Πλυντήριο για Νετανιάχου οι συνομιλίες

Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου – “ΠΡΙΝ”

Τραγικά απομονωμένος από τους ομοεθνείς του, ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούντ Αμπάς, σύρθηκε στις απ’ ευθείας διαπραγματεύσεις της Ουάσινγκτον υπό τον εκβιασμό των Αμερικανών, επιταχύνοντας έτσι την αμφισβήτηση στο πρόσωπό του και το πολιτικό του τέλος.

Σε ατμόσφαιρα πολύ χαμηλών προσδοκιών ξεκίνησαν την περασμένη Πέμπτη στην Ουάσινγκτον οι διαπραγματεύσεις μεταξύ του ισραηλινού πρωθυπουργού Βενιαμίν Νετανιάχου και του παλαιστινίου προέδρου Μαχμούντ Αμπάς. Ο Μπαράκ Ομπάμα έσυρε σχεδόν με το ζόρι τους δύο άνδρες στην αμερικανική πρωτεύουσα και έθεσε ως στόχο τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους μέσα σε ένα χρόνο, κάτι που αντιμετωπίσθηκε από τους περισσότερους σοβαρούς αναλυτές ως όνειρο θερινής νυκτός. Οι δύο φιλοξενούμενοι του Λευκού Οίκου συμφώνησαν να συναντιώνται ανά δεκαπενθήμερο, αλλά εδώ αρχίζει και τελειώνει η συγκομιδή του πρώτου γύρου των συνομιλιών. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν οι επόμενοι γύροι αποφέρουν οτιδήποτε περισσότερο. Άλλωστε, η τελευταία δεκαετία είναι γεμάτη από «ιστορικές διαπραγματεύσεις» (Καμπ Ντέιβιντ 2000, Άκαμπα 2003, Ανάπολη 2007), οι οποίες ξεκινούσαν πάντα με πληθωρικές υποσχέσεις περί «τελικής λύσης» του Παλαιστινιακού σε ένα – δύο χρόνια και κατέληγαν σε πλήρες αδιέξοδο, απογοήτευση, εξεγέρσεις και νέους πολέμους.

Η κακοδαιμονία των «ειρηνευτικών συνομιλιών» για την παλαιστινιακή πλευρά ξεκίνησε πολύ νωρίς, ήδη από τη συμφωνία του Όσλο (1993). Το μεγαλύτερο, πραγματικά ιστορικό λάθος του Γιάσερ Αραφάτ ήταν ότι δέχθηκε να συνθηκολογήσει χωρίς το Ισραήλ να παγώσει καν τους εβραϊκούς εποικισμούς, που καταβροχθίζουν από το 1967, χρόνο με το χρόνο, μήνα με το μήνα, ολοένα και μεγαλύτερα κομμάτια παλαιστινιακής γης. Σε αντίθεση με την εικόνα που καλλιεργούν τα δυτικά μέσα ενημέρωσης, το πρόβλημα δεν βρίσκεται μόνο στις «σκληροπυρηνικές» κυβερνήσεις των Σαρόν, Νετανιάχου κ.ά., αλλά στο σύνολο του ισραηλινού κατεστημένου, το οποίο ουδέποτε αποδέχθηκε, στην πραγματικότητα, τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους, έστω και στα σύνορα του 1967 – δηλαδή, μόλις στο 22% της ιστορικής Παλαιστίνης. Είναι χαρακτηριστικό ότι επί κυβερνήσεων των «ειρηνόφιλων», υποτίθεται, Γιτζάκ Ράμπιν και Σιμόν Πέρες, σημειώθηκε η μεγαλύτερη αναλογικά επέκταση των εποικισμών, της τάξης του 50%.

Για να έχει ρεαλιστικές πιθανότητες επιτυχίας, οποιαδήποτε διαπραγμάτευση προϋποθέτει μια ορισμένη ισορροπία δυνάμεων. Στη σημερινή συγκυρία, οι συσχετισμοί είναι τόσο συντριπτικά εναντίον των Παλαιστινίων, που καθιστούν τη διαπραγμάτευση απαγορευτική, επί ποινή εθνικής αυτοκτονίας. Η δεύτερη Ιντιφάντα εξέπνευσε, δίνοντας τη θέση της στις εμφύλιες συγκρούσεις Φατάχ – Χαμάς, που διχοτόμησαν ντε φάκτο τα παλαιστινιακά εδάφη μεταξύ Γάζας και Δυτικής Όχθης, το Ισραήλ ολοκλήρωσε το Τείχος χάρη στο οποίο κατέχει σήμερα το 42% της Δυτικής Όχθης, χωρίς να αντιμετωπίζει ένοπλες επιθέσεις από παλαιστίνιους μαχητές και η εβραϊοποίηση της Ανατολικής Ιερουσαλήμ προχωράει κανονικά, ενώ οι έποικοι έχουν ξεπεράσει το μισό εκατομμύριο.

