτά τα λόγια αξιολογούσε τον Δημήτρη Μελά, ο οποίος διατέλεσε πρόεδρος του ΟΠΕΚΕΠΕ διαφημίζοντας ταυτόχρονα το ψηφοδέλτιο της ΝΔ που… ξεχώριζε από τα υπόλοιπα κόμματα. Στην παρουσίαση του ευρωψηφοδελτίου της ΝΔ, ο Δημήτρης Μελάς στη σύντομη ομιλία του, τόνισε πως «πρώτα από όλα νοιώθω πολύ περήφανος που ο πρόεδρος επέλεξε να με εντάξει σε ένα ευρωψηφοδέλτιο υψηλής ποιότητας, τόσο σοβαρό, τόσο αξιόπιστο τόσο καθαρό». Ο Κυριάκος Μητσοτάκης πήρε στη συνέχεια τον λόγο, και εξήρε όλους όσους πλαισίωναν το ευρωψηφοδέλτιο της ΝΔ, μεταξύ αυτών και τον κ. Μελά.
Ο «φραπές» ο «χασάπης» και οι «ά(χ)ριστοι αξιολογητές»
Στη δημοσιότητα έρχονται διάλογοι για το σκάνδαλο στον ΟΠΕΚΕΠΕ που αποκαλύπτουν πως εκατομμύρια ευρώ χορηγούνταν σε παράνομες επιδοτήσεις, με «γαλάζιους» Κρητικούς συνδικαλιστές και κομματάρχες όπως ο «φραπές» και ο «Χασάπης» που φαίνονται πως έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Μάλιστα, σε βίντεο του 2019 που φέρνει στο φως το Documento, οι «φραπές» και «χασάπης» καταγράφονται να κάθονται σε τραπέζι δίπλα-δίπλα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον πρώην υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και ελεγχόμενο, πλέον, από την ευρωπαϊκή εισαγγελία για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, Λευτέρη Αυγενάκη. (ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ)
Και συνεχίζουμε: «Στην «τσιμπίδα» της Αρχής για το Ξέπλυμα Μαύρου Χρήματος βρίσκονται πάνω από 200 πρόσωπα, ανάμεσά τους υψηλόβαθμοι δημόσιοι υπάλληλοι, όπως διευθυντές Υπουργείων και δημοσίων υπηρεσιών, οι οποίοι μέσω 10 περίπου στοιχηματικών εταιρειών ξέπλεναν ποσά που έφταναν ακόμη και το 1 εκ. ευρώ.» Τα παραπάνω μεταξύ άλλων αναφέρει το ρεπορτάζ της ert.gr. Αλλά και σε πρόσφατα ρεπορτάζ διαβάζουμε και ακούμε: «Αστυνομικοί, στρατιωτικοί και παπάδες διατηρούσαν μαφιόζικο κύκλωμα στην Κρήτη…» «Κύκλωμα αστυνομικών διακινούσε κατασχεμένα ναρκωτικά με κέρδη πάνω από 5 εκατομμύρια…»
…Και οι εκπαιδευτικοί
Οι «φραπές» και «χασάπης», οι πρωταγωνιστές του σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ και τόσων άλλων, όλοι αυτοί οι άνθρωποι «με ποιότητα» σύμφωνα με τα λόγια του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη συνδέονται άρρηκτα με τους «ά(χ)ριστους αξιολογητές» και την «αξιολόγηση» στην εκπαίδευση. Την ίδια ώρα που συμβαίνουν όλα αυτά τα … ωραία, ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης απειλεί τους εκπαιδευτικούς και τους δημόσιους υπάλληλους με άρση της μονιμότητας με στόχο τη χειραγώγηση και την υποταγή τους. Ως γνωστόν είχε δηλώσει μεταξύ άλλων για την «αξιολόγηση των εκπαιδευτικών»: «ειδικά για την κατηγορία εκείνων των εκπαιδευτικών που αρνούνται επί της αρχής να αξιολογηθούν[…] εάν κάποιος αρνείται επί της αρχής να αξιολογηθεί, δεν πρέπει να έχει θέση στο δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης». Μια δήλωση που αναιρεί ακόμα και τον δικό του νόμο 4823/21 απαιτώντας ουσιαστικά πιστοποιητικό πολιτικών και κοινωνικών φρονημάτων. Το δόγμα Μητσοτάκη είναι σαφές: Όποιος διαφωνεί με την κυβέρνηση και την πολιτική της απολύεται!
