Η μάχη των τριών εταιρειών στο Μουντιάλ και η “φουσκόμπαλα”

Του Διονύση Ελευθεράτου- “Πριν”

Ποιος είπε ότι νικητές και ηττημένοι σε κάθε Μουντιάλ βρίσκονται μόνο στις τάξεις των ομάδων; Κερδισμένοι (απολύτως) και χαμένοι (σχετικώς) σφραγίζουν την έκβαση και μιας «παράπλευρης», αδυσώπητης μάχης – τριπλής, μάλιστα: Nike, Adidas, Puma!

Ποια κέρδη, κατά τη διάρκεια του Μουντιάλ της Ν. Αφρικής, θα θεωρήσουν ικανοποιητικά οι τρεις μεγάλες φίρμες αθλητικών ειδών; Κατά τα λεγόμενα στελεχών τους, οι δύο κυρίαρχες Adidas και Nike προσδοκούν -κάθε μία- πωλήσεις ύψους 1,3 έως 1,5 δισ. ευρώ. Η Puma φιλοδοξεί να διπλασιάσει, ελέω Μουντιάλ, τα κέρδη της εν συγκρίσει προς την περασμένη χρονιά. Ήδη στη Γαλλία η Puma έχει πουλήσει 50.000 φανέλες της εθνικής Αλγερίας, φυσικά σε μετανάστες.

Ο ανταγωνισμός των εταιρειών στο Μουντιάλ θυμίζει κάπως τα «πλέι οφ» στο ελληνικό -κι όχι μόνο- ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα. Όποια ομάδα ρίχνεται στη μάχη των «πλέι οφ» έχει βαθμολογική «προίκα» που απορρέει από τις επιδόσεις της στην κανονική διάρκεια του πρωταθλήματος. Η τελική έκβαση της μάχης, όμως,

κρίνεται στα ίδια τα «πλέι οφ». Κατ’ αναλογία κάθε φίρμα «ντύνει» συγκεκριμένο αριθμό ομάδων στο Μουντιάλ, αλλά τον τελικό απολογισμό θα τον καθορίσουν όσα γίνουν στα γήπεδα της Νότιας Αφρικής.

Στην εκκίνηση η Adidas… εκπροσωπείται από δώδεκα ομάδες και η Nike από δέκα. Ανάμεσα στις «12» της Adidas συμπεριλαμβάνονται τρανταχτά ονόματα, όπως η πρωταθλήτρια Ευρώπης Ισπανία, η Γερμανία, η Αργεντινή, η Γαλλία. Η Adidas ντύνει και τη Ν. Αφρική. Δεν είναι ασφαλώς μεγάλο όνομα, πρόκειται όμως για τη διοργανώτρια χώρα – και μάλιστα με 50 εκατ. κατοίκους.

Η Nike ποντάρει σε δέκα ομάδες εξ όσων συμμετέχουν στο Μουντάλ. Το «βαρύ χαρτί» της είναι η Εθνική Βραζιλίας, της οποίας η φανέλα πούλησε περισσότερο από κάθε άλλη στο Μουντιάλ του 2006, έστω κι αν η «σελεσάο» απέτυχε να φθάσει στον τελικό. Ολλανδία και Πορτογαλία συγκαταλέγονται ανάμεσα στα υπόλοιπα αξιόλογα «όπλα» της Nike, της οποίας τα στελέχη θα κατέφευγαν ακόμη και σε τελετές …μαύρης μαγείας, εάν κάποιος τους έπειθε ότι έτσι θα γινόταν πράξη το μεγάλο τους όνειρο: Να φθάσει στον τελικό η Αγγλία για πρώτη φορά από το μακρινό 1966 και να αντιμετωπίσει τη Βραζιλία. Ένας τέτοιος τελικός θα σήμαινε εμπορικό θρίαμβο της Nike. Την Αγγλία την «έχει» η δική της θυγατρική, η Umbro…

Σε αυτό το «παράπλευρο», εμπορικό Μουντιάλ των αθλητικών φιρμών, η Puma …παρατάσσει την παγκόσμια πρωταθλήτρια Ιταλία και άλλες έξι ομάδες, εκ των οποίων οι τέσσερις είναι αφρικανικές: Αλγερία, Ακτή Ελεφαντοστού, Γκάνα, Καμερούν. Η Puma ευελπιστεί ότι η διεξαγωγή του Μουντιάλ στη Μαύρη Ήπειρο και η συνακόλουθη έξαψη θα ενεργοποιήσει όσα καταναλωτικά ανακλαστικά μπορούν να κινηθούν, σε αυτό το απέραντο βασίλειο της φτώχειας, του Έιτζ και της δυστυχίας.

Η Adidas, πάντως, ποντάρει κάπου ακόμη – πέραν των προσδόκιμων εισπράξεων από πωλήσεις φανέλων και παπουτσιών: Έχει κατασκευάσει τη μπάλα που χρησιμοποιείται σε αυτό το Μουντιάλ. Παρεμπιπτόντως, η νέα μπάλα δεν ενθουσίασε καθόλου τους ποδοσφαιριστές που τη δοκίμασαν προτού αρχίσει το Μουντιάλ. Τα σχόλια των περισσότερων -από τερματοφύλακες μέχρι επιθετικούς- μόνο κολακευτικά δεν ήταν. Την αποκάλεσαν «φουσκόμπαλα» και «μπαλόνι», προβλέποντας ότι θα ξεγελά συνεχώς τους παίκτες επειδή αλλάζει …αυθαιρέτως τη ρότα της.

Περισσότερο δηκτικός ήταν στο σχόλιο του ο Ζούλιο Σέζαρ, τερματοφύλακας της Ίντερ Μιλάνου και της Εθνικής Βραζιλίας: «Η καινούργια μπάλα μοιάζει με αυτές τις πολύχρωμες πλαστικές που πουλάνε στα σούπερ μάρκετ ή στα περίπτερα. Ξέρετε, αυτές που κουβαλάς μαζί σου στην παραλία»!

Καταλήγοντας, ο Σέζαρ εξέφρασε μια απορία: «Γιατί αλλάζουν μπάλα σε κάθε διοργάνωση; Μόνο στο ποδόσφαιρο συμβαίνει αυτό. Η μπάλα παραμένει η ίδια στο μπάσκετ, το ράγκμπι και το μπέιζμπολ. Ακόμη και στο χόκεϊ, επί χρόνια διατηρούν τον ίδιο δίσκο. Γιατί όχι και στο ποδόσφαιρο;»

Δεν χρειάζεται να σπαζοκεφαλιάσει κανείς να βρει την απάντηση: Τα ποδοσφαιρικά Μουντιάλ βρίσκουν ανά την υφήλιο μεγαλύτερη απήχηση από τις αντίστοιχες διοργανώσεις των άλλων αθλημάτων. Κατ’ αναλογία, στο ποδόσφαιρο μεγεθύνεται και η προσδοκία ότι η εμφάνιση νέων προϊόντων θα προσελκύσει υποψήφιους αγοραστές. Μήπως άλλωστε το ίδιο δεν γίνεται και με τις φανέλες των ποδοσφαιρικών συλλόγων; Για λόγους εμπορικούς λανσάρονται διαρκώς περισσότερα «μοντέλα» από όσα πραγματικά χρειάζονται, είτε με μικρές διαφορές εν συγκρίσει προς τα προηγούμενα είτε με μεγάλη χρωματική ποικιλία.

Παράδειγμα: Όλοι ξέρουν ότι το χρώμα της Λίβερπουλ είναι το κόκκινο – εξ ου και το προσωνύμιο της ομάδας, «Ρεντς». Ε, κατά καιρούς η Λίβερπουλ λάνσαρε φανέλες πράσινες, γκρίζες, καναρινί, άσπρες, μαύρες! Τέτοιας έκτασης …μπουτίκ δεν εξηγείται απλώς με την επίκληση της ανάγκης κάθε ομάδας να διαθέτει μια – δυο εναλλακτικές φανέλες.

Επαρκώς εξηγείται, μόνο με γνώμονα το μάρκετινγκ: Ο οπαδός θα αγοράσει ευκολότερα κάτι που δεν θυμίζει καθόλου όσα προμηθεύτηκε έως τώρα. Αρκεί να πεισθεί να λειτουργήσει ως …καταναλωτικός συλλέκτης.

Η διαφορά βεβαίως είναι πως οι διαφορετικές φανέλες δεν επηρεάζουν τις προσπάθειες των παικτών, αλλά μια εξεζητημένη μπάλα μπορεί να το κάνει. Μικρή σημασία, όμως, έχει αυτό στους εμπορικούς κώδικες που «δυναστεύουν» τις σημαντικές διοργανώσεις. Νέο να’ ναι κι ό,τι να’ ναι!

Σε τελική ανάλυση, ζούμε στην εποχή της άνθησης της βιομηχανίας του τζόγου στο ποδόσφαιρο: Αν επαληθευθούν οι φόβοι των παικτών, εάν δηλαδή η νέα μπάλα με τα καπρίτσια της αυξήσει το μερίδιο της τύχης στην έκβαση κάποιων κρίσιμων φάσεων, θα έχουμε να λέμε ότι το νέο «προϊόν» είναι «ιν».

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *