Του Γ.Γ.
Μετά τη Θεσσαλονίκη τα συντάγματα του ΕΛΑΣ συνέχισαν την καταδίωξη των Γερμανών για την απελευθέρωση και των άλλων πόλεων της Μακεδονίας.
Την 1 Νοέμβρη ο ΕΛΑΣ ανάγκασε τους Γερμανούς ύστερα από πολυήμερη πίεση να εγκαταλείψουν την περιοχή του Στρυμόνα, του Λαχανά και το Σωχό. Η Πτολεμαΐδα και το Αμύνταιο είχαν επίσης λευτερωθεί. Η Καστοριά εγκαταλείφτηκε και δεν είχε απομείνει στα χέρια των αντιπάλων του ΕΛΑΣ παρά μόνο το Κιλκίς όπου είχαν συγκεντρωθεί όλοι οι ταγματασφαλίτες από τη Θεσσαλία, τη Νιγρίτα, τη Θεσσαλονίκη, την Κατερίνη, τη Βέροια και άλλες πόλεις. Σε 3.500 ανέρχονταν οι προδότες που είχαν οχυρωθεί εκεί, ενώ οι Γερμανοί είχαν τελείως εκκενώσει το ελληνικό έδαφος.
Εδώ οι Βρετανοί αποφάσισαν να συντρίψουν τον ΕΛΑΣ. Πίστευαν πως θα πετύχουν ό,τι δεν πέτυχαν στην Καλαμάτα.
Από τη χαραυγή της 4 Νοέμβρη ο ΕΛΑΣ είχε κυκλώσει από παντού το Κιλκίς και άρχισε πριν τα ξημερώματα την ορμητική του έξοδο. Οι φονικές οδομαχίες κράτησαν ολόκληρη τη μέρα. Και προς τις 4 το απόγευμα το Κιλκίς είχε κυριευτεί. Δυόμισι χιλιάδες ταγματασφαλίτες με τους κυριότερους αρχηγούς τους πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Πάνω από 500 ήταν οι νεκροί προδότες στο πεδίο της μάχης.
Ανάμεσα στους αιχμαλώτους ήταν και οι Κ. Παπαδόπουλος και Δ. Θεοχαρίδης οι μετέπειτα βουλευτές της δωσίλογης Δεξιάς. Σχετικά με τον τελευταίο η εφημερίδα του ΕΑΜ «Ελεύθερη Ελλάδα» στο φύλλο της στις 27.12.46 έγραψε:
«Όταν οι Γερμανοί αποχωρούσαν από τη Βόρειο Ελλάδα, οι ηνωμένες δυνάμεις ταγματασφαλιτών των Δάγκουλα, Κεσά Μπατζάκ, Κ. Παπαδοπούλου και Παπούλια, απεσύρθησαν στο Κιλκίς, προστατεύοντας σαν “Ισχυρή οπισθοφυλακή” τις υποχωρούσες σύμμαχος, γερμανικές δυνάμεις. Μεταξύ των τελευταίων αυτών ήταν και ο σημερινός υφυπουργός Εφοδιασμού και βουλευτής του Λαϊκού Κόμματος, Δ. Θεοχαρίδης.
Κατά τη μάχη του Κιλκίς μεταξύ ΕΛΑΣ και ταγματασφαλιτών, ο Δ. Θεοχαρίδης συνελήφθη αιχμάλωτος και σε μια αυτόγραφη απολογία του ομολογεί τα εγκλήματα του κατά του ελληνικού λαού, τους στενούς δεσμούς του με τους Δάγκουλα — Χρυσοχόου, και γενικά την προδοτική και αντεθνική του δράση».
Και ένα τελευταίο ερώτημα: Τί απόγιναν οι δοσίλογοι ταγματασφαλίτες που βαρύνονταν με φόνους, δολοφονίες, εμπρησμούς, λεηλασίες κλπ. και οι όποιοι παραδόθηκαν μαζί με τις δικογραφίες τους από τον ΕΛΑΣ μετά τη Βάρκιζα στο επίσημο μεταβαρκιζιανό κράτος για να δικαστούν; Φυσικά από τον τρόπο που το κράτος αντιμετώπισε ως την ώρα εκείνη τους προδότες δεν είναι δύσκολο να το συμπεράνουμε. Ωστόσο όμως υπάρχουν και γραπτές μαρτυρίες αποκαλυπτικές και αδιάψευστες.
Αναδημοσιεύουμε από το αγγλικό περιοδικό «Νιού Στέισμαν» (τεύχος Σεπτέμβρη 1945) σχετικό απόσπασμα από επιστολές του τότε Εργατικού βουλευτή ταγματάρχη του αγγλικού στρατού Ουίλκις που γράφει:
«…Το Νοέμβρη 1944, 1.400 άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας είχαν συγκεντρωθεί στο Γύθειο κάτω από τη συνδυασμένη επιτήρηση ανδρών του ΕΛΑΣ και τμημάτων της ΡΑΦ.
Ο Γ. Παπανδρέου έστειλε εκεί από την Αθήνα τον Καρατσέα για να κάνει ανακρίσεις.
Αφού έγιναν οι ανακρίσεις, ο Καρατσέας με συμφωνία και του ΕΛΑΣ απόλυσε όλους εκτός από 280, εναντίον των όποιων υπήρχαν ισχυρές αποδείξεις ότι είχαν δολοφονήσει όμηρους έαμίτες ή είχαν κάψει χωριά ή είχαν διαπράξει άλλες φρικαλεότητες κατά τη διάρκεια της Κατοχής.
Οι 280 αυτοί εγκληματίες παραδόθηκαν από τον ΕΛΑΣ στις αρχές και βρίσκονταν στις φυλακές της Καλαμάτας και της Σπάρτης μέχρι τη σύρραξη του Δεκέμβρη. Η πρώτη ενέργεια του Βραχνού, νέου Νομάρχη Μεσσηνίας που διορίστηκε από την κυβέρνηση Πλαστήρα ήταν να τους αφήσει όλους αυτούς ελεύθερους.
Βγήκαν από τη φυλακή με μουσική (την μπάντα των Δήμων ακριβέστερα) και τιμές και τραγουδώντας μοναρχικά τραγούδια και στις δύο πόλεις (Σπάρτη και Καλαμάτα).
Υστερα από δύο βδομάδες ο Δάλλας, έαμικός δήμαρχος Καλαμάτας, φυλακίστηκε μαζί με 60 άλλους συμπαθούντες το ΕΑΜ. Εξακολουθεί να βρίσκεται στη φυλακή. Και ακόμα δεν του έχει απαγγελθεί κατηγορία. Κατά τον ίδιο τρόπο βρίσκονται στις φυλακές και άλλοι αγωνιστές του κινήματος Αντίστασης. Ο Δάλλας είναι μέλος του Αγροτικού Κόμματος του Κ. Γαβριηλίδη. Μπορώ να εγγυηθώ για την αντιφασιστική του δράση και το θαυμάσιο χαραχτήρα του.
Αμφιβάλλω, συνεχίζει η επιστολή, αν περιστατικά σαν αυτό που περιέγραψα — και μπορώ να περιγράψω πολύ περισσότερα από προσωπική μου πείρα — αναφέρονται στις εκθέσεις του Λήπερ (σσ. – πρεσβευτή της Αγγλίας στην Αθήνα) πάνω στις όποιες η εργατική μας κυβέρνηση θα στηρίζει τη μελλοντική της πολιτική στην Ελλάδα».
Σύμφωνα, λοιπόν, με τη μαρτυρία του Άγγλου Ουίλκις αποφυλακίστηκαν οι ένοχοι ταγματασφαλίτες και στις φυλακές κλείστηκαν οι εαμίτες και ελασίτες που πολλοί απ’ αυτούς είχαν φυλακιστεί από τους Γερμανούς.
Ο ίδιος δε ο Ουίλκις διαβεβαιώνει πώς αυτή δεν ήταν μοναδική περίπτωση. Και θα μπορούσε να αναφέρει κι άλλες παρόμοιες. Αυτή λοιπόν ήταν η πολιτική των κυβερνήσεων Ν. Πλαστήρα και των άλλων μετά την απελευθέρωση. Ούτε για τα μάτια τού κόσμου δεν τους πέρασαν από δίκη! Αυτοί οι δοσίλογοι έγιναν οι στυλοβάτες του αστικού μεταβαρκιζιανού κράτους.
Για την αντεθνική αυτή δράση τους οι προδότες ταγματασφαλίτες δεν έδωσαν λόγο των πράξεών τους μετά την απελευθέρωση. Πέρασε από δίκη μόνο η ηγεσία των ταγμάτων στην Αθήνα και αυτή για τα μάτια του κόσμου, κυρίως για την παραπλάνηση της διεθνούς κοινής γνώμης.
Οι προδότες των Επαρχιών που διέπραξαν μαζί με τους καταχτητές αναρίθμητα εγκλήματα, φόνους, εμπρησμούς, καταδόσεις, συλλήψεις πατριωτών, έμειναν ατιμώρητοι. Ολοι αυτοί πέρασαν, αφού άλλαξαν οπλισμό και τις γερμανικές στολές με βρετανικές, στον κρατικό μηχανισμό. Έγιναν τα στελέχη του μεταβαρκιζιανού κράτους. Αυτοί οι εθνικώς ανάξιοι διορίστηκαν μέλη Επιτροπών Ασφαλείας που έκριναν τον πατριωτισμό των αγωνιστών της Εαμικής Εθνικής Αντίστασης!
Ελάχιστοι μόνο καταδικάστηκαν. Για πολλούς δεν υποβλήθηκαν ούτε μηνύσεις. Για άλλους που έγιναν μηνύσεις οι μάρτυρες ακόμα και οι μηνυτές δεν τόλμησαν να παρουσιαστούν στη δίκη. Τέτοια ήταν η αιματηρή τρομοκρατία στην ύπαιθρο στη βρετανική κατοχή, που δεν είχε κανένας που να κρύψει το κεφάλι του κι όχι να παρουσιαστεί στις Αρχές να καταθέσει.
Ετσι έμειναν ατιμώρητοι και γυρνούσαν ελεύθεροι οι ένοχοι για ομαδικά Εγκλήματα που έγιναν π.χ. στο Αγρίνιο όπου εκτελέστηκαν 117 και τρεις απαγχονίστηκαν τη μεγάλη Παρασκευή του 1944, στα Ψηλά Αλώνια της Πάτρας, την Τρίπολη από τους ταγματασφαλίτες του Παπαδόγκονα, την Εύβοια, την Κόρινθο, τα Μέγαρα και σε τόσα άλλα μέρη.
Θα ρωτήσετε, μα κι αυτοί που πέρασαν από δίκη τί απόγιναν; Έμειναν λίγα χρόνια φυλακή (αν έμειναν)… και μετά την αποφυλάκιση τους βολεύτηκαν σε εμπιστευτικές θέσεις, πήραν τους βαθμούς τους, όσοι ήταν υπάλληλοι ανέβηκαν στην στρατιωτική ιεραρχία, αυτοί που ήταν στρατιωτικοί και το καταπληκτικό: Αρκετοί απ’ αυτούς πήραν συντάξεις σαν συμμετέχοντες στην… Εθνική ’Αντίσταση!
Έτσι αμείφτηκε στον τόπο μας η εθνική προδοσία!
Πηγή το πολύ καλό βιβλίο του Νίκου Κ. Καρκάνη: “ΟΙ ΔΟΣΙΛΟΓΟΙ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ. Δίκες – Παρωδία (ντοκουμέντα, αποκαλύψεις, μαρτυρίες)”, το οποίο έχω αναρτήσει ολόκληρο στον προσωπικό μου ιστότοπο
Αφήστε μια απάντηση