Στην κατεύθυνση αυτή με τον νέο πειθαρχικό- κατασταλτικό κώδικα:
Θεσμοθετούνται κατηγορίες για «αναξιοπρεπή συμπεριφορά», «απείθεια», «κακόβουλη άσκηση κριτικής στην προϊσταμένη αρχή», «παραβίαση εχεμύθειας» με τις οποίες ήδη έχουν στηθεί διώξεις συνδικαλιστών οι οποίοι είτε αρθρογράφησαν σε κοινωνικά δίκτυα ή ΜΜΕ ασκώντας κριτική σε κυβέρνηση, υπουργούς ή άμεσους προϊσταμένους τους ή λόγω δημόσιας έκφρασης υποστήριξης διωκόμενων από συναδέλφους τους, ή μετά από ανώνυμες καταγγελίες γονέων ακόμα κι όταν αυτές ήταν ανυπόστατες και αναπόδεικτες ή ακόμα και για απρεπή …ενδυμασία. Οι παραπάνω κατηγορίες μάλιστα ταυτίζονται και επισύρουν ανάλογες ποινές με ποινές για αδικήματα όπως υπεξαίρεση δημόσιου χρήματος, διαφθορά, πλαστογραφία, παιδεραστία.
Έτσι αν ένας/μία εκπαιδευτικός καταγγελθεί ανώνυμα από κάποιον γονέα όπως και αν ο ίδιος ασκήσει επώνυμα κριτική στη διοίκηση επειδή πχ υπάρχουν κενά σε εκπαιδευτικούς ή βοηθητικό προσωπικό και μένουν ακάλυπτοι μαθητές του/ης θα διώκονται ισάξια με κάποιους που έχουν εμπλακεί στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ ή στο πλιάτσικο του ταμείου Ανάκαμψης ή στη συγκάλυψη του εγκλήματος των Τεμπών.
Δεν είναι δυνατόν να πιστεύουμε ότι μπορεί να υπάρχει «αντικειμενική», «αξιοκρατική» αξιολόγηση από το αστικό κράτος της σήψης, της ρεμούλας, των σκανδάλων και της καταστολής! Δεν είναι τυχαίο ότι ο πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του διπλασίασαν στα χρόνια διακυβέρνησής τους μετακλητούς υπαλλήλους (από 1.700 έγιναν 3.350) βάζοντας στο στόχαστρο τη μονιμότητα. Στόχος να διαμορφώσουν μια άκρως ελεγχόμενη διοίκηση, με κομματικές εντολές, πιέσεις από την πολιτική ηγεσία στους υπηρεσιακούς υφισταμένους, διώξεις με τον μανδύα του πειθαρχικού χαρακτήρα, ένα κράτος ασφυκτικά ελεγχόμενο από την κυβέρνηση για να επιτελεί την ταξική του λειτουργία. Για αυτό και η αξιολόγηση δεν είναι μια ουδέτερη διαδικασία, μια διαδικασία προώθησης της αξιοκρατίας. Αντίθετα φροντίζει για την ανέλιξη των «ημετέρων» που ακολουθούν υπάκουα με σκοπό τη χειραγώγηση και πειθάρχηση των υπολοίπων.
Τα όσα τραγελαφικά συνέβησαν κατά τις τελευταίες κρίσεις των Διευθυντών σχολείων δεν εκπλήσσουν όποιον έχει στοιχειώδη γνώση της λειτουργίας του ιεραρχικού και κομματικά υποταγμένου διοικητικού μηχανισμού της εκπαίδευσης. Είναι, όμως εξαιρετικά αποκαλυπτικά για τον ρόλο του διοικητικού μηχανισμού της εκπαίδευσης και της διαβόητης αξιολόγησης. Οι διευθυντές αναλαμβάνουν θέσεις μέσα από διαδικασίες «αξιολόγησης» και για να ασκήσουν τον ρόλο τους ως «αξιολογητές». Μετατρέπονται με το γράμμα και το πνεύμα του νόμου από συνάδελφοι σε ανάδελφοι. Οι κυβερνήσεις αλλάζουνε, μα ο διοικητικός μηχανισμός της εκπαίδευσης δεν μπορεί παρά να είναι το φέουδο της εκάστοτε κυβέρνησης κατά αναλογία με τον κρατικό μηχανισμό. Ειδικότερα η εκάστοτε κυβέρνηση στοχεύει στη συγκρότηση ενός αυταρχικού και ιεραρχικού διοικητικού μηχανισμού της εκπαίδευσης πλήρως ελεγχόμενου που δεν υλοποιεί απλά και μόνο την κυβερνητική πολιτική, αλλά λειτουργεί ως μηχανισμός επιτήρησης, αυταρχικού ελέγχου και χειραγώγησης των εκπαιδευτικών στη βάση των πελατειακών σχέσεων και του ρουσφετιού.
Στελέχη του διοικητικού μηχανισμού που προσχηματικά χρησιμοποιούν εκπαιδευτικούς τίτλους έχοντας μετατραπεί σε θιασώτες των πιο μαύρων καθεστώτων της ιστορίας που στη σημερινή εκδοχή τους είναι ακόμη πιο σκληρά κι αδίστακτα, αφού έρχονται να υλοποιήσουν πολιτικές βαθιά ταξικές και αντικοινωνικές σε ένα πραγματικά ολοκληρωτικό καθεστώς που επιχειρείται να εγκατασταθεί τη χώρα. Στελέχη που υλοποιούν την κυβερνητική πολιτική υιοθετώντας τις αντιδραστικές πρακτικές του εκφοβισμού, της τρομοκράτησης και των απειλών και της ποινικοποίησης των αγώνων, με τα χουντικής κοπής μέτρα των πειθαρχικών διώξεων των συνδικαλιστών και των απεργών συναδέλφων, με τις αγωγές εναντίον των συνδικαλιστικών οργάνων κλπ. Επιβεβαιώνεται στην πράξη ότι απαξιώνουν και τις συνταγματικά κατοχυρωμένες συνδικαλιστικές και πολιτικές ελευθερίες, έτσι ώστε η πολιτική της φτώχειας που μετατρέπει το μισθό σε επίδομα και της συρρίκνωσης του δημόσιου σχολείου να συμπορεύεται με την αξιολόγηση, τις διώξεις και μέτρα καταστολής!
Ενσωματώνονται οι νέοι διευθυντές στο σώμα των «πραιτωριανών» μαζί με τους Συμβούλους Εκπαίδευσης αναλαμβάνοντας ρόλο «αξιολογητή» που κατηγοριοποιεί τους εκπαιδευτικούς, παίζοντας ακόμα και με το ψωμί τους και τα σχολεία. Κατηγοριοποιεί τους εκπαιδευτικούς σε «μη ικανοποιητικούς» «ικανοποιητικούς», «πολύ καλούς», «εξαιρετικούς» προκαλώντας ανταγωνισμούς και συγκρούσεις εθίζοντας στη δουλοπρέπεια, την αυλοκολακεία και διαμορφώνοντας κλίμα υποταγής, αυστηρής πειθάρχησης και ελέγχου. Βασικό κριτήριο στην επιλογή στελεχών εκπαίδευσης είναι η υποταγή στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς με την επιβολή της «αξιολόγησης».
Για αυτό και προσπαθούν με την επιβολή της αξιολόγησης, με το φόβο και τις απειλές, να υποτάξουν τους εκπαιδευτικούς για να διαλύσουν το σχολείο και τα εργασιακά μας δικαιώματα. Η αξιολόγηση αποτελεί κεντρικό μηχανισμό ανατροπής εργασιακών σχέσεων, ιδεολογικής χειραγώγησης και κατηγοριοποίησης σχολείων εκπαιδευτικών και μαθητών. Η ευκαμψία της μέσης και το τρίπτυχο συμμόρφωση – υποταγή πειθάρχηση συνθέτουν τη συνταγή της επιτυχίας.
Έτσι, λοιπόν, οι εκπαιδευτικοί έχουν κάθε λόγο, αλλά είναι δικαίωμα και καθήκον τους, να αντισταθούν στον ασφυκτικό έλεγχο του νεο-επιθεωρητισμού. Γιατί «ο δάσκαλος που θα υποχρεωθεί να καταπνίξει τη σκέψη του θα γίνει διπλά σκλάβος ή θα καταντήσει ένας ψυχικά ανάπηρος άνθρωπος, ανίκανος να μορφώσει άλλους» (Δ. Γληνός). Aπορρίπτοντας την «αξιολόγησή» τους, οι εκπαιδευτικοί απορρίπτουν την αξιο (κατά)λόγηση – χειραγώγηση και κατηγοριοποίηση εκπαιδευτικών και σχολείων. Υπερασπίζονται το Δημόσιο Σχολείο, την παιδαγωγική και επαγγελματική τους αξιοπρέπεια και προοπτική. Γ
ια αυτό και με τη συλλογική τους αντίσταση, στέλνουν μήνυμα ότι έχουν χρέος να επιτελούν -με ελεύθερη σκέψη και αίσθημα κοινωνικής ευθύνης- το έργο του δασκάλου και όχι το έργο του σκυμμένου, υποταγμένου υπάλληλου ιδεολογίας. Για ένα σχολείο χωρίς ταξικούς φραγμούς και διακρίσεις. όπου πρωταρχική σημασία έχει ο πνευματικός εξοπλισμός των μαθητών, η καλλιέργεια «ελεύθερων και δημοκρατικών πολιτών», έτσι ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν κριτικά την κοινωνία με την ενεργή συμμετοχή τους και παρέμβαση σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής δραστηριότητας για να την αλλάξουν με βάση τις ανάγκες και τα δικαιώματά τους! Χωρίς εκπαιδευτικές ψευδαισθήσεις αλλά με βαθιά συνείδηση ότι το πρόβλημα της εκπαίδευσης είναι κοινωνικοπολιτικό και συνδέεται άρρηκτα με τους κοινωνικούς αγώνες για την ανατροπή της καπιταλιστικής κοινωνίας.
Αφήστε μια απάντηση