Τα ξημερώματα της Τετάρτης ένας 35χρονος άντρας πέφτει νεκρός σε δρόμο της Δάφνης χτυπημένος από όπλο αστυνομικού. Είχε προηγηθεί ανταλλαγή πυροβολισμών και η προσπάθεια δύο ατόμων (του νεκρού και ενός ακόμα) να κλέψουν ένα αυτοκίνητο. Όπως γίνεται γνωστό τις επόμενες ώρες από ανακοινώσεις της αστυνομίας, νεκρός είναι ο αναρχικός Λάμπρος Φούντας ο οποίος χτυπήθηκε στην αριστερή ωμοπλάτη (που πάει να πει από πίσω).
Στο σημείο, εκτός από το όπλο του νεκρού (που όπως έδειξε η βαλλιστική δεν είχε ξαναχρησιμοποιηθεί) βρέθηκε και μία χειροβομβίδα. Το δεύτερο άτομο διέφυγε με τα πόδια. Και κάπου εδώ σταματούν τα γεγονότα.
Και αρχίζουν οι εικασίες, οι «πληροφορίες», οι σάλτσες, η τρομολαγνεία και τα τηλεφωνήματα του Μιχάλη Χρυσοχοϊδη στους διευθυντές των μεγάλων εφημερίδων για να «προσέξουν» την υπόθεση με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό (παρεμπιπτόντως, ωραία τακτική αυτή που έχει καθιερώσει από την προηγούμενη θητεία του ο ΠροΠο, προάγει την ελευθεροτυπία).
Το τοπίο είναι ακόμα θολό, η «επιχείρηση» της ΕΛΑΣ σε εξέλιξη και το έδαφος ολισθηρό για να εκφράσει κανείς σιγουριές. Όμως προφανώς η «προσοχή» που συνέστησε ο κ. υπουργός έγκειται ακριβώς σ’ αυτό, όπως γνωρίζουμε από ουκ ολίγες περιπτώσεις στο παρελθόν: πείτε τα όλα, σέχτα, Επαναστατικός Αγώνας, ληστές με τα μαύρα, προσθέστε και λίγο από Τσουτσουβή, βάλτε και το κλασικό ότι γίνονται δεκάδες έρευνες (τα νούμερα δικά σας, άλλοι λένε είκοσι, άλλοι δεκατρείς, άλλοι δεκαεπτά, όλοι πάντως σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες) σε σπίτια φίλων και γνωστών (να σημειωθεί πάντως ότι το φαινόμενο έρευνες και ανακρίσεις μέχρι την Παρασκευή το βράδυ και στην έκταση τουλάχιστον που του δίνουν ελέγχεται ως ανακριβές) και τελειώστε με την πολλά υποσχόμενη φράση ότι ο δράστης ήταν «υπεράνω υποψίας». Έτοιμος ο τρομοκράτης.
Κι αφού έχουμε στα χέρια μας έναν νεκρό «τρομοκράτη» (τον οποίο δεν μπορούμε, δυστυχώς, να βασανίσουμε σε κάποια εντατική αλλά ούτε, ευτυχώς, και να μας φέρει αντιρρήσεις) αρχίζει η σκύλευση που στη γλώσσα του αστυνομικού ρεπορτάζ ονομάζεται profiling: πρωτοσέλιδα του τύπου «το πρωί διευθυντής το βράδυ τρομοκράτης», φωτογραφίες από διακοπές με τριψήφια τηλέφωνα για πληροφορίες, οι γονείς, οι φίλοι, η σύντροφος που αποκαλείται πλέον γυναίκα-κλειδί, η άδεια από τη δουλειά που είναι σίγουρο ότι πάρθηκε για τρομοκρατική επίθεση, η οποία θα γινόταν κατά πάσα πιθανότητα τα ξημερώματα, ο βιολόγος που ήξερε από DNA και πολλά πολλά άλλα.
Με πολύ πάθος, πάντως, την προσπαθεί ο κ. Χρυσοχοΐδης από την πρώτη μέρα του στο υπουργείο μια δεύτερη «επιτυχία» τύπου 17Ν – για πολιτικούς ή για προσωπικούς (πολιτικούς και πάλι) λόγους.
Συγχωρήστε μου το έντονο ύφος που σε κάποιους μπορεί να προκαλέσει και απορία, αλλά το έργο αυτό το έχω ξαναδεί. Και θα μου επιτρέψετε να πω ότι αυτό το κλίμα τρομοκρατίας, αυτή η μπάτσικη φρασεολογία και αντίληψη που έχει κάτσει στα κεφάλια μας από την πρώτη επιτυχία του κ. Χρυσοχοϊδη και δώθε, ο χαφιεδισμός, η καθολική πλέον γραμμή «πρώτα καταδικάζεις, μετά μιλάς», η αυθαιρεσία και η αίσθηση ότι η ζωή σου μπορεί ανά πάσα στιγμή να γίνει κουρελόπανο από κάθε ανεύθυνο αστυνομικό ρεπόρτερ είναι το ίδιο φρικτά σε κάθε περίπτωση.
Και δεν αφορούν τους με κάθε τρόπο εμπλεκόμενους, λειτουργούν παραλυτικά για το κίνημα, διαβρωτικά για όλη την κοινωνία.
Γι’ αυτό μπορώ να τα γράψω αυτά με σιγουριά, ενώ η υπόθεση είναι ακόμα σε εξέλιξη.
Θα μπορούσα να πω και πέντε πράγματα για τον ίδιο τον αναρχικό Λάμπρο Φούντα, καθώς ανήκουμε στην ίδια γενιά και έχουμε περπατήσει πολλές φορές στους ίδιους δρόμους, έχουμε βρεθεί πολλές φορές στις ίδιες συνελεύσεις… Θα μπορούσα να σας μεταφέρω τη θλίψη και την οργή των φίλων και των συντρόφων του.
Δεν ξέρω όμως τι νόημα θα είχε ένα εναλλακτικό… profiling. Θα πω απλώς ότι ο Λάμπρος Φούντας δεν ήταν υπεράνω υποψίας, ούτε φάντασμα όπως λένε οι δημοσιογράφοι, ότι μπορούσες να τον δεις πάντα εκεί που γινόντουσαν τα πράγματα, στο δρόμο. Στους δρόμους, που εδώ και τρεις μέρες έχουν γεμίσει συνθήματα και μαύρες αφίσες…
Αφήστε μια απάντηση