Με αυτούς τους όρους, είναι ηλίου φαεινότερον ότι ο Νετανιάχου δεν έχει κανέναν απολύτως λόγο να κάνει υποχωρήσεις, κάτι που θα ήταν εξ άλλου πολύ δύσκολο, ακόμη κι αν υποτεθεί ότι θα το ήθελε ή ότι θα του το επέβαλε ο Ομπάμα. Είναι γνωστό ότι ο Νετανιάχου ηγείται της πιο ακροδεξιάς, εξτρεμιστικής κυβέρνησης που είχε ποτέ το Ισραήλ, μιας πραγματικής συλλογής τεράτων, όπως ο κραυγαλέα ρατσιστής υπουργός Εξωτερικών Αβιγκντόρ Λίμπερμαν και το φονταμενταλιστικό κόμμα των υπερορθόδοξων «Σας», ο πνευματικός ηγέτης του οποίου, αρχιραβίνος Οβάντια Γιόζεφ, ευχήθηκε στο σαββατιάτικο κήρυγμά του να πεθάνουν από πανούκλα ο Αμπάς και όλοι οι Παλαιστίνιοι. Προφανώς, οποιοδήποτε βήμα για σοβαρή διαπραγμάτευση με τους Παλαιστίνιους προϋποθέτει τη διάλυση της σημερινής κυβέρνησης και το σχηματισμό νέας, με το κόμμα Καντίμα της Τζίπι Λίβνι στη θέση των υπερορθόδοξων φρικιών. Αλλά ακόμη κι έτσι, σοβαροί αναλυτές, εντός και εκτός Ισραήλ, πιστεύουν ότι αν ο Νετανιάχου επιχειρούσε τη διάλυση μεγάλων εβραϊκών εποικισμών, θα διακινδύνευε αιματηρές εμφύλιες συγκρούσεις, ίσως και στάση στον ισραλινό στρατό.

Στο μεταξύ, ο Αμπάς δεν έχει ούτε το παραμικρό διαπραγματευτικό χαρτί στα χέρια του. Η προεδρική του θητεία έχει εκπνεύσει προ πολλού και διατηρείται πραξικοπηματικά στο αξίωμά του ελέω Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ 1,5 εκατομμύριο Παλαιστίνιοι της Λωρίδας της Γάζας διοικούνται όχι από αυτόν, αλλά απο τη Χαμάς. Μέχρι την περασμένη εβδομάδα επίσημη θέση της PLO και της Παλαιστινιακής Αρχής ήταν ότι δεν επρόκειτο να λάβει μέρος σε απ’ ευθείας συνομιλίες παρά μόνον αν το Ισραήλ πάγωνε, αν μη τι άλλο, τους εποικισμούς, διαφορετικά θα επρόκειτο για διαπραγματεύσεις – παρωδία, απλό φύλλο συκής του Νετανιάχου και του σιωνιστικού κράτους, που κηλιδώθηκαν και απομονώθηκαν διεθνώς ύστερα από τη σφαγή του Στολίσκου της Ελευθερίας. Ο Αμπάς σύρθηκε στην Ουάσινγκτον, χωρίς καμία εξουσιοδότηση της PLO, με την εκπεφρασμένη αντίθεση όλων των άλλων οργανώσεων και ρευμάτων πλην της Φατάχ (Χαμάς και Τζιχάντ, παλαιστινιακή Αριστερά, ανεξάρτητων) ύστερα από τον εκβιασμό, όπως λέγεται, των Αμερικανών ότι σε διαφορετική περίπτωση θα του έκοβαν την οικονομική βοήθεια. Η Χαμάς έκανε σαφές ότι θα επιδιώξει με κάθε τρόπο την υπονόμευση των διαπραγματεύσεων και έδωσε το πρώτο δείγμα γραφής με τη δολοφονία τεσσάρων ισραηλινών εποίκων έξω από τη Χεβρώνα. Οι μαζικές συλλήψεις μαχητών της Χαμάς (ξεπέρασαν τις 150) και η βίαιη καταστολή διαδηλώσεων αριστερών και ανεξαρτήτων από τις δυνάμεις του Αμπάς, τον εξέθεσαν ακόμη περισσότερο στα μάτια των Παλαιστινίων, για ντε φάκτο συνεργασία με τις κατοχικές δυνάμεις.

Ασφαλώς, ένα ορισμένο είδος παλαιστινιακού «κράτους» θα μπορούσε κάλιστα να δημιουργηθεί, και μάλιστα όχι σε ένα χρόνο, αλλά και αύριο το πρωί: Ένα «κράτος», που θα άφηνε στους Ισραηλινούς το μεγαλύτερο μέρος της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, τους μεγαλύτερους εποικισμούς, σημαντικό τμήμα της κοιλάδας του Ιορδάνη και των παλαιστινιακών υδάτων, ένα κράτος αποστρατιωτικοποιημένο, με τη Γάζα και τη Δυτική Όχθη υποτελείς στην Αίγυπτο και την Ιορδανία αντίστοιχα, χωρίς καμία εδαφική συνέχεια, χωρίς δικαίωμα επιστροφής των εκατομμυρίων προσφύγων, που θα αναγνωρίζει την εβραϊκότητα του κράτους του Ισραήλ. Θα δεχθεί ο Αμπάς να υπογράψει μια τέτοια, προδοτική συμφωνία; Φαίνεται απίθανο, αλλά και αν το κάνει, είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα επιβιώσει πολιτικά, από την ανάφλεξη που θα προκαλέσει.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *