Προβολή ταινίας στα Χανιά: “Χάος” των αδελφών Ταβιάνι

Δελτίο Τύπου

1

Ο πολιτιστικός σύλλογος “ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ” ολοκληρώνοντας τον πρώτο κύκλο των προβολών στο κινηματογραφικό αφιέρωμα για τον φημισμένο ριζοσπαστικό ιταλικό κινηματογράφο με τον γενικό τίτλο: “Μικρά Αριστουργήματα Μεγάλων Ιταλών Σκηνοθετών”, σε συνεργασία με τη NEW STAR θα προβάλλει τηνΚυριακή, 13/12 στις 8.00 μ.μ. στη γνώριμη και φιλόξενη αίθουσα του Τ.Ε.Ε. Δυτικής Κρήτης (Νεάρχου 23) την αριστουργηματική ταινία: Χάος (1984) των Πάολο και Βιττόριο Ταβιάνι.

ΣΥΝΟΨΗ: Είμαι λοιπόν, γιος του Χάους. Και όχι αλληγορικά, μα στην πραγματικότητα, αφού γεννήθηκα κοντά σ’ ένα πυκνό δάσος που οι κάτοικοι του Τζιρζέντι το ονομάζουν Καβούζου, παραφθορά της αρχαίας ελληνικής λέξης Χάος.

Το 1984 οι αδελφοί Taviani γύρισαν την αριστουργηματική ταινία Χάος (Kaos), που το σενάριό της βασίστηκε σε νουβέλες του Luigi Pirandello.

Mε φόντο την Σικελία των αρχών του 20ου αιώνα ο νομπελίστας συγγραφέας βυθίζεται στο χάος της ανθρώπινης ψυχής, με τρόπο άλλοτε δραματικό, κι άλλοτε ανάλαφρο, σχεδόν φαρσικό, που πίσω του όμως ενεδρεύει το τραγικό.

Πέντε ιστορίες διαφορετικές μεταξύ τους συνθέτουν μια ποιητική τοιχογραφία της Σικελίας στις αρχές του αιώνα, θίγοντας θέματα όπως: η μετανάστευση και η διάλυση της οικογένειας, ο έρωτας και η επιρροή της φύσης στον ανθρώπινο νου, η επιστροφή του διανοούμενου στην πατρική γη και τις παιδικές μνήμες, η σύγκρουση των κολίγων με τους φεουδάρχες και, φυσικά, ο θάνατος.

Ανάλυση Ταινίας: Οι σκηνοθέτες Paolo και Vittorio Taviani μεταφέρουν στην οθόνη με ρεαλιστική και συνάμα ποιητική κινηματογραφική γλώσσα, έξι διηγήματα του Pirandello, όπου το πρώτο χρησιμοποιείται ως πρόλογος καθώς επίσης και ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στις ιστορίες, και κλείνουν με έναν αριστουργηματικό επίλογο, μια συνάντηση του μεσήλικα συγγραφέα με τη νεκρή μητέρα του στο πατρικό σπίτι.

Στην εισαγωγή της ταινίας, οι σκηνοθέτες αξιοποιούν κινηματογραφικά μόνο μερικές σκηνές από την ιστορία «Το κοράκι του Μιτζάρο», όμως το κοράκι που πετά στον ουρανό με το κουδούνι στο λαιμό του, σηματοδοτεί την αρχή κάθε ιστορίας και λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος των επιμέρους ενοτήτων της ταινίας.

Η πρώτη ιστορία, «Ο άλλος γιος», θίγει το πρόβλημα της μετανάστευσης, όταν τα φτωχά χωριά του ιταλικού νότου άδειαζαν από τους νέους άνδρες που έφευγαν στην Αμερική. Παρά το γεγονός ότι η ιστορία αυτή έλκει την έμπνευσή της σε γεγονότα των τελών του 19ου αιώνα, φαίνεται σήμερα, ιδωμένη μέσα από το πρίσμα των πρόσφατων κοινωνικο-οικονομικών εξελίξεων στη χώρα μας, πιο επίκαιρη από ποτέ. Κεντρικό πρόσωπο μια τρελή μάνα (εξαιρετική η ερμηνεία της Margarita Lozano) που στέλνει γράμματα στους ξενιτεμένους γιους της και κρατείται στη ζωή με την ελπίδα της επιστροφής τους. Αξιοσημείωτος είναι ο τρόπος που διαπλέκεται το προσωπικό δράμα της ηρωίδας με τα ιστορικά γεγονότα που συντάραξαν την Ιταλία στα μέσα του δέκατου ένατου αιώνα. Η συνάντηση δηλαδή της μικρής με τη μεγάλη Ιστορία. Η τραγική φιγούρα της μάνας της πρώτης ενότητας της ταινίας είναι, στη συμβολική της διάσταση, η μάνα-πατρίδα που αδυνατώντας να συντηρήσει τα παιδιά της, τα βλέπει να παίρνουν ομαδικά το δρόμο της ξενιτιάς.

Η δεύτερη ιστορία «Ο Φεγγαροχτυπημένος», είναι μια αφήγηση γεμάτη ποίηση, λυρισμό αλλά και τρόμο που μιλά για τον έρωτα και για την επίδραση της φύσης στον ανθρώπινο νου. Πρωταγωνιστεί ένα νιόπαντρο ζευγάρι χωρικών (Claudio Bigagli & Enrica Maria Modugno) που η ζωή του αναστατώνεται όταν η γυναίκα ανακαλύπτει ότι ο άντρας της κάθε πανσέληνο παθαίνει επιληπτικές κρίσεις.
Στην τρίτη ιστορία «Το κιούπι», μια σχεδόν σουρεαλιστική ηθογραφία, σατιρίζονται με καυστικό τρόπο οι εμμονές και η μισαλλοδοξία. Ένας σκληρός γαιοκτήμονας (Ciccio Ingrassia), καβγατζής και δικομανής, βρίσκει το δάσκαλό του στο πρόσωπο ενός φτωχού τεχνίτη ( Franco Franchi), εφευρέτη κόλλας και επιδιορθωτή πιθαριών.
Η επόμενη ιστορία, η τέταρτη κατά σειρά, «Ανάπαυσιν αιωνίαν…!», είναι μια μελαγχολική θλιμμένη ιστορία. Περιγράφει τις άθλιες συνθήκες κάτω από τις οποίες ζούσαν οι Σικελοί χωρικοί στα χρόνια της φεουδαρχίας. Μια ομάδα χωρικών που δεν έχουν κανένα δικαίωμα, ούτε στη ζωή, ούτε στο θάνατο, προσπαθεί να διεκδικήσει χώρο για την ταφή των νεκρών της. Η αδιάλλακτη στάση του άρχοντα της περιοχής (Pasquale Spadola), στον οποίο ανήκουν τα συγκεκριμένα εδάφη, δίνει πολιτικές διαστάσεις στην εν λόγω ιστορία.

2Στη «Συνομιλία με τη μητέρα», την τελευταία ιστορία της ταινίας εξετάζονται τα μεγάλα θέματα της μνήμης, του χρόνου, της απώλειας. Εδώ ο συγγραφέας επιστρέφει στη γενέθλια γη της Σικελίας για να συναντήσει το φάντασμα της νεκρής μητέρας του, και να συμφιλιωθεί με τον πόνο του θανάτου της.

Η κινηματογραφική αφήγηση γίνεται σ’ όλες τις ιστορίες με γραμμική χρονική αλληλουχία. Ο ρεαλισμός της σκηνοθετικής προσέγγισης εμπλουτίζεται με λυρικές αποχρώσεις. Η εισβολή του φανταστικού στην καθημερινότητα δίνεται με εντελώς νατουραλιστικό κινηματογραφικό τρόπο, δημιουργώντας στο θεατή μια «παραμυθένια» αίσθηση, αλλά ανάγοντας παράλληλα τη φύση σε κεντρικό θέμα των ιστοριών. Αυτό που στον Pirandello λειτουργεί σαν φόντο, δηλαδή η φύση της Σικελίας, στην ταινία Kaos αποκτά πρωταγωνιστικό ρόλο.

Φυσικά όπως σε όλες τις ταινίες των Taviani τονίζεται η πολιτική διάσταση των ιστοριών, αν και οι ίδιοι αρνούνται τον χαρακτηρισμό ότι κάνουν «πολιτικό σινεμά».
«Οι χαρακτηρισμοί γίνονται καλή τη πίστει», λέει σε συνέντευξή του ο Vittorio Taviani, «αλλά όλες οι σχηματοποιήσεις είναι λίγο επικίνδυνες και λίγο αμφιλεγόμενες. Το σύνολο της καλλιτεχνικής δημιουργίας δεν μπορεί να περιορίζεται σε μερικούς τύπους. Γι’ αυτό εμείς κάνουμε έναν δικό μας κινηματογράφο μιλώντας για τους ανθρώπους. Δεν είναι ο κινηματογράφος πολιτικός. Οι άνθρωποι είναι πολιτικά όντα. Το σημαντικό είναι ο άνθρωπος μόνος του ανάμεσα στους άλλους». (χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία από το κείμενο της Μαρίας Τσολακούδη από τον ιστότοπο: http://www.vakxikon.gr/)

ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ

Η ταινία θα γυριστεί το 1984, το σενάριο της οποίας βασίζεται σε διηγήματα του Νομπελίστα Σικελού Λουϊτζι Πιραντέλλο (Luigi Pirandello). Πρόκειται για σπονδυλωτή ταινία με 6 ιστορίες από ισάριθμα διηγήματα. Οι σπόνδυλοι αυτοί έχουν τους τίτλους: «Το κοράκι του Μιτζάρο», «Ο άλλος γιος», «Ο Φεγγαροχτυπημένος», «Το πιθάρι», «Ρέκβιεμ» και «Συνομιλία με τη μητέρα».

Η αρχική ιστορία χρησιμεύει σαν πρελούδιο, αφού το κοράκι που θα ελευθερωθεί από τους βοσκούς του Μιτζάρο, πετά ελεύθερο στον αιθέρα με κουδούνι προβάτου στο λαιμό του, σηματοδοτώντας κάθε μια από τις ιστορίες. Είναι ο συνδετικός τους κρίκος· το νήμα που τις ενώνει.

Οι Ταβιάνι με μια ποιητική γλώσσα και χρησιμοποιώντας γραμμική αφήγηση, με μια ρεαλιστική ματιά και με φόντο το Σικελικό τοπίο, προχωρούν σε μια αντιπαράθεση δίπολων, όπως πραγματικού και φανταστικού, υπαρκτού και ποιητικού, πραγματικότητας και επέκεινα, εξερευνώντας το χάος της ανθρώπινης ύπαρξης. Η νατουραλιστική γραφή τους τούς επιτρέπει μια οπτικοποίηση των ιστοριών με εκφραστικότητα και απλότητα. Ο χώρος, ο πραγματικός χώρος της Σικελίας όπου ο Πιραντέλο τοποθετεί της ιστορίες του, στους Ταβιάνι αναπτύσσεται και παίρνει μπορούμε να πούμε τη μορφή πρωταγωνιστικού ρόλου. Οι χαρακτήρες μπορεί να υπάρξουν, να αναπνεύσουν, και να κινηθούν μόνο σε αυτό το τοπίο. Έχουν το χρώμα του, την υφή του, την τραχύτητά του, την καθαρότητά του. Είναι η ψυχή του αλλά και το σώμα του. Ένα σώμα άρρηκτα δεμένο με τούτη τη γη· μια γη που λειτουργεί σαν μητέρα φύση, αλλά και σαν τάφος που θα το υποδεχθεί στοργικά στα σπλάχνα της, σε τούτη την αέναη κυκλική τροχιά που ονομάζουμε χρόνο.

Παναγιώτης Καρώνης

[…] Λοιπόν, η Σικελία του Πιραντέλλο και της Ιστορίας μπορεί να είναι το Χάος, αλλά τούτο το χάος είναι κοσμογονικό. Κανείς δεν είναι αγκιστρωμένος απ’ τη ζωή με τόσο πείσμα όσο ο Σικελός, που δε θα διστάσει να καταφύγει στη Μαφία προκειμένου να επιζήσει.

Προσέξτε στην ταινία των Ταβιάνι το Χάος, τη βασισμένη σε πέντε διηγήματα του Πιραντέλλο, τον πρωταγωνιστικό ρόλο του φυσικού ντεκόρ: Δεν είναι οι ήρωες αυτοί που κινούνται αναγκαστικά μέσα σ’ ένα ντεκόρ που καθοδηγεί την κίνηση και τη συμπεριφορά των ηρώων. Το γεράκι με το κουδούνι προβάτου στο λαιμό που αμολιέται στο σικελικό ουρανό στην πρώτη εισαγωγική σκηνή της ταινίας δεν είναι παρά η καμπάνα της Ιστορίας που την περιφέρει η φύση κι όχι ο άνθρωπος πάνω απ’ τη σικελική γη.

3Ωστόσο, ο πρωτόγονος άνθρωπος (οι βοσκοί) είναι αυτοί που θα αμολύσουν το κουδουνιστό γεράκι, και οι λήψεις με ελικόπτερο που θα γίνουν στη συνέχεια μοιάζουν σαν υποκειμενικά πλάνα του γερακιού, δηλαδή του «πνεύματος της φυλής» που κατεβαίνει απ’ τα όρη και επιτηρεί ολόκληρη τη σικελική γη. Πρόκειται, μ’ άλλα λόγια για ένα «πνεύμα» που έρχεται απ’ τα βάθη της ιστορίας, πριν οι Έλληνες χτίσουν τον Ακράγαντα, την πατρίδα του Πιραντέλλο.

Ύστερα από μια παραμυθένια σκηνή που εισάγει το μύθο στην Ιστορία με τη φύση, τα πέντε σκετς, χάνουν την αφηγηματική τους αυτονομία όχι μόνο γιατί τα συνδέει και τα συνέχει το τοτεμικό «πνεύμα της φυλής» (το κουδουνιστό γεράκι λειτουργεί και σαν λάιτ-μοτίφ και σαν ενωτικός κρίκος στην αλυσίδα των σκετς) αλλά κυρίως διότι και τα πέντε υπηρετούν την ίδια ιδέα που αναδιπλώνεται πέντε φορές, σαν να πρόκειται για πέντε παραλλαγές στο ίδιο μουσικό θέμα. (Οι Ταβιάνι ξεκίνησαν την καριέρα τους σαν μουσικολόγοι, κι όλες οι ταινίες τους έχουν πάντα μια μουσική δομή).

Άλλωστε η μουσική γραμμένη από το Νικόλα Πιοβάνι, μόνιμο συνεργάτη των Ταβιάνι είναι ίδιου ύφους και στα τέσσερα σκετς κι αυτό δηλώνει, ακριβώς την προσπάθεια των σκηνοθετών να υπογραμμίσουν, και με την ηχητική μπάντα, την ιδεολογική συνάφεια ανάμεσα σε πέντε σκετς με διαφορετικά θέματα. (Δεν είναι δύσκολο να υποθέσουμε πως τα πέντε σκετς χρησιμοποιούνται εδώ σαν προσεχτικά επιλεγμένα δείγματα της πιραντελικής σκέψης και προβληματικής κι ότι συνεπώς το φιλμ είναι μια προσπάθεια ερμηνείας αυτού που ονομάστηκε «πιραντελισμός» και που συνίσταται σε μια ζεύξη της περιγραφικής ηθογραφίας και του φανταστικού, μέσα απ’ το αόριστο και το διφορούμενο που υπάρχει σαν κοινό δεδομένο και στη «λαϊκή συμπεριφορά» και στο φανταστικό).

Μέσα απ’ την αστάθεια και τη ροηκότητα των περιγραφόμενων καταστάσεων και στα πέντε σκετς (κάθε θέση ανατρέπεται και καταλήγει σε μια «αντίθεση» που θα αποτελέσει «θέση» παραπέρα εξέλιξη του διαλεκτικού προτσές) διαφαίνεται εντούτοις η προσπάθεια του Πιραντέλλο για την επισήμανση μιας «σταθερής οντότητας» που λειτουργεί σαν αντίβαρο στην διαλεκτική. Πρόκειται για την έννοια της αιωνιότητας, αλλά με μια σημασία που παρακάμπτει την έννοια τεχνηέντως την παραδοσιακή μεταφυσική και βάζει στη θέση της την «αιώνια φύση»: Και στις πέντε ιστορίες, τα αισθήματα είναι αιώνια και ακατάλυτα, η φτώχια ομοίως, η μνήμη επίσης, είναι η σταθερότητα στην ανθρώπινη συμπεριφορά των σιτσιλιάνων. Το γεράκι συνεπώς (το πνεύμα της φυλής) δεν είναι μόνο μια ποιητική αυθαιρεσία αλλά και ένα λειτουργικό σύμβολο. Υπάρχει μια περηφάνια και μια αξιοπρέπεια μέσα σε τούτη τη μιζέρια των προγόνων βοσκών και των εξαθλιωμένων επιγόνων.

Ο Πιραντέλλο πίστευε ειλικρινά στις «ακατάλυτες λαϊκές αξίες». Και τούτος ο λιγάκι άκριτος λαϊκισμός του, περιπλεγμένος με τον πανεπιστημιακό του διανοουμενισμό τον οδήγησε σε μια, κατ’ αρχήν αποδοχή του μουσολινικού φασισμού, τον οποίο ωστόσο, εγκατέλειψε σύντομα. Οι μαρξιστές αδελφοί Ταβιάνι να του συγχωρούν τούτη την παρασπονδία, πολύ κατανοητή άλλωστε σε ανθρώπους που αντιλαμβάνονται τη διαλεκτική ξεκομμένη απ’ την Ιστορία, σαν ένα γίγνεσθαι συνεχώς ανακυκλούμενο που δεν καταλήγει πουθενά, ούτε καν στην χεγκελιανή δημιουργία του υλικού κόσμου με την έκπτωση και το κατακάθισμα του Πνεύματος. Το είπαμε: Η διαλεκτική έχει πολλές παραλλαγές.

Βασίλης Ραφαηλίδης, Έθνος, 1 Δεκεμβρίου 1985

Λίγα λόγια για τη μουσική επένδυση της ταινίας:

Τα μουσικά θέματα που ο Νικόλα Πιοβάνι συνέθεσε για τις εικόνες αυτού του αριστουργήματος, έχουν τη δική τους πορεία στο χρόνο αν και δέθηκαν με το κοινωνικό-πολιτικό όραμα των αδελφών Ταβιάνι,  έτσι όπως αυτό παρουσιάζετε στις ταινίες που έκαναν μαζί (La notte di San Lorenzo 1982, Kaos 1984, Good Morning, Babylon 1987, Il sole anche dinotte 1990 Fiorile 1993) αλλά και σ’ όλη την κινηματογραφική τους πορεία. Ο Πιοβάνι με τη σειρά του καταθέτει μια μουσική ψυχής, εκφράζοντας με το δικό του τρόπο -που δεν είναι άλλος από τις νότες- τη θέση του για το κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι του «Χάους» που είναι βγαλμένο από τις «Νουβέλες για Ένα Χρόνο» του Πιραντέλο. Μουσική δυνατή, αισθησιακή, πρωτότυπη, όμορφα δομημένη, με μια μουσική πλοκή σε επίπεδα άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους, που φανερώνουν τις αρετές του σπουδαίου αυτού δημιουργού. Η δουλεία αυτή κάλλιστα μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια από του καλύτερες του ιταλού συνθέτη. Να σημειώσουμε ότι στο δίσκο υπάρχει και το υπέροχο τραγούδι (Canzone de mal di luma) «Το κακό της σελήνης» του Πιοβάνι πάνω σε στίχους από την ιταλική παράδοση.

ΤΑ ΚΟΜΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΑΛΜΠΟΥΜ

Πρόλογος – Το κοράκι

  1. Le corbeau (Το κοράκι) (03:55)
    2. L’autre fils (Ο άλλος γιός) (07:35)

La Jarre (Το πιθάρι)

  1. Don Lolo (03:25)
    4. Danse et Final (05:44)

Chanson du mal de lune (Το κακό της σελήνης)

  1. Canzone del mal di luna (02:58)

(Τραγουδούν οι Pino, Vittorio και Francisco Breschi πάνω σε στίχους από την ιταλική παράδοση) 
6. Mal de lune (07:16)

Requiem (Ρέκβιεμ)

  1. Requiem (03:12)

Entretien avec la mère (Συζήτηση με τη μητέρα) (05:52)

  1. Le retour à la maison (3’29)
    9. L’ho perduta me meschina (2’23)

ΕπίλογοςΤο κοράκι

  1. Le corbeau (02:23)

http://www.koinotopia.gr/

Βιογραφικό σημείωμα του Nicola Piovani

O Νικόλα Πιοβάνι (Nicola Piovani) γεννήθηκε στη Ρώμη στις 26 Μαΐου το 1946. Σπούδασε στο Ωδείο του Μιλάνο, απ’ όπου αποφοίτησε με το πρώτο βραβείο στο πιάνο το 1967, ενώ αργότερα μαθήτευσε και κοντά στο Μάνο Χατζιδάκι την περίοδο 1968-71. O Nicola Piovani, πιανίστας, συνθέτης και διευθυντής ορχήστρας, ξεκίνησε την καριέρα του ως συνθέτης κινηματογραφικής μουσικής το 1971 με την μουσική για την ταινία, N.Pilsegreto του Silvano Agosti για να ακολουθήσει η υπέροχη μουσική στην ταινία In the name of the Father του Marco Bellocchio το 1972. Από τότε και έως σήμερα ο Nicola Piovani έχει συνεργαστεί με τους σημαντικότερους Ιταλούς -και όχι μόνο- σκηνοθέτες του κινηματογράφου και του θεάτρου, μεταξύ των οποίων οι: Monicelli, Moretti, Giuseppe Tornatore, Bertolucci, the Taviani brothers, Fellini, Ben Von Verbong, Bernard Favre, Dusan Makavejes, George Sluizer, Bigas Luna, Jos Stelling, & John Irvin. Μερικές από τις ταινίες που έχουν μουσική του είναιΤο όνομα του πατρός (1971), Βία και Μοιχεία (1975), Πήδημα στο κενό (1980) του Marco Bellocchio, Καλημέρα Βαβυλώνα (1987), Η νύχτα του Σαν Λορέντσο (1981), Χάος (1984), των Paolo και Vittorio Taviani. Επίσης είχε την τύχη να συνεργαστεί με τον Federico Fellini στις ταινίες Τζίντζερ και Φρεντ (1986), Intervista (1986) καθώς και στην τελευταία ταινία του μεγάλου Ιταλού δημιουργού Η φωνή του φεγγαριού (1990). Επίσης, το 1998 ο Nικόλα Πιοβάνι έγραψε τη μουσική για την ταινία του Περικλή Xούρσογλου O κύριος με τα γκρι.

4Ο Νικόλα Πιοβάνι εκτός από τη μουσική για τον κινηματογράφο έχει συνθέσει και μουσική για το θέατρο. Έχει μελοποιήσει στίχους του Βιντσέντσο Τσεράμι (Vincenzo Cerami) σε μουσικές διηγήσεις όπως Η καντάτα του λουλουδιού (La cantata del fiore,1988) και Η καντάτα του κωμικού (La cantada delbuffo, 1980) έργα που παρουσίασε στη χώρα μας, στις 4 Ιουλίου 1997 στο Ηρώδειο, με την Compagnia della Luna και το μουσικό σύνολο I Solisti dell’Orchestra Aracoeli το οποίο έχει ιδρύσει και διευθύνει ο ίδιος. Επίσης εμφανίστηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2008 στο Θέατρο Βράχων «Μελίνα Μερκούρη». Να σημειώσουμε επίσης ότι στα πλαίσια της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας, -κατόπιν παραγγελίας- ο Πιοβάνι έγραψε μια καντάτα για αφηγητή, δύο τραγουδιστές και ένα μουσικό σύνολο 15 οργάνων, με τίτλο Το νησί του φωτός. Το έργο βασίζεται στον μύθο του Απόλλωνα. Με τη βοήθεια του ιταλού ποιητή Βιντσέντσο Τσεράμι, ο Πιοβάνι μελοποίησε αποσπάσματα από έργα του Ομήρου, του Καλλίμαχου, του Λόρδου Βύρωνα, του Αϊνστάιν και του Δάντη. Το εν λόγω έργο, παρουσιάστηκε σε παγκόσμια πρώτη το Σάββατο, 13/9/2003, στο πλαίσιο μιας συναυλίας η οποία εδόθη στον αρχαιολογικό χώρο της Δήλου. Στην παράσταση της Δήλου αφηγητής ήταν ο Νικήτας Τσακίρογλου. Τραγούδησαν η ισραηλινή Νόα και ο Ιταλός Πίνο Ινγκρόσο. Η βράβευσή του με Oσκαρ για τη σύνθεση της μουσικής στην ταινία H ζωή είναι ωραία του Pομπέρτο Mπενίνι, δεν έχει αλλάξει σε τίποτα τον σπουδαίο Ιταλό συνθέτη, αφού συνεχίζει να ζει στη χώρα του, γράφοντας μουσική για ταινίες χαμηλού κόστους και φυσικά για θέατρο.

Luigi Pirandello (1867-1936)

Ο Pirandello δεν ξοδεύει άσκοπα το κείμενό του. Κάθε του λέξη έχει συγκεκριμένο στόχο και είναι απόλυτα απαραίτητη. Κι όλες μαζί οι λέξεις, απλές, πολλές φορές σαν από οποιονδήποτε διαλεγμένες, θίγουν ζητήματα, όπως ο κατακερματισμός του ατόμου, η πολλαπλότητα του εαυτού, η υποκειμενικότητα της αντίληψης, με τρόπο απόλυτα κατανοητό και καίριο περιγράφοντας την πολυπλοκότητα της πραγματικότητας, όπως… πραγματικά είναι!

5Ο Pirandello γράφει με μαεστρία. Ανάβει το φυτίλι βάζοντας τους ήρωές του να φανερώνουν από την αρχή ουσιαστικές λεπτομέρειες, που υπόσχονται πολλά και ενδιαφέροντα, αλλά με τρόπο, αέρα και ύφος μυστήριο, που περιπλέκει κάθε στιγμή την υπόθεση και δεν αποκαλύπτει παρά μονάχα πτυχές και εκδοχές σταδιακά κρατώντας την αγωνία του θεατή μέχρι το τέλος.

Τα θέματα των έργων του είναι σε μεγάλο βαθμό εμπνευσμένα από τη ζωή του. Από τους θρύλους και τους φτωχούς της Σικελίας, από την αρρώστια της γυναίκας του, από το χαρακτήρα του πατέρα του, από το ηθικό τέλμα της εποχής του, από την προσπάθειά του να γίνει αυτό που ήθελε.

«Όταν αντικρίζουμε τον εαυτό μας, η ομαδική συνέπεια είναι ένας ασυγκράτητος θρήνος. Αυτός ο θρήνος είναι το θέατρό μου».

Το συνολικό έργο του Pirandello είναι ένας θρήνος για την εξέλιξη της ζωής. Της ζωής που η κοινωνία έχει καταχωνιάσει σε στερεότυπα, εγκλωβίσει σε ελάχιστες εικόνες και προκαθορίσει σε συγκεκριμένα πλαίσια. «Υπάρχουν οι εξωτερικές μάσκες. Μ’ αυτές που γίνεται γνωστός ο άνθρωπος στους γύρω του. Η εξωτερική μάσκα μπορεί να είναι κάτι που το έχει επιβάλει η κοινωνία, ένα πράγμα που με χαρά θα το πέταγε από πάνω του, αλλά η επιβολή της κοινής γνώμης επιμένει να μας το φοράει». Οι μάσκες αυτές είναι το βασικότερο θέμα που θίγει συχνά ο συγγραφέας. Οι μάσκες που αναγκάζεται να φορέσει ο άνθρωπος πολλές φορές τόσο περισσότερο τον καλύπτουν, όσο πιο στενά είναι τα όρια που έχει επιβάλλει η κοινωνία.

Ο Pirandello γεννιέται στη Σικελία, κοντά σε ένα πυκνό δάσος που οι κάτοικοι της περιοχής το έχουν ονομάσει «Χάος». «Είμαι παιδί του χάους και όχι αλληγορικά, πραγματικά», θα γράψει. Ο πατέρας του ασχολείται με το εμπόριο εσπεριδοειδών και τα θειορυχία. Μεγαλώνει στο Αγκριτζέντο και σπουδάζει φιλολογία στο Παλέρμο. Εκεί εκδίδει και την πρώτη του ποιητική συλλογή Ευθυμία του κακού, το 1889.

Αρχικά, ήθελε να ακολουθήσει σταδιοδρομία φιλολόγου και διαλεκτολόγου (υποστηρίζει στη Βόννη μια διατριβή για τη φωνητική και τη μορφολογία του ιδιώματος της γενέτειράς του πόλης) και εισοδηματία ποιητή – τα πρώτα του δημοσιεύματα είναι πράγματι μικροί τόμοι λυρικών ποιημάτων που κλίνουν προς την ευαισθησία του λυκόφωτος και του ρομαντισμού, όπως τα Malgiocondo (Χαρούμενο κακό, 1889), Pasqua di Gea (Πάσχα της Γης, 1891) και Elegia renane (Ελεγεία του Ρήνου, 1895)- που έχουν συντεθεί λίγο πολύ πάνω στο πρότυπο των Ρωμαϊκών ελεγείων του Γκαίτε, τα οποία μετέφρασε τον επόμενο χρόνο.

Ο ίδιος ο συγγραφέας έλεγε πως ήταν ελληνικής καταγωγής και πως το επίθετό του είναι παραφθορά του ελληνικού Πυράγγελος. Σπούδασε φιλολογία στο Παρίσι και στη Βόννη και δίδαξε ως καθηγητής της ιταλικής φιλολογίας στο ανώτατο ινστιτούτο της ιταλικής πρωτεύουσας.

Στη Ρώμη ο Πιραντέλο συνεργάστηκε με πολλά λογοτεχνικά περιοδικά. δημοσιεύοντας ποιήματα και πεζογραφήματά του. Έγινε γνωστός στο ευρύτερο κοινό με το μυθιστόρημά του «Ο μακαρίτης Ματθαίος Πασκάλ». Εκείνο όμως που τον έκανε παγκοσμίως γνωστό ήταν το θεατρικό του έργο. Το πρώτο μέρος του συνολικού θεατρικού του έργου ο Πιραντέλο το έγραψε σε μια ιδιαίτερα οδυνηρή εποχή γι’ αυτόν, εξαιτίας του θανάτου της μητέρας του και της διανοητικής αρρώστιας της συζύγου του. Από τα πολλά έργα του Πιραντέλο αναφέρουμε τα : Όταν ήμουν τρελός, Όπως με θέλειςΝα ντύσουμε τους γυμνούςΈξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέαΈτσι είναι αν έτσι νομίζετεΑπόψε αυτοσχεδιάζουμε.

Ελληνικές μεταφράσεις έργων του Πιραντέλλο

Θέατρο:

  • Così è (se vi pare) (Έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε, 1916): Μάριος Πλωρίτης («Γκόνη»)
  • Liolà (Λιολά, 1916): Πάρις Θεοφανίδης («Δωδώνη»)
  • Il piacere dell‘onestà (Η ηδονή της τιμιότητος, 1917): Μάριος Πλωρίτης («Γκόνη»)
  • La patente (Η πατέντα, 1918): Μάνθος Κρίσπης (Νέα Εστία, 1961 Β΄)
  • Sei personaggi in cerca d‘autore (Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα, 1921): Αλέξης Σολομός («Δωδώνη»)
  • Enrico IV (Ερρίκος Δ΄): Γ.Ρούσος («Γκόνη»)
  • Come Tu Me Vuoi – L‘imbecille (Όπως Με Θέλεις – Ο ηλίθιος, 1922): Μάριος Πλωρίτης («Δωδώνη»)
  • Vestire gli ignudi (Να ντύσουμε τους γυμνούς, 1922): Μάριος Πλωρίτης («Γνώση»)
  • L‘uomo dal fiore in bocca (Ο άνθρωπος με το λουλούδι στο στόμα, 1923): Λ.Μυριβήλη («Γκόνη»)
  • Come tu mi vuoi (‘Οπως με θέλεις, 1930): Μάριος Πλωρίτης («Δωδώνη»)
  • Questa sera si recita a soggetto (Απόψε αυτοσχεδιάζουμε, 1930): Δημήτρης Μυράτ («Δωδώνη»)
  • di uno o di nessuno (Ενας ή κανένας, 1929) και All‘ uscita (Στην Έξοδο, 1916) μετ. Ιάνης Λο Σκόκκο (ἐκδ. Μαρή)
  • NON SI SA COME (Δίχως Να Ξέρεις Πως, 1934): Άννα Βαρβαρέτσου-Τζόγια («Δωδώνη»)
  • Οι Γίγαντες του Βουνού: Χρίστος Κρεμνιώτης («Ηριδανός»)
  • Ο Άνθρωπος, Το Κτήνος και η Αρετή: Ερρίκος Μπελιές («Ηριδανός»)
  • Μονόπρακτα: Ερρίκος Μπελιές («Ηριδανός»)

Πεζογραφία: 

  •  L’ esclusa (Η αποδιωγμένη, 1901): Πάνος Ράμμος («Παρατηρητής»)
  • Il fu Mattia Pascal (Ο μακαρίτης Ματία Πασκάλ, 1904): Μανώλης Γιαλουράκης («Πανεπιστημιακός Τύπος»)
  • Quaderni di Serafino Gubbio, operatore (Τετράδια του Σεραφίνο Γκούμπιο, κινηματογραφιστή, 1916 & 1925): Γ.Λαμπιδώνης («Αστάρτη»)
  • Uno, Nessuno e Centomila (‘Ενας Κανένας και Εκατό Χιλιάδες): Αγνή Σπηλιώτη-Αγγέλου («Ζαχαρόπουλος Σ.Ι.»)
  • Χάος, Μετάφραση: Σωτήρης Τριβιζάς, Εκδόσεις: Καστανιώτη
  • διηγήματα: πλείονες («Δίφρος»)
  • διηγήματα: Κατ. Γλυκοφρύδη («Καστανιώτης»)
  • Ευρωπαϊκά γράμματα: ιστορία της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Αθήνα: Σοκόλης, 1999 

Σύντομο Βιογραφικό των Paolo και Vittorio Taviani:

  • 6Οι Paolo και VittorioTaviani (8 Νοεμβρίου 1931 και 20 Σεπτεμβρίου 1929 αντίστοιχα) είναι ιταλοί σκηνοθέτες και σεναριογράφοι. Είναι αδέλφια που εργάζονται πάντα μαζί.Γεννήθηκαν στο χωριό Σαν Μινιάτο της Τοσκάνης.Σπούδασαν στο Πανεπιστήμιο της Πίζας, μουσικολογία και ιστορία της τέχνης ο Paolo και νομική ο Vittorio, αλλά στράφηκαν γρήγορα στον κινηματογράφο. Αρχικά ασχολήθηκαν με την κριτική κινηματογράφου και τη δημιουργία κινηματογραφικών λεσχών στην περιοχή τους. Στη συνέχεια υπήρξαν σκηνοθέτες πολλών ντοκιμαντέρ για την ιταλική τηλεόραση, ενώ γύρισαν και μικρού μήκους ταινίες.Πρώτη τους ταινία είναι το ντοκιμαντέρ μικρού μήκους «Σαν Μινιάτο, Ιούλης ’44» (1954) (συνεργάστηκαν στο σενάριο οι Βαλεντίνο Ορσίνι και Τσέζαρε Τζαβατίνι), με θέμα τη ναζιστική θηριωδία που έπληξε το χωριό τους. Το ίδιο θέμα θα τους απασχολήσει αργότερα στην ταινία «Η Νύχτα του Σαν Λορέντζο» (1982).Το 1962 πραγματοποίησαν το ντεμπούτο τους με τη μεγάλου μήκους ταινία «Ένας άντρας στην Πυρά» (1962), σε συσκηνοθεσία με τον Valentino Orsini. Η συνεργασία τους συνεχίστηκε και στην επόμενη ταινία, τους «Παράνομους του Έρωτα» (1967).Κάθε ταινία των Taviani μοιάζει σαν ένα κεφάλαιο ενός μεγάλου βιβλίου, που συγγράφουν οι ίδιοι από τις αρχές της δεκαετίας του 1960.Το έργο τους συχνά έχει την αφετηρία του στη λογοτεχνία, αφού περιλαμβάνει πλήθος διασκευών έργων κλασικών συγγραφέων όπως του Τολστόι, του Γκαίτε, του Πιραντέλο, του Αλέξανδρου Δουμά (πατρός). Το «Χάος» (1984), ίσως η καλύτερη ταινία των αδελφών Taviani , είναι μια σπονδυλωτή στη δομή της ποιητική μεταφορά διηγημάτων του Λουίτζι Πιραντέλο, που με αφορμή λαϊκούς μύθους και παραδόσεις, επιχειρούν να προσεγγίσουν πώς επιδρά το φεγγάρι στους ανθρώπους.Οι ταινίες «Ο Σαν Μικέλε είχε έναν κόκορα» (1973), «Αλονζανφάν» (1974), «Πατέρας Αφέντης» (1977), «Το Λιβάδι» (1979), «Η Νύχτα του Σαν Λορέντζο», «Χάος», «Καλημέρα Βαβυλωνία» (1987) αναδεικνύονται σε μια σειρά από λυρικές, συγκινητικές και μεγαλειώδεις οπτικές συμφωνίες που σχολιάζουν πολυδιάστατα το τέλος μιας εποχής, των προσδοκιών και των κατακτήσεών της.Έχουν γυρίσει περισσότερες από 20 ταινίες για την τηλεόραση και τον κινηματογράφο από τη δεκαετία του 1960, και συνεχίζουν ακόμη, με αποκορύφωμα τη βράβευσή τους το 2012 στο Φεστιβάλ Βερολίνου με τη Χρυσή Άρκτο Καλύτερης Ταινίας για το ντοκιουντράμα «Ο Καίσαρας πρέπει να πεθάνει» (2012). Είναι υπεύθυνοι για μερικές από τις καλύτερες ταινίες του ευρωπαϊκού κινηματογράφου του 20ου αιώνα.Θεωρούνται οι τελευταίοι μεγάλοι auteurs του άλλοτε κραταιού ιταλικού κινηματογράφου. Στην καριέρα τους έχουν κερδίσει βραβεία στα Φεστιβάλ Καννών, Βενετίας, Βερολίνου, Μόντρεαλ, Μόσχας, Βαγιαδολίδ, κ.ά.Στις 26 Φεβρουαρίου 2015 προβλήθηκε στις αίθουσες η τελευταία μεγάλου μήκους ταινία τους «Θαυμάσιος Βοκάκιος» («Maraviglioso Boccaccio»).
    Φιλμογραφία των αδελφών Taviani
    1950- 1960:

 

  • Σαν Μινιάτο, Ιούλης ’44 (San Miniato, luglio ΄44) (1954)
  • Η Ιταλία δεν είναι μια φτωχή χώρα(L’Italia non è un paese povero) (1960)
  • Ένας άντρας στην Πυρά (Un uomo da bruciare) (1962)
  • Οι Παράνομοι του Έρωτα (I fuorilegge del matrimonio) (1963)
  • Οι ανατρεπτικοί ( I sovversivi) (1967)
  • Κάτω από τον αστερισμό του Σκορπιού (Sotto il segno dello scorpione) (1969)

1970-1980:

  • Ο Σαν Μικέλε είχε έναν κόκορα (San Michele aveva un gallo) (1972)
  • Αλονζανφάν (Allonsanfàn) (1974)
  • Πατέρας Αφέντης (Padre Padrone)
  • Το Λιβάδι ( Il prato) (1979)
  • Η Νύχτα του Σαν Λορέντζο ( La notte di San Lorenzo) (1982)
  • Χάος (Kaos) (1984)
  • Καλημέρα Βαβυλωνία (Good Morning Babylonia) (1987)

1990:

  • Il sole anche di note (1990)
  • Φιορίλε (Fiorile) (1993)
  • Εκλεκτικές Συγγένειες (Le Affinita elettive) (1996)
  • Tu Ridi (1998)

2000:

  • Eίναι εφικτός ένας άλλος κόσμος (Un altro mondo è possibile) (2001)
  • Ανάσταση (Resurrezione) (2001)
  • Luisa Sanfelice (2004)
  • Το σπίτι με τους Κορυδαλλούς (La masseria delle allodole)(2007)
  • Ο Καίσαρας Πρέπει να Πεθάνει (Cesare Deve Morire)(2012)
  • Θαυμάσιος Βοκάκιος (Maraviglioso Boccaccio) (2015)

Βραβεύσεις των αδελφών Taviani:

  • 1977: Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών για τον Πατέρα Αφέντη
  • 1977: Grand Prix για τον Πατέρα Αφέντη , Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών του Βερολίνου
  • 1978: Special David di Donatello  για τον Πατέρα Αφέντη
  • 1982:  Grand Prix στο Φεστιβάλ των Καννών για τη Νύχτα του Σαν Λορέντζο
  • 1983:  David di Donatello Καλύτερης Ταινίας and David di Donatello Καλύτερης Σκηνοθεσίας  για τη Νύχτα του Σαν Λορέντζο
  • 1984:  Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ταινίας , Χρυσές Σφαίρες Ιταλίας για τη Νύχτα του Σαν Λορέντζο
  • 1985:  Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ταινίας , για το Χάος
  • 1985:  David di Donatello Καλύτερου Σεναρίου για το Χάος
  • 1986: Χρυσό Λέοντα Καριέρας, Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών της Βενετίας
  • 2002: Χρυσό St. George , 24ο Διεθνές Φεστιβάλ της Μόσχας  για την ταινία Ανάσταση
  • 2005:  Βραβείο Καριέρας Χρυσές Σφαίρες Ιταλίας
  • 2007: Efebo doro  για την ταινία Το Σπίτι με τους Κορυδαλλούς
  • 2008: Laurea Honoris Causa στην κατηγορία Κινηματογράφος, Θέατρο and Παραγωγή Πολυμέσων από το Τμήμα Λογοτεχνίας και Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Πίζας
  • 2012: Χρυσή Άρκτο και  Βραβείο Οικουμενικής Επιτροπής –  Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών του Βερολίνου  για την ταινία Ο Καίσαρας πρέπει να πεθάνει
  • 2012:  David di Donatello Καλύτερης Ταινίας και David di Donatello Καλύτερης Σκηνοθεσίας για την ταινία ΟΚαίσαρας Πρέπει να πεθάνει

Συνεντεύξεις των αδελφών Taviani

Οι συμβολισμοί στο Χάος των αδελφών Ταβιάνι: 

Σύνδεση του έργου με την αρχαία ελληνική μυθολογία αλλά και τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα

Το Χάος των αδελφών Ταβιάνι, είναι μια ταινία γεμάτη συμβολισμούς. Ο ίδιος ο τίτλος της ταινίας μας παραπέμπει στην Κοσμογονία του Ησίοδου. Σε ένα χάος, όχι με τη σύγχρονη έννοια της λέξης, αλλά σε ένα «δημιουργικό» χάος που κυοφορεί την αρχή των πάντων.

Σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία το Χάος είναι ένα από τα τρία στοιχεία που προϋπάρχουν της Κοσμογονίας. Τα άλλα δύο είναι η Γαία και ο Έρως. Αυτές οι τρεις μορφές δεν έχουν γεννηθεί η μια από την άλλη. Είναι αυτογέννητες κι απέχουν μόνο χρονικά στη σειρά της γέννησής τους. Από τους τρεις αυτούς πρώτους θεούς μόνο ο Έρως δε γεννά απογόνους Αυτός ενώνει και ωθεί τις άλλες δυνάμεις σε δημιουργία. Από το Χάος γεννήθηκαν το Έρεβος και η Νύχτα. Κι από την ένωση των δυο τους γεννήθηκαν ο Αιθέρας και η Ημέρα.

Το Ησιόδειο Χάος είναι γενάρχης και η «οντότητα» από την οποία πρόβαλλαν όλα. Δεν ενώνεται ποτέ με τη Γαία, η οποία κατά μια έννοια αποτελεί διαφοροποίηση του Χάους, ένας εν δυνάμει χώρος. Το Χάος αποτελεί κενό χώρο, αχανή, σκοτεινό και μυστηριώδη. Στο πεδίο της αφαίρεσης, ο αφηρημένος ή υπερβατικός χώρος αποτελεί την άγνωστη θεότητα που φαίνεται κενή μόνο στον πεπερασμένο νου. Είναι μια καθαρή υποκειμενικότητα που η ανθρώπινη διάνοια δεν μπορεί να συλλάβει, δίχως αυτό να σημαίνει ότι είναι κάτι μη υπάρχον.

Στον Δαμάσκιο συναντούμε την έννοια του Βυθού (η αντίστοιχη ορφική έννοια του Χάους) ως «κρυφού κόσμου που συγκεντρώνει μέσα του όλους τους κόσμους, ως κόσμο των κόσμων που εγκυμονεί την κοσμική ιδέα», η αρχική δηλαδή συμπύκνωση όλων των κόσμων, πριν από την έναρξη κάθε δημιουργίας. Μπορεί να θεωρηθεί η άπειρη πληρότητα του παντός.

7Το Χάος θα μπορούσε να αναφέρεται στο σύμπαν με όλα όσα υπάρχουν σε αυτό από απόψεως πνευματικού κόσμου ή υπερβατικών για εμάς καταστάσεων.

Κατά τον Πλάτωνα, το χάος-χώρος είναι μήτρα «συνέχουσα τα πάντα», άπειρος κατάσταση κατά τον Δαμάσκιο, ενώ στην Ινδική παράδοση είναι το πρωταρχικό χάος που κρύβει μέσα του το θάνατο και την αθανασία που παρέχεται στους θεούς με τη μορφή της amrita, του ινδικού νέκταρος της αθανασίας.

Ο Πιραντέλο, ο συγγραφέας των ιστοριών πάνω στις οποίες βασίστηκε το Χάος των αδελφών Ταβιάνι, είναι βαθιά επηρεασμένος από την αρχαία ελληνική μυθολογία και φιλοσοφία. Πώς θα μπορούσε να μην είναι άλλωστε, μιας και έχει γεννηθεί στη Μεγάλη Ελλάδα, τη Σικελία. Ο ίδιος, εξάλλου, σε συνέντευξή του στον Κώστα Ουράνη δηλώνει πως θαυμάζει την Ελλάδα, και πως το όνομά του είναι παραφθορά του ελληνικού Πυράγγελος.

Και οι αδελφοί Ταβιάνι όμως συμμερίζονται την αγάπη και το θαυμασμό του Πιραντέλο για την αρχαία Ελλάδα. Στο Χάος, πέρα από τον τίτλο της ταινίας, και πολλά άλλα στοιχεία παραπέμπουν στην αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Η δομή της ταινίας, με την εισαγωγή, και τις επιμέρους ιστορίες, μας παραπέμπουν σε αρχαία τραγωδία με τις επιμέρους πράξεις της. Το κοράκι που συνδέει μεταξύ τους τις ιστορίες, με την ιδιότυπη μουσική του (το καμπανάκι στο λαιμό του), αντικαθιστά, θα λέγαμε, το ρόλο του χορού που παρεμβάλλεται σηματοδοτώντας τη μετάβαση από τη μια πράξη της τραγωδίας στην επόμενη.

Το έργο των Ταβιάνι, όπως προαναφέραμε, χρησιμοποιεί πολυεπίπεδους συμβολισμούς. Η ταινία ξεκινά με ένα κοράκι που κλωσάει και στη συνέχεια το ίδιο πτηνό λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος των επιμέρους ιστοριών της ταινίας. Το κοράκι αυτό συμβολίζει το αρχαιοελληνικό Χάος, που προϋπάρχει της δημιουργίας. Η εικόνα με το πτηνό που κλωσά τα αυγά του είναι χαρακτηριστική. Το αυγό, ως σύμβολο, ταυτίζεται με τη ζωή και τη δημιουργία όχι μόνο στην αρχαία ελληνική παράδοση αλλά και στους μύθους πολλών άλλων αρχαίων πολιτισμών. Σύμφωνα με την Ορφική Κοσμογονία, από το Κοσμικό Αυγό, που δημιούργησε ο Χρόνος και το άφησε να εκκολαφθεί στον Αιθέρα περιβαλλόμενο από το Χάος, ξεπήδησε ο θεός Έρως, που με τη σειρά του δημιούργησε τον κόσμο (ουρανό, γη, σελήνη).

8Το κοράκι που σηματοδοτεί την έναρξη κάθε νέας ιστορίας, λειτουργεί επομένως ως η συμβολική αναπαράσταση του Χάους, το οποίο είναι η γενεσιουργός δύναμη των πάντων. Το βλέπουμε να πετά πάνω από τα συγκλονιστικά τοπία της Σικελικής γης, ως το Χάος που αγκαλιάζει και περικλείει τη Γαία στα αρχικά στάδια της Κοσμογονίας, κι από όπου θα ξεπηδήσει αργότερα όλος ο γνωστός σε μας αισθητός και υπερβατός κόσμος. Είναι με αυτό το συμβολισμό που ξεκινά η κάθε ιστορία, αλλά ουσιαστικά με αυτή επίσης τελειώνει το κάθε επεισόδιο. Είναι το Χάος από το οποίο ξεκινούν τα πάντα και στο οποίο καταλήγουν και πάλι όλα. Μια αέναη κυκλική διαδρομή.

Η λέξη Χάος πέρα από την αρχαιοελληνική της σημασία (της δημιουργικής δηλαδή αρχής των πάντων) στον σημερινό θεατή δημιουργεί και άλλου είδους συνυποδηλώσεις και συνειρμούς. Είναι συνδεδεμένη με την απουσία τάξης, με εκτός ελέγχου καταστάσεις. Το κοράκι-Χάος στην εισαγωγή κάθε ιστορίας, συμβολίζει και αυτό. Το ρόλο του απρόβλεπτου που έρχεται να ταράξει την ομαλή ροή της καθημερινότητας, να δημιουργήσει μια χαοτική κατάσταση στο μικρόκοσμο του κάθε πρωταγωνιστή. Και στις τέσσερις ιστορίες, καταστάσεις που υπερβαίνουν το άτομο έρχονται να αλλάξουν άρδην την εξέλιξη της ιστορίας. Στην περίπτωση του δεύτερου επεισοδίου, είναι οι δυνάμεις της φύσης, που επηρεάζουν καθοριστικά το άτομο, αλλά στις οποίες ο άνθρωπος αδυνατεί να παρέμβει. Η πανσέληνος, με την καταλυτική της επίδραση στον ψυχισμό του πρωταγωνιστή είναι η γενεσιουργός αιτία αυτής της ιστορίας. Και άλλα όμως φυσικά φαινόμενα, έρχονται να αλλάξουν τα σχέδια των πρωταγωνιστών, όπως η παροδική συννεφιά που καλύπτει τη σελήνη, κι έχει ως αποτέλεσμα ο σύζυγος να ανακαλύψει την παρ’ ολίγον απιστία της συζύγου.

9Η έννοια της ανατροπής και της εκτροπής από τη «φυσιολογική» πορεία είναι χαρακτηριστική σε όλες τις ιστορίες. Στην πρώτη ιστορία, οι ιστορικές εξελίξεις στην Ιταλία, έρχονται να ανατρέψουν τη ζωή της πρωταγωνίστριας. Χαρακτηριστική είναι η σκηνή με το κοράκι που οι χωριανοί προσπαθούν να το διώξουν μακριά, ως κακό οιωνό. Κάθε τι που προκαλεί αλλαγή και εκτροπή από τη συνηθισμένη ροή της καθημερινότητας, σπάνια γίνεται δεκτό με ευχαρίστηση. Η διαδικασία της προσαρμογής σε νέα δεδομένα είναι συνήθως επίπονη, επιβάλει την εξέλιξη, τη δραστηριοποίηση ώστε να μπορέσει ο άνθρωπος να συνεχίσει να είναι λειτουργικός υπό τις νέες συνθήκες. Η αλλαγή είναι σύμφυτη με την εξέλιξη του κόσμου, ωστόσο το παλαιό και το γνωστό πάντοτε αντιτάσσονται σθεναρά στο καινούριο. Παρ’ όλο που χωρίς την ανανέωση, την αναπροσαρμογή, την εξέλιξη, όλα είναι καταδικασμένα στο θάνατο και στη φθορά. Το Χάος λοιπόν, έρχεται μεν να αναταράξει και να εκτροχιάσει τη συνήθη ροή της καθημερινότητάς μας, αλλά μέσω αυτής της εκτροπής γονιμοποιεί, κινητοποιεί τον άνθρωπο σε δράση και αλλαγή. «Τα πάντα ρει» εξάλλου, στη φύση τα πάντα αλλάζουν και τίποτε δε μένει αναλλοίωτο και στάσιμο για πολύ.

Ο παραπάνω συμβολισμός (το κοράκι-Χάος ως φορέας αλλαγής που αποπέμπεται βίαια) μας παραπέμπει σε καταστάσεις που βιώνει η χώρα μας τα τελευταία χρόνια. «Αστάθμητοι» παράγοντες έχουν εκτροχιάσει την ομαλή ροή της καθημερινότητας. Μιας καθημερινότητας που ωστόσο δεν ήταν ιδανική. Προβλήματα που συσσωρευόταν επί δεκαετίες και απέναντι στα οποία η ελληνική κοινωνία επέλεγε να εθελοτυφλεί, ζητούν τώρα επιτακτικές λύσεις. Λύσεις που δε θα δοθούν με «μαγικό» τρόπο. Που απαιτούν ριζικές αλλαγές τόσο σε επίπεδο τρόπου οργάνωσης και λειτουργίας του κράτους όσο και σε επίπεδο νοοτροπίας του κάθε πολίτη. Όλα αυτά βέβαια, θα είναι επίπονα, όπως η κάθε αλλαγή. Θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ως μια ευκαιρία εξέλιξης θέτοντας τις βάσεις για μια καλύτερη και δικαιότερη κοινωνία. Ο εκτροχιασμός και η αναταραχή θα έπρεπε να εκληφθεί ως ένα εν δυνάμει «δημιουργικό Χάος» που ενέχει το σπέρμα της ανανέωσης και της μετεξέλιξης σε κάτι καλύτερο.

«ΧΑΟΣ»/ΚΑΟS

  • Κωμωδία/Δράμα/ Αισθηματικό, Ιταλία, 1984, 188′
  • Σκηνοθεσία: Paolo Taviani, Vittorio Taviani
  • Σενάριο: Paolo Taviani, Vittorio Taviani, Tonino Guerra , ελεύθερη απόδοση διηγημάτων του Luigi Pirandello
  • Πρωταγωνιστούν: Margarita Lozano, Orazio Torrisi, Carlo Cartier, Biaggo Barone, Salvatore Rossi, Pasquale Spadola, Omero Antonutti και πολλοί άλλοι
  • Μουσική: Nicola Piovani

 ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ:

  • Βραβεία Καλύτερου Σεναρίου και Καλύτερης Παραγωγής (1985)
  • Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ταινίας (Ιταλία, 1985)
  • Βραβείο Καλύτερης Ταινίας (1985)
  • και υποψηφιότητες για βραβεία στις κατηγορίες: (Μουσικής, Σκηνοθεσίας, Σκηνογραφίας, Ενδυματολογίας, Φωτογραφίας)

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *