Δεν πρόκειται να το δεχτούν. Δε θα το κάνουν. Εμείς όμως θα το ζητάμε. Κι έτσι θα πιέζουμε. Κάποια μικρά μπορεί να γίνουν κάτω από λαϊκή πίεση. Τα άλλα δε γίνονται.
Να σου πω και κάτι που αποτελεί τη βάση της πολιτικής σκέψης ενός επαναστάτη. Εμείς επιδιώκουμε αλλαγές που σε πολλούς φαντάζουν απραγματοποίητες. Ο πολύς κόσμος δε μπορεί εύκολα να φανταστεί πως θα υπάρξει κομμουνισμός. Παλιότερα, μέχρι το 1917, δε μπορούσε να φανταστεί πως θα γινόταν σοσιαλιστική επανάσταση και θα νικούσε. Ακόμα παλιότερα, δε μπορούσε να φανταστεί πως θα μπορούσαν οι αμόρφωτοι εργάτες να φτιάξουν συνδικάτα, εργατικά κόμματα και να αγωνιστούν για τα δικά τους συμφέροντα. Ο ρεφορμισμός είναι αυτή ακριβώς η έλλειψη πίστης στη δυνατότητα να πραγματοποιηθούν τα μεγάλα όνειρα. Κι ο ρεφορμισμός είναι πιο εύκολο να πείσει, όσο τα πράγματα μένουνε στάσιμα. Αύριο μεγαλώνοντας θα μπεις και στο σωματείο σου. Ποια είναι η ρεφορμιστική πολιτική στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα; Το να διεκδικείς μόνο μέχρι εκεί που είσαι σίγουρος πως θα υποχωρήσει η εργοδοσία. Ποια είναι η επαναστατική γραμμή; Το να διεκδικείς, μέχρι εκεί που μπορούν να δώσουν τον αγώνα οι εργάτες. Κι αυτό θα το κρίνεις βλέποντας τις διαθέσεις τους, έχοντας στενή σχέση μαζί τους, όντας σάρκα από τη σάρκα τους. Αν αδιαφορήσεις για τις διαθέσεις τους και προτείνεις αυτά που εσύ φαντάζεσαι σαν επαναστατικά, απλώς γίνεσαι αριστεριστής και ξεκόβεσαι απ’ την τάξη. Ποια θα ήταν μια συνεπής ρεφορμιστική πολιτική για την επανάσταση; Να μη μιλάμε γι’ αυτήν, γιατί δεν πρόκειται να γίνει. Να κοιτάμε μπας και πετύχουμε τίποτα μικροβελτιώσεις κι αργότερα βλέπουμε. Τι λέμε εμείς; Οι όποιες μικροβελτιώσεις είναι καλές και τις διεκδικούμε. Ακόμα και τις πιο ασήμαντες. Δεν έχουμε όμως καμιά αυταπάτη, πως μέσα απ’ αυτές θα προκύψει κάτι σημαντικό. Προτείνουμε λοιπόν μια πολιτική που ο κόσμος τη βλέπει σα ρεαλιστική. Συσπειρώνοντας τον κόσμο σε αυτή τη βάση, συγκροτούμε ένα μαζικό, λαϊκό κίνημα, που η δυναμική της ανάπτυξής του θα του επιτρέψει να ξεπεράσει και τις όποιες αυταπάτες του. Τότε, στην κρίσιμη στιγμή, ο στόχος εμφανίζεται στο προσκήνιο με τους πραγματικούς όρους επίτευξής του. Οι κομμουνιστές υποστηρίζουμε τις μεταρρυθμίσεις γιατί ενδιαφερόμαστε να καλυτερεύει η ζωή του λαού, αλλά και γιατί ο κόσμος πείθεται μέσα από μικρές νίκες πως μπορεί να πετύχει και μεγαλύτερες. Σε αυτές τις μεγαλύτερες στοχεύουμε κι αυτές προετοιμάζουμε. Οι ρεφορμιστές αντίθετα μιλάνε για μεταρρυθμίσεις κι όταν τις πετυχαίνουν μέσα από χίλιες-μύριες επιφυλάξεις, αρκούνται σε αυτές. Ο κόσμος τότε μαθαίνει να μη διεκδικεί τα μεγάλα, μαθαίνει να αρκείται στα λίγα, δε μαθαίνει να εμπιστεύεται τις ίδιες του τις δυνάμεις. Υπάρχουν βέβαια κι οι υπερεπαναστάτες, οι αριστεριστές. Αυτοί υποτιμούν τους αγώνες για τα μικρά, γιατί θεωρούν πως αποπροσανατολίζουν τον κόσμο. Αυτοί νομίζουν πως μπορεί ο κόσμος να ζητήσει τα μεγάλα, χωρίς να έχει περάσει απ’ το σχολείο των αγώνων για τα μικρά τα καθημερινά. |
Το απόσπασμα είναι ελάχιστα παραλλαγμένο για να βγαίνει νόημα χωρίς τα συμφραζόμενα του μυθιστορήματος από το υπόλοιπο βιβλίο του Γιώργου Αλεξάτου, “Πλατεία Μπελογιάννη (εκδόσεις κψμ) και αναδημοσιεύεται από εδώ
Με αφορμή αυτό το κείμενο, αναδημοσιεύουμε και ένα απόσπασμα από μια παλιότερη πρόταση μας σε αυτό εδώ το blog:
Από πρόσφατο άρθρο του “Έθνους”:
Το 35ωρο εξακολουθεί να διχάζει 10 χρόνια μετά
Δέκα χρόνια μετά την ψήφιση του επαναστατικού νομοσχεδίου που άλλαξε το εργασιακό περιβάλλον της Γαλλίας, το περιβόητο «35ωρο» διχάζει σήμερα περισσότερο από ποτέ. Ποια ήταν τελικά τα αποτελέσματα της μείωσης των ωρών εργασίας που θεσμοθετήθηκε από την τότε σοσιαλιστική κυβέρνηση του Λιονέλ Ζοσπέν -και της υπουργού Εργασίας και νυν αρχηγού του Κόμματος Μαρτίν Ομπρί- και η οποία για μεγάλο διάστημα παρουσιαζόταν ως μία από τις σημαντικότερες «κοινωνικές κατακτήσεις» της χώρας; Η αλήθεια είναι ότι οι απόψεις διίστανται και παρά το γεγονός ότι υπάρχουν ακόμα σοβαρές φωνές που υπερασπίζονται τη σχετική απόφαση, πολλοί από τους άλλοτε προασπιστές της, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο πρώην πρωθυπουργός Λιονέλ Ζοσπέν, τη χαρακτηρίζουν σήμερα ως ένα μεγάλο «οικονομικό λάθος». Οπως επισημαίνουν όσοι προωθούν την κατάργηση του 35ώρου, «το συγκεκριμένο μέτρο θεσπίστηκε με στόχο τη δημιουργία εργασιακών θέσεων, ωστόσο οι αριθμοί διαψεύδουν την οποιαδήποτε συνεισφορά του προς αυτή την κατεύθυνση». Σύμφωνα με το εν λόγω στρατόπεδο, η δημιουργία θέσεων εργασίας που καταγράφτηκε μεταξύ του 1999 και του 2002 ήταν αποτέλεσμα των θετικών δεικτών ανάπτυξης και ουδεμία σχέση είχε με το 35ωρο, ενώ προσθέτουν ότι «το 35ωρο είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί το στρες στον χώρο εργασίας, αφού οι υπάλληλοι προσπαθούν με κάθε τρόπο να ολοκληρώσουν το έργο τους σε λιγότερο χρόνο από αυτόν που διαθέτουν οι συνάδελφοί τους στην υπόλοιπη Ευρώπη». Από την άλλη πλευρά, βέβαια, αρκετοί αναλυτές σπεύδουν να υπογραμμίσουν ότι η κριτική που ασκείται στο 35ωρο ίσως είναι «πιο σκληρή από αυτό που αξίζει». Οπως επισημαίνουν, είναι άδικο να μην αποδίδεται στο 35ωρο έστω ένα μέρος της δυναμικής που κατέγραψε η αγορά εργασίας μετά την ψήφισή του το 1999. |
Το άρθρο ασχολείται με το νομοσχέδιο που εφαρμόστηκε πριν κάποια χρόνια στη Γαλλία, και καθιέρωνε το 35ωρο για κάποιες κατηγορίες (όχι για όλους) εργαζόμενων.
Όπως λοιπόν επισημαίνει το άρθρο, υπάρχει διχογνωμία για το κατά πόσο η [μερική έστω] εφαρμογή του 35ωρου δημιούργησε όντως νέες θέσεις εργασίας ή όχι.
Η ειρωνεία είναι πως αυτοί που ουσιαστικά “σαμπόταραν” το 35ωρο, είναι τώρα αυτοί που το βγάζουν “αποτυχία”:
Ας πούμε ότι έχουμε 2 εταιρείες Α και Β, που ασχολούνται με τον ίδιο κλάδο (πχ φτιάχνουν ρούχα).
Έστω ότι η εταιρεία Α εφαρμόζει το 35ωρο, κάτι που σημαίνει ότι μειώνει την παραγωγή της, αν διατηρήσει τους ίδιους εργαζόμενους, ή αυξάνει το λεγόμενο “εργατικό κόστος” (μισθοί εργαζόμενων) προσλαμβάνοντας περισσότερους εργαζόμενους, αν θέλει να διατηρήσει/αυξήσει την παραγωγή της.
Τι γίνεται όμως αν η εταιρεία Β αποφασίσει να μην το κάνει αυτό, και να μετακομίσει στην Κίνα, όπως ήδη έχουν κάνει τόσες και τόσες εταιρείες?
Τότε, ναι μεν η εταιρεία Α έχει προσλάβει νέους εργαζόμενους (λόγω του 35ωρου δημιουργήθηκαν δηλαδή νέες θέσεις εργασίας), αλλά έχουμε παράλληλα και απώλεια θέσεων εργασίας στη Γαλλία (και στην κάθε Γαλλία), καθώς η εταιρεία Β τις μετέφερε στην Κίνα, προτιμώντας να εκμεταλλευτεί τους εργάτες εκεί, μιας και και σε χώρες όπως η Κίνα η εργατική τάξη έχει καταφέρει πολύ λιγότερα πράγματα απέναντι στους εκμεταλλευτές της, και οι μισθοί είναι ελάχιστοι.
Και δεν είναι μόνο αυτό, καθώς μετά η εταιρεία Β μπορεί να κάνει εισαγωγές (χωρίς να πληρώνει δασμούς χάρη στη νομοθεσία που εδώ και κάποια χρόνια έχει περάσει περί “ελεύθερου εμπορίου”) στη Γαλλία, σε τιμές πιο φτηνές σε σχέση με τις τιμές που έχει η εταιρεία Α που έμεινε στη Γαλλία.
Έτσι, νομοτελειακά πολλές εταιρείες όπως η Α βλέπουν τις πωλήσεις τους να πέφτουν, και έτσι συρρικνώνονται ή και κλείνουν εντελώς, ενώ εταιρείες όπως η Β γιγαντώνονται (άρα εμμέσως έχουμε περαιτέρω απώλεια θέσεων εργασίας σε χώρες της δύσης, λόγω των λουκέτων, και μεταφορά τους στην Κίνα, αφού η άνοδος των κερδών βοηθά τις επενδύσεις εκεί, αφού τα περιθώρια κέρδους για έναν επιχειρηματία είναι εκεί μεγαλύτερα).
Επιπλέον, αν μια εταιρεία Γ αποφασίσει να κάνει μια επένδυση θα το σκεφτεί πολύ για να πάει σε μια χώρα της “δύσης”, όταν μπορεί κάλλιστα να πάει στην Κίνα, την Ινδία, κτλ, για τους λόγους που ήδη αναφέρθηκαν (αυξημένα περιθώρια κέρδους).
Όπως λοιπόν βλέπουμε, η εφαρμογή μέτρων όπως το 35ωρο ναι μεν είναι εφικτή, αλλά σαμποτάρεται από αυτούς που θα χάσουν από την εφαρμογή τέτοιων μέτρων, τους εργοδότες.
Και το “κερασάκι στην τούρτα” είναι πως μετά βγαίνουν οι εφημερίδες (που μαντέψτε ποιοι τις ελέγχουν, σε ολοένα και μεγαλύτερο βαθμό) και λένε πως πολιτικές όπως το 35ωρο δεν λειτουργούν:
«το 35ωρο είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί το στρες στον χώρο εργασίας, αφού οι υπάλληλοι προσπαθούν με κάθε τρόπο να ολοκληρώσουν το έργο τους σε λιγότερο χρόνο από αυτόν που διαθέτουν οι συνάδελφοί τους στην υπόλοιπη Ευρώπη».
|
Δεν είναι μόνο στην Ευρώπη, η πίεση είναι κυρίως από την Κίνα/Ινδία. Πώς να επιβιώσεις, όταν “λίγο πιο πέρα” ο εργοδότης μπορεί ανεμποδιστος να βρει εργάτες που θα κάνουν τα ίδια με εσένα (ή και περισσότερα), για μισθούς της πλάκας?
Αφήστε μια απάντηση