“Όπως θα πει ο Καμύ, η μόνη γνήσια μορφή αισιοδοξίας είναι η χωρίς προσδοκία ανάστασης ή αναβίωσης παραδοχή του απόλυτα βέβαιου γεγονότος του θανάτου των πάντων. Μόνο τότε μπορείς να βαδίζεις προς τον τάφο σου τραγουδώντας ηρωικά και πένθιμα, λέει ο Καμύ. (Ο Ξένος και Ο μύθος του Σίσυφου θα σας μάθουν πολλά επ’ αυτού).
Κουράγιο, λοιπόν, μελλοθάνατοι, και καλή δύναμη. Κι όσοι προτιμάτε μια από τις πολλές μορφές αθανασίας που προσφέρουν τα μαγαζιά όλων των θρησκειών, δεν έχετε παρά να διαλέξετε όποια σας ταιριάζει και με γεια σας!”.
Βασίλης Ραφαηλίδης
Σαν σήμερα στις 8 Σεπτέμβρη του 2000 και σε ηλικία 66 χρονών αφήνει την τελευταία του πνοή στην Αθήνα, ένας πολυγραφότατος διανοούμενος, και αγωνιστής της δημοκρατίας, Ο Βασίλης Ραφαηλίδης.
Υπήρξε, κατά την άποψη μας, ένας απ’ τους πιο σημαντικούς διανοούμενους -άσχετα αν αποδέχεται κανείς ή όχι κατ’ ολοκληρία τις απόψεις του- της χώρας μας.
Ο ίδιος εργάστηκε για πολλά χρόνια αρθρογραφώντας σε έντυπα του Μπόμπολα, του ΔΟΛ και τελικά στην “Ελευθεροτυπία”, γνωρίζοντας από πρώτο χέρι το τι εργασιακές συνθήκες επικρατούν στα αστικά ΜΜΕ.
Προσπαθούσε όμως σ’ αυτό το εργασιακό καθεστώς να εκμεταλλευτεί τις όποιες “ρωγμές” υπήρχαν για να προβάλλει ταξικές απόψεις.
Εγραφε ο ίδιος: “Oταν εργάζεσαι σαν δημοσιογράφος στα αστικά ΜΜΕ δεν χρειάζεται το αφεντικό σου να σου υποβάλλει το πώς θα προσεγγίσεις ένα θέμα. Το ότι σιτίζεσαι από το ταμείο του εργοδότη σου είναι μια κατάσταση που σου δημιουργεί έντονα το αίσθημα της αυτολογοκρισίας και συνεπώς γνωρίζεις και καθορίζεις στα πλαίσια που μπορείς να κινηθείς. Αν ξεπεράσεις αυτά τα όρια τότε το αφεντικό σου σε πετάει σαν τρίχα απ’ το ζυμάρι”.
Ανεξάρτητα τι γνώμη έχει κανείς για τα πολιτικά πιστεύω που είχε, -σημειωτέον ότι αναθεώρησε αρκετές φορές κάποιες απόψεις του- δεν μπορεί παρά να του αναγνωρίσει την ευρυμάθεια του, και τον μοναδικό τρόπο γραφής που διέθετε. Κατόρθωνε μ’ αυτόν τον τρόπο και τα πιο «δύσκολα» θέματα, θεωρητικά και ιστορικά, να τα εκλαϊκεύει κάνοντας τα περισσότερα πονήματά του να διαβάζονται απνευστί.
(Πιο εκλαϊκευμένο ιστορικό πόνημα από το βιβλίο του “Ιστορία (κωμικοτραγική) του Νεοελληνικού κράτους 1830-1974” δύσκολα θα υπάρξει).
“Ο φασίστας είναι μια μούμια που της φύγαν όλοι οι χυμοί της ζωής, είναι ένας νεκροζώντανος, ένα ζόμπι που πρέπει να ταφεί το ταχύτερο, καταρχήν για λόγους δημόσιας υγείας. Ο φασίστας είναι το άγος και το όνειδος της ράτσας των ανθρώπων, ένα άγος κι ένα όνειδος που ξαπλώνεται σ’ ολόκληρο το ταξικό φάσμα, αλλά που εγκαθίσταται με εντελώς ιδιαίτερη προτίμηση στο κέντρο του, δηλαδή στην περιοχή που καλύπτεται από τον ποικιλότροπο ερμαφροδιτισμό των μικρομεσαίων, απ’ όπου εκπορεύονται ακτινωτά όλες οι συμφορές του κόσμου τούτου”.
Σήμερα, με αφορμή την ημερομηνία θανάτου του, δεν θα κάνουμε καμιά αναφορά στην βιογραφία και στο συγγραφικό του έργο.
Αλλωστε αυτή πολύ εύκολα μπορείτε να τα συναντήσετε στο διαδίκτυο.
Θα σας προτείναμε να διαβάσετε πέντε κεφάλαια από το βιβλίο του «Η κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας», που έχουμε ανεβάσει στο διαδίκτυο σε μορφή κειμένου.
– «Η φεουδαρχία δεν πέθανε στην Ελλάδα»,
– «Ποιος μπορεί στ’ αλήθεια να πλουτίσει»,
– «Η απάτη με το «λαϊκό» καπιταλισμό»,
– «Ο Μαρξισμός δικαιώνεται σε δυο κόσμους»,
– «Γιατί ο Μαρξ θα διέγραφε τους βλάκες».
Αφήστε μια απάντηση