Ανακοινώθηκε από τον Α. Αλαβάνο η συγκρότηση πολιτικού φορέα με το όνομα “Σχέδιο Β” (Plan B) και παρουσιάστηκαν οι βασικές κατευθύνσεις των πολιτικών προτάσεων του νέου σχήματος. Ποια είναι η σχέση αυτών των κατευθύνσεων με το πολιτικό πλαίσιο που έχει καταθέσει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ενόψει της 2ης Συνδιάσκεψής της στις 1-2 Ιουνίου, ως αναγκαία βάση για τη μετωπικάή συμπόρευση αριστερών δυνάμεων;
Αντικαπιταλιστική αντι-ΕΕ Αριστερά
Μεταβατικό πρόγραμμα
Αρκετή συζήτηση έχει γίνει για τις ως τώρα διατυπωμένες θέσεις του Plan B και αν αυτές προσεγγίζουν εκείνες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, δημιουργώντας τη βάση μιας πολιτικής συμπόρευσης. Ας βάλουμε τη συζήτηση σε μια σειρά. Ιδού πώς περιγράφει το πολιτικό πλαίσιο του Plan B ο επικεφαλής του:
«Η αποχώρηση από το ευρώ είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη σωτηρία και την ανάκαμψη. Από μόνη της όμως δεν αρκεί. Είναι κρίκος σε μια σειρά μετασχηματισμών αριστερού προσανατολισμού, που απευθύνονται όμως σε όλους τους πολίτες. Την άμεση παύση πληρωμών προς τους ξένους δανειστές. Την εθνικοποίηση των τραπεζών. Τον οικονομικό σχεδιασμό. Την παραγωγική ανασυγκρότηση. Τη δυναμική παρουσία των δημόσιων επενδύσεων. Τη συγκρότηση ενός Κοινωνικού Κράτους. Επειδή πλευρές των πολιτικών αυτών θα έρθουν σε σύγκρουση με το καθεστώς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο λαός με δημοψήφισμα θα πάρει την απόφαση για την περαιτέρω πορεία του».
Και να πώς τοποθετούν οι Θέσεις για τη 2η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ όχι το πολιτικό της πρόγραμμα (που είναι και οφείλει να είναι πιο προωθημένο), αλλά το πολιτικό πλαίσιο για μια μετωπική συμπόρευση των δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής, αντι-ΕΕ και αντιιμπεριαλιστικής Αριστεράς:
«Πολιτική βάση μιας τέτοιας μετωπικής συμπόρευσης είναι το αναγκαίο κι απαραίτητο σήμερα μεταβατικό αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα. Η μονομερής κατάργηση των μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων. Η άρνηση πληρωμής – διαγραφή του χρέους. Το διώξιμο της τρόικας και κάθε κηδεμόνα.
Η έξοδος από το ευρώ και την ΕΕ. Η εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας χωρίς αποζημίωση. Ο εργατικός και κοινωνικός έλεγχος στην παραγωγή και σε όλη την κοινωνία. Η πάλη για πραγματική δημοκρατία και λαϊκή κυριαρχία του εργαζόμενου λαού και η απελευθέρωση από τα δεσμά του σύγχρονου απολυταρχισμού του κεφαλαίου.
Η υπεράσπιση της ζωής των εργαζομένων στην πάλη για την επιβίωση και η βελτίωση της θέσης τους ενάντια στη δικτατορία των μνημονίων, του κέρδους και της ανταγωνιστικότητας. Η ανατροπή της κυβέρνησης και της πολιτικής της, και κάθε κυβέρνησης με αντιλαϊκή πολιτική.
Αναγκαία είναι για μας ακόμη η γραμμή της αγωνιστικής κλιμάκωσης, η αντισυνδιαχειριστική λογική και η επίγνωση ότι δεν υπάρχει περιθώριο για μια “φιλολαϊκή” κυβερνητική διαχείριση στα πλαίσια του ευρώ, της ΕΕ και του συστήματος, η επιμονή στην ανάγκη για επαναστατικές αλλαγές και για τη διεκδίκηση μιας σύγχρονης σοσιαλιστικής προοπτικής».
Θεωρώντας ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ εννοεί αυτό το πλαίσιο και μάλιστα το εννοεί ως «πολιτική βάση» -όπως αναφέρουν οι Θέσεις- κι όχι ως «οροφή», που καλό είναι να υπάρχει στα χαρτιά αλλά χρήσιμο είναι να εγκαταλειφθεί στην πράξη για «μέτωπα» σε χαμηλότερη πολιτική βάση, μπορούμε να κάνουμε ορισμένες συγκρίσεις. Ίσως αδικείται απ’ αυτές το Plan B, που για την ώρα έχει μόνο περίγραμμα θέσεων – και μάλιστα αντιφατικών. Ίσως, πάλι, τα πρώτα σινιάλα που επέλεξε να εκπέμψει είναι ενδεικτικά των κατευθύνσεών του.
Στο πλαίσιο του Plan B δεν υπάρχει -ως τώρα- η μονομερής κατάργηση των μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων. Ούτε η κατάργηση των νόμων που σφαγιάζουν μισθούς και συντάξεις, κατοχυρώνουν τη φορολεηλασία και την εργασία τύπου γαλέρας, απελευθερώνουν τις απολύσεις και τις ατομικές συμβάσεις. Όλα αυτά αποτελούν ρητή θέση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και κάθε σωματείου που «σέβεται» τον εαυτό του.
Αυτή η έλλειψη, σε συνδυασμό με τη θέση ότι «εμείς δεν απευθυνόμαστε σε κάποιο “αντιμνημονιακό κοινωνικό ρεύμα”» (συνέντευξη του επικεφαλής του Plan B στον Π. Κουρτζίδη), προκαλεί ερωτηματικά. Που μεγεθύνονται όταν, στην ερώτηση αν θα συνεργαστεί με αντιμνημονιακές δυνάμεις για να καταργηθεί το μνημόνιο, απαντά:
«Στις αρχές του 2010 κανένας δεν μπορούσε να πάρει το μνημόνιο και να το πετάξει στον σκουπιδοντενεκέ. Σήμερα το μνημόνιο είναι η τραγική πραγματικότητα που βιώνουμε. Με ποιον τρόπο θα βγούμε από αυτήν, με ποιον τρόπο θα δημιουργηθούν δουλειές και θα ανέβουν τα εισοδήματα, με ποιον τρόπο θα βγούμε από την ύφεση, αυτό θέλει να μάθει ο ελληνικός λαός».
Στο πλαίσιο του Plan B δεν υπάρχει η διαγραφή του χρέους – ρητό αίτημα δεκάδων σωματείων και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η παύση πληρωμών (για πόσο, για πάντα;) δεν ταυτίζεται υποχρεωτικά με την πλήρη διαγραφή όλου του χρέους.
Υπάρχει η εθνικοποίηση των τραπεζών, αλλά όχι δύο κρίσιμα ζητήματα: χωρίς αποζημίωση – με εργατικό κοινωνικό έλεγχο.
Υπάρχει η ασαφής θέση περί «συγκρότησης Κοινωνικού Κράτους». Αλίμονο, όμως, αν ο ορίζοντας της Αριστεράς είναι το κοινωνικό κράτος, δηλαδή ο καπιταλισμός της προηγούμενης φάσης. Ακόμη κι αν το αντιπαρέλθουμε αυτό, πώς συγκεκριμενοποιείται το εν λόγω αίτημα, όταν δεν υπάρχει κουβέντα για ανάκληση ιδιωτικοποιήσεων κι απόκρουση νέων· για αύξηση των δαπανών για την παιδεία· για αυξήσεις σε συντάξεις· για αποκατάσταση της ζημιάς που υπέστησαν τα ταμεία με το κούρεμα.
Δίνεται «προτεραιότητα στη δημιουργία θέσεων εργασίας, το κοινωνικό κράτος και την ανάπτυξη». Αλλά μπορεί να γίνει χωρίς χτύπημα των κερδών κι ανακατανομή του κοινωνικού πλούτου; Χωρίς μείωση των ωρών εργασίας; Μπορεί ένα πρόγραμμα να χαρακτηριστεί ριζοσπαστικό, να θεωρηθεί ότι «ακουμπά» στις αγωνίες και τις ανάγκες των εργαζομένων χωρίς σαφή αιχμή κατά του κεφαλαίου, των εργοδοτών, της αγοράς; Μπορεί να αποκρουστεί η εξαθλίωση των εργαζομένων χωρίς σύγκρουση με αυτούς; Και τι σημαίνει η ως τώρα απουσία σαφούς αιχμής απέναντί τους από το Plan B;
Προβάλλονται τα ασαφή αιτήματα για «οικονομικό σχεδιασμό», «παραγωγική ανασυγκρότηση» και «δυναμική παρουσία των δημόσιων επενδύσεων». Αλλά ποιος, πώς και τι θα ανασυγκροτήσει και θα σχεδιάσει; Μπορεί να γίνει αυτό αν δεν έχεις ούτε το πεπόνι (τις παραγωγικές μονάδες, τις υπηρεσίες, τις υποδομές, τα δίκτυα διανομής – που είναι ιδιωτική ιδιοκτησία), ούτε το μαχαίρι, την εξουσία;
Υπάρχει η σωστή θέση ότι πλευρές (μόνο πλευρές;) των προτάσεών του θα έρθουν σε σύγκρουση με το καθεστώς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν γίνει αυτό, τι κάνουμε; Το Plan B απαντά:
«Ο λαός με δημοψήφισμα θα πάρει την απόφαση για την περαιτέρω πορεία του». Δεν απαντά, όμως, σε μια «λεπτομέρεια»: Το ίδιο το Plan B τι θέση θα πάρει σε ένα τέτοιο δημοψήφισμα; Έξοδος από την ΕΕ ή όχι; Μετά την εμπειρία της Κύπρου, αυτή η απάντηση δεν μπορεί να αφεθεί μετέωρη, για «όταν προκύψει», γιατί ξέρουμε ότι θα προκύψει πολύ γρήγορα· κι άρα το κίνημα πρέπει να είναι προετοιμασμένο από τώρα, αν δεν θέλει να γίνει «της Κύπρου».
Για να υπάρχουν, λοιπόν, καθαρές σχέσεις, πρέπει να υπάρχουν καθαρές θέσεις – κι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ τις έχει με τη θέση για διπλή έξοδο από ευρώ και ΕΕ, σε συνδυασμό με τους άλλους αντικαπιταλιστικούς στόχους. Όμως, η θέση για «μια νέα Ευρώπη της αλληλεγγύης, της ισότητας, της δικαιοσύνης» ή για μια «νέα ισότιμη ευρωπαϊκή οικονομική και νομισματική συνεργασία» δεν απαντά στην κλιμάκωση της ταξικής πάλης που θα υπάρξει αν η Ελλάδα βγεί από το ευρώ. Κι ούτε σαφής είναι. Τουναντίον, αποτελεί σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ, της ΔΗΜΑΡ και, γιατί όχι, της ΝΔ.
Θα πει κάποιος. Μα ήδη το Plan B έχει κάνει ένα βήμα, με τη θέση για έξοδο από το ευρώ. Αυτό ισχύει, αν συγκριθεί με τα προγενέστερα «ναι στο Μάαστριχτ» και στην ΕΕ. Και θα ήταν ανόητος όποιος δεν το αξιοποιούσε στην κοινή δράση. Όμως, η ζωή και η ταξική πάλη, εν τω μεταξύ, έχουν κάνει εκατό βήματα, έχουν αλλάξει κυριολεκτικά επίπεδο.
Έτσι, αυτό το βήμα που χτες θα φάνταζε επαρκές, σήμερα -παρά τη σημασία του- φαντάζει μικρό μπροστά στις απαιτήσεις της σύγκρουσης που ωριμάζει. Άρα, αν θέλουμε να είμαστε εντός της αγωνίας και των αγώνων του λαού, είμαστε υποχρεωμένοι να βάλουμε τον πήχη στη θέση του άλματος επί κοντώ -όπου η ίδια η πραγματικότητα τον θέτει- κι όχι του άλματος εις ύψος πεντάχρονων.
Τέλος, για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, υποκείμενο της πολιτικής που προτείνει είναι ο αγωνιζόμενος λαός. Στο Plan B, όσο κι αν ψάξει κανείς, δύσκολα βρίσκει το ρόλο του κινήματος – τουλάχιστον όχι σε βαρύνουσα θέση όπως θα άρμοζε σε ριζοσπαστική πρόταση. Υπάρχει, βέβαια, το: «Στόχος είναι η διαμόρφωση ενός μεγάλου κοινωνικού και πολιτικού μετώπου των δυνάμεων της εργασίας με παλλαϊκή διάσταση, με στήριξη στην κοινωνική οργάνωση του λαού, με δυνατότητα να οδηγήσει σε μια κυβέρνηση απελευθέρωσης και προόδου». Ο καθένας μπορεί να δει αν και πόσο αυτό συνδέεται με τη λογική της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Αφήστε μια απάντηση