Ταξίδι Τσίπρα σε ΗΠΑ: Επικίνδυνα υπερατλαντικά παιχνίδια – Προσφέροντας γην και ύδωρ

d4efbecd7966Τρία ενδιαφέροντα κείμενα διαβάσαμε σήμερα τα οποία αναφέρονται στο ταξίδι του Α. Τσίπρα στην Αμερική.

Τα παραθέτουμε

Επικίνδυνα υπερατλαντικά παιχνίδια

Γιώργος Παπαϊωάννου – «Δρόμος της Αριστεράς»

Η αναθέρμανση των σχέσεων με τις ΗΠΑ, μόνο την ασφάλεια της χώρας δεν εγγυάται
Οι απολογισμοί για την παρουσία της ελληνικής αντιπροσωπίας και του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στις ΗΠΑ έχουν ξεκινήσει, όπως είναι φυσικό, πριν ακόμα το υπερατλαντικό ταξίδι ολοκληρωθεί. Η κυβερνητική πλευρά εκθειάζει τα αποτελέσματα των επαφών που πραγματοποίησε, τα περισσότερα ΜΜΕ μετράνε κέρδη και ζημιές στο επίπεδο της επικοινωνίας ή της «προσέλκυσης επενδυτών», ενώ η αντιπολίτευση αναλώνεται κυρίως σε μικροπολιτικές τριβές για την ελληνική παρουσία.

Είναι, όμως, εμφανές ότι όσα συνέβησαν έχουν βαθύτερη σημασία και αφορούν κατά κύριο λόγο στις εξελίξεις που σημειώνονται στη σχέση της χώρας με τη «μεγάλη σύμμαχο». Η σημαντική αποκάλυψη της Καθημερινής την περασμένη Κυριακή, δίνει το πλαίσιο των ελληνοαμερικανικών σχέσεων την περίοδο της περίφημης διαπραγμάτευσης με τους ευρωπαϊκούς «θεσμούς» και το Βερολίνο.
Μια βδομάδα πριν αποκαλυφθεί το απόρρητο τηλεγράφημα του Έλληνα πρέσβη στην Ουάσιγκτον, συζητώντας με το δημοσιογράφο και συγγραφέα Δ. Κωνσταντακόπουλο μας επισήμαινε χαρακτηριστικά:

«Ο ρόλος των ΗΠΑ είναι τεράστιος στην περίπτωση της ελληνικής κρίσης και είναι παρασκηνιακός. Οι ΗΠΑ, μαζί με το ΔΝΤ, είναι από τους κερδισμένους της ελληνικής κρίσης. Οι ΗΠΑ είχαν, κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης, παρασκηνιακή επιρροή πάνω στον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν μπορεί να αποδειχτεί ακριβώς, με την έννοια των απτών αποδείξεων, αλλά είναι προφανές γιατί υπάρχει ένα ερώτημα: Από πού κι ως πού ο Αλ. Τσίπρας περίμενε ότι θα πάρει την κυβέρνηση και θα κάνει συμφωνία. Πού βάσιζε τη βεβαιότητα αυτή; Από κάπου είχαν διαβεβαιώσεις και ο μόνος που θα μπορούσε να τις έχει δώσει αυτές τις διαβεβαιώσεις είναι ο υπερατλαντικός σύμμαχος». Μια βδομάδα μετά, ήρθε μια πρώτη δόση «απτών αποδείξεων». Ουάσιγκτον και Αθήνα βρίσκονταν σε ανοιχτή επικοινωνία καθ’ όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων στις Βρυξέλλες και οι ΗΠΑ «συμβούλευαν» την ελληνική κυβέρνηση στις συνομιλίες της με το Βερολίνο.

Στην παγίδα των ΗΠΑ

Ας μη βιαστεί κανείς να πει ότι κάτι τέτοιο δεν είναι από μόνο του κακό, αφού οι αντιθέσεις ΗΠΑ-Γερμανίας θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για κάποια επίλυση του ελληνικού προβλήματος και ειδικά του ζητήματος του χρέους. Το περιεχόμενο όσων αναφέρει το απόρρητο τηλεγράφημα, δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών, καθώς οι «συμβουλές» των ΗΠΑ ομολογείται, πλέον, ότι αποσκοπούσαν σε μια «συνετή» στάση της Ελλάδας κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, αφού η αμερικανική πλευρά ανέμενε «βήματα της ελληνικής πλευράς, επί τη βάσει των ήδη συμπεφωνημενών», πιέζοντας την Αθήνα «να αποφύγει να αντιπαραταχθεί μετωπικά με το Βερολίνο».
Από αυτή την άποψη, δεν αποδείχτηκαν άστοχα όσα γράφαμε ήδη από τον περασμένο Απρίλιο:

«Το γεωπολιτικό παιχνίδι είναι πιο πολυσύνθετο, απαιτεί εκτιμήσεις βάσει δεδομένων, προσεκτικά βήματα και προετοιμασία κάθε βήματος, και βεβαίως μια εκτίμηση ότι μερικοί που παριστάνουν τους φίλους μπορεί να οδηγούν σε παγίδες. Τα ταξίδια στις ΗΠΑ, οι επαφές με το ΔΝΤ και οι εγγυήσεις προς αυτούς, δεν τους ουδετεροποιούν όσον αφορά το πρόβλημά μας απέναντι στην Ε.Ε. Ιδιαίτερα σε στιγμές που στήνεται η ομπρέλα του ευρωατλαντισμού και προωθείται η διαρκής απομόνωση της Ρωσίας. Η “συνέχεια” της πολιτικής του ελληνικού κράτους ως μέλους του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. θα δοκιμαστεί από αποφάσεις και πιέσεις ευθυγράμμισης». (Ρ. Ρινάλντι, Ο στραγγαλισμός και το τέλος των αυταπατών, 18 Απριλίου 2015) Έτσι, η αναμονή στήριξης από τις ΗΠΑ για την επίλυση του ελληνικού προβλήματος δεν οδήγησε στα αναμενόμενα αποτελέσματα. Αναρωτιέται κανείς πόσο χειρότερη συμφωνία θα μπορούσε να έχει φέρει η κυβέρνηση χωρίς τη «στήριξη» των ΗΠΑ, ενώ και οι συνεχείς υποσχέσεις για κάποια ελάφρυνση του χρέους δεν οδήγησαν, τελικά, παρά σε φραστικές διαβεβαιώσεις πως το θέμα θα εξεταστεί κάποια στιγμή στο μέλλον.

Κι αυτό γιατί, παρά τις διαφορετικές στρατηγικές ΗΠΑ και Γερμανίας, κατέστη φανερό ότι η επιθυμία των πρώτων να ψαλιδιστεί η κυριαρχία του Βερολίνου στον ευρωπαϊκό χώρο, έχει σαφή όρια που καθορίζονται: α) Από την απροθυμία των ΗΠΑ να διασαλευτεί η νεοφιλελεύθερη τάξη στην Ευρώπη και να κλονιστεί, πέρα από ένα σημείο, η Ευρωζώνη και β) από τον κίνδυνο να απομακρυνθεί η Γερμανία από την ευρωατλαντική στρατηγική έναντι της Ρωσίας και των άλλων αναδυόμενων δυνάμεων.

Από αυτή την άποψη, είναι προφανές ότι ασκήθηκαν κι άλλες πιέσεις προς την Ελλάδα. Βεβαίως, μένει κι αυτές κάποια στιγμή να αποδειχτούν. Πιέσεις που αφορούσαν, για παράδειγμα, τα όρια στα ανοίγματα της ελληνικής πλευράς (βλέπε π.χ. τις συνεχείς δηλώσεις ότι δεν θα ζητηθεί δάνειο από τρίτες χώρες). Η τακτική των ΗΠΑ δεν εγκαινιάστηκε, φυσικά, στην περίπτωση της Ελλάδας.
Σε μια σειρά ακόμα περιπτώσεις (με χαρακτηριστικότερη αυτή του Ιράκ και του Σαντάμ Χουσεΐν), πολύ πιο έμπειροι «παίκτες» δέχτηκαν διαβεβαιώσεις για τη στήριξη που θα απολάμβαναν από την υπερατλαντική δύναμη, για να «αδειαστούν» την κατάλληλη στιγμή όταν αυτό κρίθηκε ότι εξυπηρετεί τη δική τους στρατηγική.

Τα ανταλλάγματα

Είναι, όμως, γνωστό στους πάντες ότι οι «εκδουλεύσεις» των ΗΠΑ, ακόμα κι όταν δεν οδηγούν σε απτά αποτελέσματα, δεν γίνονται χωρίς ανταλλάγματα. Εκεί βρίσκεται ο κίνδυνος από την τυχοδιωκτική πολιτική της υπηρέτησης «πολλών αφεντάδων» που έχει επιλέξει η ελληνική πλευρά. Τα μέτωπα στα οποία οι ΉΠΑ ζητούν κάθε είδους «διευκολύνσεις» δεν είναι λίγα. Λίγο καιρό πριν, ο υπουργός Άμυνας Π. Καμμένος έκανε λόγο για μια νέα αμερικανική βάση στην Κάρπαθο, ενώ μόλις πριν από λίγες μέρες, οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις εξέφρασαν ενδιαφέρον για τη χρήση του Πεδίου Βολής Κρήτης στον απόηχο των εξελίξεων στη Συρία και την ευρύτερη περιοχή. Ενδεικτική και η συνάντηση του υπουργού, την περασμένη Δευτέρα, με το διοικητή των αμερικανικών χερσαίων δυνάμεων στην Ευρώπη, για ανάλογα θέματα «διμερούς συνεργασίας και περιφερειακής ασφάλειας», παρουσία των αρχηγών ΓΕΕΘΑ και ΓΕΣ και του Αμερικανού πρέσβη.

Δεν πρόκειται, όμως, μόνο για «διμερή» θέματα και γι’ αυτό είναι ακόμα σοβαρότεροι οι κίνδυνοι που εγκυμονούνται. Ανοιχτά είναι τα θέματα σε Αιγαίο και Κύπρο και μάλιστα σε μια εποχή που η Τουρκία είναι πληγωμένη από μεγάλα προβλήματα και αντιμετωπίζει τόσο την πολιτική αστάθεια στο εσωτερικό, όσο και τις ραγδαίες εξελίξεις στα νοτιοανατολικά της σύνορα και το Κουρδιστάν, ενώ στη Συρία η ανάφλεξη παίρνει ακόμα πιο έντονα διεθνείς διαστάσεις. Η αναθέρμανση των σχέσεων της Ελλάδας με τις ΗΠΑ, σε συνδυασμό με την εμβάθυνση του «αποικιακού» καθεστώτος στη χώρα, τίποτα θετικό δεν προμηνύει, ιδιαίτερα σε αυτές τις περίπλοκες διεθνείς συνθήκες.

____________

Προσφέροντας γην και ύδωρ

Ukraine's President Petro Poroshenko at 2015 Clinton Global InitiativeΠέτρος Γιώτης – «ΚΟΝΤΡΑ»

«Στη συζήτηση με τον πρώην Πρόεδρο των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον, που διοργάνωσε σήμερα το ομώνυμο Ιδρυμα στη Νέα Υόρκη, ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας επεσήμανε ότι η χώρα μας αποτελεί πόλο γεωπολιτικής, οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας και ασφάλειας. Συνεπώς, είναι χώρα εύλογου επενδυτικού ενδιαφέροντος, σε δυναμικούς τομείς της οικονομίας με υψηλό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Τώρα είναι η ώρα για παραγωγικές επενδύσεις στην Ελλάδα, δήλωσε χαρακτηριστικά, γιατί υπάρχει κυβέρνηση που διασφαλίζει, όχι μόνο τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα, αλλά και τη θεσμική και πραγματική υποδομή για τέτοιες επενδύσεις».
Ετσι αρχίζει το ρεπορτάζ για την παρουσία του Τσίπρα στην εκδήλωση του Ιδρύματος Κλίντον, που φιλοξενείται στην επίσημη ιστοσελίδα του πρωθυπουργού της Ελλάδας .

Αν διαγράψετε το όνομα «Τσίπρας», θα μπορούσατε άνετα να βάλετε στη θέση του «Σημίτης», «Καραμανλής», «Παπανδρέου», «Σαμαράς». Κάθε έλληνας-πρωθυπουργός που επισκέπτεται τη μητρόπολη του παγκόσμιου καπιταλισμού απευθύνει συνήθως μια έκκληση στους «επενδυτές» (δηλαδή πους εκπροσώπους των μονοπωλιακών ομίλων), διαφημίζοντας την Ελλάδα ως ώρα ελκυστική στις επενδύσεις, λόγω επενδυτικού καθεστώτος και πολιτικής σταθερότητας (την οποία εξασφαλίζει η κυβέρνησή του). Σε εκείνους που η τοποθέτηση Τσίπρα προκάλεσε αλγεινή εντύπωση, ενθυμούμενοι το παρελθόν και αναλογιζόμενοι τι καταγγελίες θα κάνε ένας αντιπολιτευόμενος ΣΥΡΙΖΑγ ια τον πρωθυπουργό άλλου κόμματος που θα εκστόμιζε αυτά τα λόγια επί αμερικανικού εδάφους, θα λέγαμε να βγάλουν γρήγορα τις τσίμπλες από τα μάτια τους. Ιδίως μετά τη συμφωνία με τους ιμπεριαλιστές δανειστές και την υπογραφή του Μνημόνιου-3, δε θα έπρεπε κανείς να περιμένει από τον Τσίπρα τίποτα το διαφορετικό από το βάδισμα επί της πεπατημένης που δημιούργησαν οι προκάτοχοί του στο μέγαρο Μαξίμου.

Ο Τσίπρας εμφανίζεται ως εκπρόσωπος του ελληνικού καπιταλισμού και δεν το κρύβει. Θεωρεί, μάλιστα, ότι πλέον έχει και λαϊκή εντολή να εμφανίζεται ως ένας φύλαρχος αποικίας που εκλιπαρεί τους εκπροσώπους του χρηματιστικού κεφαλαίου να επενδύσουν στον τόπο του. Υπάρχει, βεβαίως, το αλήστου μνήμης «Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» και ιδιαίτερα εκείνο το κεφάλαιο που τιτλοφορούνταν «Επανεκκίνηση της οικονομίας», όμως μια διεισδυτική ματιά ακόμη και σ’ εκείνο το προεκλογικό κείμενο μιας προηγούμενης περιόδου θα μπορούσε να αποκαλύψει την αγωνία για προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Λέγονταν, βέβαια, διάφορα περί «όρων» που θα έμπαιναν στους επενδυτές, ώστε να μην έρθουν «πλιατσικολόγοι» κτλ, όμως αυτά ήταν η σάλτσα προς άγραν αριστερών ψήφων. Κανένας δεν τα πίστευε, και όταν οι πολιτικοί αντίπαλοί του κατηγορούσαν τον ΣΥPIZA ότι διώχνει τους επενδυτές, η διεθνής του καπιταλισμού γελούσε. Οπως γελούσε και η ντόπια αστική τάξη, που παρά τις πύρινες καταγγελίες του Σαμαρά και του Βενιζέλου, καλούσε τον Τσίπρα στα συνέδρια του ΣΕΒ, δείχνοντας μ’ αυτή την ευνοϊκή μεταχείρισή του, ότι μπορεί να γίνει πρωθυπουργός με τις ευλογίες της, διότι δεν αισθάνεται κανένα φόβο από την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ.

Εκείνοι οι βερμπαλισμοί για έλεγχο όλων των συμβάσεων και αναθεώρησή τους και οι προειδοποιήσεις προς τους επενδυτές να μην τολμήσουν να μπουν σε ιδιωτικοποιήσεις, γιατί θα χάσουν τα λεφτά τους μόλις ο ΣΥΡΙΖΑ έρθει στην εξουσία, δεν τρόμαξαν κανέναν. Για άλλους λόγους δεν «περπάτησαν» οι ιδιωτικοποιήσεις και όχι επειδή οι υποψήφιοι επενδυτές τρόμαξαν από τις προειδοποιήσεις του Τσίπρα. Αλλωστε, από τον πρώτο μήνα της πρώτης συγκυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου, με την περιβόητη συμφωνία της 20ής Φλεβάρη του 2015, ξεκαθαρίστηκε ότι το καθεστώς των ιδιωτικοποιήσεων θα παραμείνει ανέπαφο.

Ο Τσίπρας διαφημίζει την Ελλάδα ως «πόλο γεωπολιτικής, οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας και ασφάλειας» για τους καπιταλιστικούς ομίλους που καλεί να επενδύσουν σ’ αυτή. Ξεκινώντας από το τέλος, η αναφορά σε πολιτική σταθερότητα και ασφάλεια αποτελεί διαφήμιση της κυβέρνησής του ως σφοδρά φιλοκαπιταλιστικής, από την οποία δεν έχουν να φοβούνται τίποτα οι καπιταλιστικοί όμιλοι που θα θελήσουν να επενδύσουν στην Ελλάδα. Αν το δούμε λίγο βαθύτερα, αυτό αποτελεί όρκο πίστης και υποταγής για λογαριασμό ολόκληρου του ελληνικού αστικού πολιτικού συστήματος. Ενας καπιταλιστικός όμιλος που θα θελήσει να κάνει μια επένδυση δεν κοιτάζει μόνο το χρονικό ορίζοντα μιας κυβέρνησης, αλλά αναγκαστικά κοιτάζει και πέρα απ’ αυτόν (χωρίς να λογαριάσουμε το γεγονός ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις των μνημονιακών χρόνων δεν καταφέρνουν να εξαντλήσουν την τριετία). Η διαβεβαίωση ότι και σε περίπτωση κυβερνητικής αλλαγής δε θ’ αλλάξει η πολιτική έναντι των ξένων επενδυτών είναι πειστική, διότι υπάρχει μια τεράστια φιλοκαπιταλιστική κοινοβουλευτική πλειοψηφία, από την οποία θα προκόψει η διάδοχη κυβερνητική λύση.

Τι γίνεται, όμως, με την κοινωνική σταθερότητα, που αποτελεί στοιχείο αυτού που οι καπιταλιστές μετρούν ως πολιτικό ρίσκο; Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να την εγγυηθεί; Με την αποχή να φτάνει σε ύψος ρεκόρ στις πρόσφατες εκλογές, καμιά εγγύηση που αναφέρεται μόνο ή κυρίως στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία δεν είναι αρκετή για τους καπιταλιστές. Η μόνη εγγύηση είναι η χρήση του κατασταλτικού μηχανισμού του αστικού κράτους για την πάταξη κάθε ταξικής αντίστασης. Και είναι βέβαιο ότι πίσω από τις κλειστές πόρτες τα ηγετικά στελέχη της νέας συγκυβέρνησης δεν έχουν κανένα πρόβλημα να διαβεβαιώσουν ότι δε θα διστάσουν να χρησιμοποιήσουν την κρατική καταστολή για να πατάξουν κάθε ενέργεια που θα στρέφεται ενάντια σε μια ξένη επένδυση. Αλλά και πάλι, οι καπιταλιστές δεν είναι βέβαιοι ότι αυτός ο μηχανισμός μπορεί να είναι τόσο αποτελεσματικός σε κάθε περίπτωση. Επομένως, εξ ορισμού ο παράγοντας «πολιτικό ρίσκο» φέρει αρνητικό φορτίο για κάθε καπιταλιστή-υποψήφιο επενδυτή στην Ελλάδα. Δεν είναι ζήτημα Τσίπρα, είναι ζήτημα κοινωνικής δυσαρέσκειας σ’ ένα λαό που έχει μια ορισμένη αγωνιστική παράδοση.

Με δεδομένο το ότι γεωπολιτικά η Ελλάδα θεωρείται σταθερή χώρα, επομένως σ’ αυτό το κομμάτι δεν υπάρχει πρόβλημα για τους καπιταλιστές επενδυτές, πώς μπορεί να εξισορροπηθεί το αυξημένο «πολιτικό ρίσκο»; Με το «υψηλό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα» που διαφημίζει ο Τσίπρας, το οποίο αναφέρεται στους οικονομικούς όρους μιας επένδυσης. Σε τι μπορεί να συνίσταται αυτό το «υψηλό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα»; Στον αποικιοκρατικό χαρακτήρα των συμβάσεων πώλησης ή παραχώρησης, στο φορολογικό καθεστώς και στο καθεστώς των εργασιακών σχέσεων. Υπάρχει κάτι άλλο και μας διαφεύγει; Επειδή δεν είμαστε χιουμοριστική στήλη, απαξιούμε να σχολιάσουμε τις διάφορες παπάρες περί «υψηλής εξειδίκευσης παραγωγικού δυναμικού», «έρευνας και καινοτομίας» και άλλα τέτοια που ακούγονται και θα συνεχίσουν να ακούγονται από κυβερνητικά χείλη. Αυτά είναι για τους αφελείς. Τα έλεγε και ο Σαμαράς που δεχόταν στο Μαξίμου πότε τον πρόεδρο της Nokia και πότε το διευθυντή Ευρώπης της IΒΜ, για να δείξει ότι δήθεν η Ελλάδα μετατρέπεται σε χώρα επενδύσεων υψηλής τεχνολογίας.

Για να κάνει μια παραγωγική επένδυση στην Ελλάδα κάποιος καπιταλιστικός όμιλος θα απαιτήσει και ειδικό φορολογικό καθεστώς και ασιατικού τύπου εργασιακό καθεστώς. Ειδικά για τους Αμερικανούς, στους οποίους απευθύνθηκε ο Τσίπρας στη Νέα Υόρκη, παραγωγικές επενδύσεις δεν «παίζουν» καθόλου. Τι «παίζει»; Συμμετοχή αρπακτικών κεφαλαίων σε παιχνίδια ιδιωτικοποιήσεων. Θυμηθείτε ότι επί Σαμαροβενιζέλων κάποια αμερικάνικα funds (μεταξύ αυτών και του περιβόητου Πόλσον, ο οποίος μάλιστα έγινε δεκτός και στο Μαξίμου από τον Σαμαρά) «τοποθετήθηκαν» σε μετοχές ελληνικών τραπεζών, φούσκωσαν τις χρηματιστηριακές τιμές τους και αφού πήραν αυτά που ήθελαν να πάρουν, «μετανάστευσαν» για άλλες «αγορές», με αποτέλεσμα ν’ ακολουθήσει ένα «μίνι κραχ» εστιασμένο κυρίως στις τραπεζικές μετοχές. Ισως ξαναδούμε τον Πόλσον (ή κάποιον άλλο επιπέδου Πόλσον) να δρασκελά το κατώφλι του Μαξίμου για να συναντηθεί με τον Τσίπρα αυτή τη φορά. Οταν ολοκληρωθεί η δεύτερη ανακεφαλαιοποίηση των λεγάμενων συστημικών τραπεζών, με δάνεια που θα χρυσοπληρώσει ο ελληνικός λαός πάλι, μπορεί τα αμερικάνικα funds να δουν και πάλι ευκαιρίες κερδοσκοπίας (για πλιάτσικο πρόκειται) στην Ελλάδα.

Ακόμη και οι ευρωπαϊκοί καπιταλιστικοί όμιλοι που κάνουν επενδύσεις στην Ελλάδα έχουν πολλά χρόνια να επενδύσουν στην παραγωγή (γιατί να το κάνουν όταν έχουν την ενδοχώρα στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης και της βόρειας Βαλκανικής;). Οι επενδύσεις τους είναι κυρίως σε υπηρεσίες (πιο πρόσφατη η εξαγορά των 14 περιφερειακών αεροδρομίων από τη γερμανική Fraport) και σε συμβάσεις παραχώρησης για αυτοκινητόδρομους. Δεν αποκλείεται να προσανατολιστούν κάποια στιγμή σε επενδύσεις στην παραγωγή, αυτό όμως θα συνοδευτεί με τη θέσπιση Ειδικών Οικονομικών Ζωνών, ζωνών εργατικής δουλείας και φορολογικής ασυδοσίας. Αλλιώς δεν υπάρχει «υψηλό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα».

______________________

Μια παρτίδα σκάκι

image002Απόστολος Αποστόλου – «Δρόμος της Αριστεράς»

Αποκαλύφθηκε (από την Καθημερινή, με διαρροή τηλεγραφήματος) ότι οι ΗΠΑ καθοδηγούσαν, εκ του σύνεγγυς, τον πρωθυπουργό στις περιβόητες διαπραγματεύσεις για το Μνημόνιο. Σημειωτέον ότι η αμερικανική παρέμβαση είναι απλή υποσημείωση στον πολυσέλιδο τόμο των αμερικανο-γερμανικών συγκρούσεων για την κυριαρχία στην Ευρώπη, στην Ε.Ε. Η διαρροή, είτε έγινε από τους ίδιους τους Αμερικανούς (το πιο πιθανό) είτε όχι, εκθέτει στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη (εν πολλοίς φιλοαμερικανική για λόγους ασφάλειας) ότι η Αθήνα ήταν απλός ενδιάμεσος στις συνομιλίες και ότι στην πραγματικότητα το Βερολίνο συνομιλεί και αντιμάχεται τις ΗΠΑ. Εκθέτει και την Αθήνα ότι χρειάζεται υποβολέα για να υπερασπίσει τα ελληνικά συμφέροντα. Η διαρροή εμφάνισε, διεθνώς, την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και τον Τσίπρα προσωπικά ως τον αμερικανικό ίππο στην παρτίδα σκάκι ΗΠΑ-Γερμανίας για την κυριαρχία στην Ε.Ε.

Η αντίδραση της Γερμανίας μπορεί να εκδηλωθεί με απειλή επαναφοράς του Grexit, στον κατάλληλο χρόνο. Κατάλληλος χρόνος ίσως είναι ο σύντομος χρόνος, αν στις επόμενες «αξιολογήσεις» της ελληνικής οικονομίας «αποδειχθεί» ότι τα ελλείμματα δεν καλύπτονται, η ανάπτυξη παραμένει όνειρο θερινής νυκτός και ζητηθούν νέα «επώδυνα αλλά αναγκαία» μέτρα. Τι θα κάνει τότε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ; Θα παραιτηθεί, θα λιώσει, με νέους φόρους, κυριολεκτικά τον κόσμο (αν τα καταφέρει) ή θα αναλάβει θέλοντας και μη, να διαχειριστεί ένα Grexit;

Το παιχνίδι είναι εξαιρετικά πολύπλοκο και επικίνδυνο, επειδή η διαμάχη ΗΠΑ-Γερμανίας έχει ως αντικείμενο τη σχέση Βερολίνου-Μόσχας, σύγκρουση που υπερβαίνει κατά πολύ την εμβέλεια της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Οι ΗΠΑ «τα δίνουν όλα» για να προκαλέσουν αμετάκλητη ρήξη της Γερμανίας (συνεπώς, συνολικά της Ε.Ε.) με τη Ρωσία, είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου. Ελληνικά ανοίγματα προς τη Ρωσία, BRICS κ.λπ., πέραν των ορίων που θέτουν οι ΗΠΑ, αποκλείονται. Σ’ αυτό το πλαίσιο δεν υπάρχει, γενικότερα, θέση για ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική, επειδή λείπει η αναγκαία προϋπόθεσή της, η ανεξαρτησία της χώρας.

Η σύγκρουση δεν περιορίζεται στο τρίγωνο Ουάσιγκτον-Βερολίνο-Μόσχα, με επίκεντρο την Ουκρανία. Αλλά επεκτάθηκε στη Μ. Ανατολή, με επίκεντρο τη Συρία, όπου διεξάγεται ένας υπό σμίκρυνση παγκόσμιος πόλεμος με τους πρωταγωνιστές να αποφεύγουν μετά βίας την άμεση αντιπαράθεσή τους. Πρόκειται για μια ενιαία σύγκρουση με δυο όψεις: Η μία είναι η γεωγραφική, η αναδιαμόρφωση τόσο των ευρωπαϊκών συνόρων όσο και η αναδόμηση της ευρείας Μ. Ανατολής. Η άλλη, αλληλένδετη, όψη είναι ο έλεγχος της ενέργειας με προϋπόθεση την επιδιωκόμενη γεωγραφική αναμόρφωση. Η τύχη της Ελλάδας, σ’ αυτή την αναδιάταξη συνόρων, παραμένει άγνωστη και όποιος εδώ επισημαίνει κινδύνους θεωρείται Κασσάνδρα, αποτυχημένος προφήτης.

Το αποκαλούμενο «σχέδιο Σόιμπλε» για Grexit έχει πολύ ευρύτερους στόχους από την ελληνική έξοδο, κατά την εκτίμησή μου. Αποβλέπει σε μια «ευρωπαϊκή Ευρώπη» απαλλαγμένη από (άμεσες και επιβλητικές) αμερικανικές επιρροές, ισότιμο διεθνή παίκτη με τη Μόσχα, το Πεκίνο και την Ουάσιγκτον, υπό την κυριαρχία φυσικά του Βερολίνου. Αν είναι έτσι, η διάψευση, εκ των υστέρων, από τον Μοσκοβισί (ότι ποτέ δεν υπήρξε σχέδιο Σόιμπλε) είναι άνευ αξίας και δεν αφορά το παρελθόν. Ο Μοσκοβισί μιλάει για το μέλλον και επιχειρεί να αποτρέψει την επανεμφάνιση της απειλής του Grexit επειδή «η Ευρώπη του Σόιμπλε» θέτει τη Γαλλία (και άλλους) είτε υπό τη γερμανική κυριαρχία είτε την εξαναγκάζει σε έξοδο, παρέα με την Ελλάδα. Η γερμανικής έμπνευσης «ευρωπαϊκή Ευρώπη» δεν θα περιλαμβάνει φιλοαμερικανούς, ανίκανους να ακολουθήσουν ή απείθαρχους.

Ο σοσιαλδημοκράτης και αντιπρόεδρος της γερμανικής κυβέρνησης, Γκάμπριελ, δήλωσε ότι οι κυρώσεις (που επέβαλαν στην Ε. Ε. οι ΗΠΑ) κατά της Ρωσίας πρέπει να αρθούν. Οι δηλώσεις μπορεί να θεωρηθούν απάντηση στο βαρύ χτύπημα των ΗΠΑ στη γερμανική βιομηχανία αυτοκινήτων με την αποκάλυψη του γνωστού σκανδάλου. Θέλετε να μας υποτάξετε αλλά εμείς θα σας αγνοήσουμε και θα κάνουμε, επιτέλους, το άνοιγμα στη Ρωσία, λέει στις ΗΠΑ ο Γκάμπριελ, προσεγγίζοντας, με αφορμή την αυτοκινητοβιομηχανία, τη «γραμμή Σόιμπλε». Αν ο Γκάμπριελ εκφράζει μια, έστω υπό διαμόρφωση, απόφαση και δεν εξαπολύει κούφιες απειλές τότε μια από τις συνέπειες θα είναι ότι αναπόφευκτα το Crexit θα επανελθεί στην επικαιρότητα, ότι θα γίνουν τα πάντα για να μας πετάξουν έξω αφού εμφανιστήκαμε ως «πράκτορες» των Αμερικανών αντιπάλων.

Όσο βαθαίνει η ρήξη ΗΠΑ-Γερμανίας, τόσο το Crexit γίνεται πιθανότερο. Οι ΗΠΑ συνέστησαν στον Τσίπρα να αναζητήσει συμμάχους (Γαλλία, Ιταλία, Αγγλία) εναντίον της Γερμανίας. Για πόσο καιρό μπορεί η Ε.Ε. να μένει ενωμένη και ταυτόχρονα διχασμένη σε «γερμανικό μπλοκ» και «αμερικάνικο μπλοκ»; Σ’ αυτή τη σχηματική και οπωσδήποτε ελλιπέστατη ανάλυση διαφαίνεται ότι η τύχη της Ελλάδας υπερκαθορίζεται από τη σχέση Ε.Ε.-ΗΠΑ και η τύχη της Ε.Ε. υπερκαθορίζεται με τη σειρά της από τη γιγαντιαία σύγκρουση των ΗΠΑ με Ρωσία, Κίνα, BRICS. Όπου η Ε.Ε. είναι αντικείμενο και όχι δρων παράγων. Διότι η Γερμανία, μόνη της, είναι διεθνής νάνος και τίποτα άλλο.

Στην άλλη πλευρά, στη Μ. Ανατολή, ο Άσαντ είναι, προσώρας, η μόνη εγγύηση ενότητας της Συρίας (ή μεγάλου μέρους της) και κυρίως εγγυάται τη ρωσική παρουσία στην περιοχή. ΗΠΑ και Ε.Ε., μου επισήμανε ένας φίλος ειδήμων, άφησαν ή και διευκόλυναν τους Τζιχαντιστές πολίτες τους να ενταχθούν στο Ισλαμικό Κράτος, ίσα-ίσα για να σκοτωθούν, να απαλλαγούν μια και καλή. Αλλά τη δουλειά θα την κάνουν, τελικά, οι Ρώσοι. Έτσι παρατείνεται η ζωή του Άσαντ στην εξουσία. Η Αθήνα μετέχει -θέλει δεν θέλει- στην παγκόσμια σκακιέρα. Το πρόβλημα με το σκάκι είναι ότι στο τέλος μένει ζωντανός μόνο ο ένας βασιλιάς και ελάχιστοι υπήκοοι. Άραγε, πόσο καλά το ξέρει αυτό η Αθήνα;

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *