Ελληνικός Εμφύλιος, το ιστορικό αναπόφευκτο

Μα πάλι για τον εμφύλιο, ξανά για τη ιστορία;

Αλλά για την Αριστερά ειδικά και ειδικότερα για όσους αναμετρώνται με τη σύγχρονη συγκρότηση της, μια από τις πλευρές της όλης προσπάθειας συνδέεται με την κατάκτηση ενός συγκεκριμένου εργατικού ιστορικού πολιτισμού, με την επαναπροσέγγιση των βασικών ιστορικών εξελίξεων και σταθμών που διαμόρφωσαν την σύγχρονη πραγματικότητα, τη δυναμική και τους συσχετισμούς της.

Από αυτή την άποψη το ποιος εμφύλιος ζει και επιδρά μέσα στην σημερινή ιστορική βαθμίδα των συνολικών αντιθέσεων των κοινωνιών της ολοκληρωτικής αγοράς, αποτελεί σημαντικό επίδικο ζήτημα για την ωρίμανση ή όχι ενός ανώτερου κύκλου ανάπτυξης του κινήματος της εργατικής χειραφέτησης.

«Το γεγονός.. είναι, σημειώνει η Καθημερινή την περασμένη Τετάρτη 26 Αυγούστου, πως όπως ένα μικρό σκουληκάκι ανοίγει τρύπες σε φρέσκους καρπούς, ο Εμφύλιος χώνεται κάθε τόσο εκεί που δεν τον σπέρνουν(;), ξεμυτίζει ξαφνικά έχοντας μαγαρίσει τον καρπό. Η ουσία είναι ότι, κάθε τόσο (το είδαμε και μέσα σε αυτή τη δεκαετία της οικονομικής κρίσης, με τα «ραντεβού στα γουναράδικα», τα «Βάρκιζα τέλος», τους «γερμανοτσολιάδες» κ.ο.κ.), είναι σαν να προσκαλούμε τον Εμφύλιο στις ζωές μας».

Αλλά προσκαλούμε την ιστορία; Και ο εμφύλιος «μαγαρίζει τον καρπό»; Ποιον καρπό;

Η αλήθεια βέβαια είναι πως τα τελευταία, ειδικότερα, χρόνια με αφιερώματα στον τύπο, ντοκιμαντέρ, απομνημονεύματα, βιογραφίες, εκθέσεις, ημερολόγια, ιστοριογραφικά έργα, φωτογραφικά λευκώματα, χρονικά, το κρυμμένο ενδιαφέρον για τον εμφύλιο αποκαλύπτεται και επιστρέφει εδώ «ακάλεστο», ως μέρος του πεδίου των σκληρών κοινωνικών αναμετρήσεων.

Ενδεικτικό του γενικότερου ενδιαφέροντος, ανεξάρτητα από τον τρόπο και τις προθέσεις προσέγγισής του, είναι και τα συνέδρια, διεθνή και εγχώρια, που διοργανώνονται (Κοπεγχάγη 1984 : «Conference on the Greek Civil War, 1945-1949», Λονδίνο, King’ s College, 18-20 Απριλίου 1999: «Domestic and International Aspects of the Greek Civil War», Καρπενήσι 23-26 Σεπτεμβρίου 1999: «Πτυχές του Εμφυλίου Πολέμου 1946-1949», Ιωνικό Κέντρο (Λυσίου 11, Πλάκα) «Διαδρομές του παρελθόντος: ο εμφύλιος πόλεμος στη δημόσια ιστορία και τη μνήμη», 2-3 Δεκέμβρη 2016 κ.α.

Η τρίχρονη εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) εξ αιτίας του κοινωνικού εύρους και της βαρύτητας του ως κοινωνικού γεγονότος, αποτελεί αντικείμενο μελέτης και διαπάλης που διαπερνά και ξεπερνά τα ελληνικά σύνορα.

Το ενδιαφέρον αυτό, η επιστροφή στην ιστορία, έχει να κάνει με την κρισιμότητα του παρόντος και κυρίως με αυτά που έρχονται, την εκτίναξη όλων των βασικών αντιθέσεων, εκρηκτικών υλικών δυνατοτήτων και πρωτόγνωρων δυσκολιών και κινδύνων της εκμεταλλευτικής κοινωνίας.

Πηγάζει από την ανερχόμενη βαρβαρότητα, αλλά και την εύθραυστη και αντιφατική ριζοσπαστικότητα, την κρισιμότητα ενός ρευστού κόσμου που περιέχει η σύγχρονη εποχή.

Επομένως η απάντηση για το ποια είναι η αλήθεια και το ποιος έχει δίκιο βρίσκεται, όπως πάντα – ίσως τώρα περισσότερο και πιο καθαρά από ποτέ – εδώ και σήμερα, όπου η συγκεκριμένη Ιστορία μεταφέρεται και μετασχηματίζεται σύμφωνα με τις σημερινές αντικειμενικές συνθήκες και τους σημερινούς συσχετισμούς της ταξικής πάλης.

Στις 29 Αυγούστου του 49 σήμανε η υποχώρηση του Δημοκρατικού Στρατού.

Στις 16 Οκτωβρίου 1949 η προσωρινή δημοκρατική κυβέρνηση ανήγγειλε από το ραδιόφωνο τον τερματισμό του πολέμου και την αυτοδιάλυση της.

Αλλά ενώ τα όπλα σίγησαν στις 29 Αυγούστου του 1949 στο Γράμμο εντούτοις οι ιδεολογικές πυροβολαρχίες των νικητών αλλά και των στρατιωτικά ηττημένων δεν έπαυσαν έκτοτε να εκτοξεύουν συστηματικά ρητορικές οβίδες προσέγγισης και επαναπροσέγγισης της Ιστορίας κατά πως συμφέρει το μέλλον που επιφυλάσσουν και επαγγέλλονται στις σύγχρονες κοινωνίες του αμύθητου πλούτου και της καταθλιπτικής φτώχειας, της επιστημονικοτεχνικής έκρηξης αλλά και του ανατροφοδοτούμενου σκοταδισμού.

Κι έτσι ο εμφύλιος, βουβός και ανομολόγητος για μεγάλο διάστημα, εξακολουθεί να αποτυπώνει την παρουσία του, 70 και πάνω χρόνια μετά τη λήξη του, στη συγκρότηση της συλλογικής μνήμης ακόμη και στη σχηματοποίηση στάσεων και συμπεριφορών.

Δυο επισημάνσεις

Από τις γραμμές του Δημοκρατικού Στρατού πέρασαν περίπου 100.000 αγωνιστές, κατά 85% φτωχοί αγρότες, ανάμεσά τους Πομάκοι, Σλαβομακεδόνες και ορισμένοι Τσιγγάνοι.

Ο μέγιστος αριθμός παραταγμένων μαχητών του ΔΣ έφτασε τις 30.000 την άνοιξη του 1948.

Ανάμεσα τους έδωσαν το παρόν 4.550 ένοπλες γυναίκες συγκροτώντας από τα μεγαλύτερα γυναικεία αντάρτικα τμήματα παγκοσμίως.

40.000 είναι οι μαχήτριες και μαχητές στρατιωτικά πεσόντες στα πεδία των μαχών.

Αυτό όμως που αποκαλύπτει το μέγεθος και το βάθος της διαπάλης ήταν τόσο οι 7.500 οι εκτελεσμένοι με απόφαση των ελληνικών στρατοδικείων όσο και η ποιότητα, η στάση ζωής των ως το τέλος πεσόντων .

Ο εμφύλιος, μέσω μιας μηδενιστικής καταδίκης και μιας ανούσιας και εν πολλοίς εύκολης λαθολογίας αντιμετωπίζεται ως ένα λάθος. Αυτή η ρηχή και συχνά αγοραία εκμετάλλευση των υπαρκτών λαθών στο όνομα μιας «ελεύθερης, αδέσμευτης, και ουδέτερης δήθεν αναζήτησης» ανακατεύει τα ιστορικά γεγονότα σε ένα αστικό μίξερ και με τη γνωστή ειρωνεία του «γνώστη» χλευάζει και αρνείται οριστικά την κοινωνική επανάσταση καθώς «οι καιροί άλλαξαν». Έτσι όμως κηρύσσεται από αριστερά το τέλος της Ιστορίας.

Αν όμως τα λάθη ήταν το κύριο γνώρισμα της ελληνικής εποποιίας του 42-49 και δη του εμφυλίου τότε τι είδους λάθη ήταν αυτά που για την αντιμετώπιση τους χρειάστηκε να επέμβει άμεσα ο αγγλικός ιμπεριαλισμός με 80.000 στρατό, τανκς και ένα σμήνος βομβαρδιστικών πριν καν ολοκληρωθεί η απρόσκοπτη αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα και πριν καν τελειώσει ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος; Να επέμβει ταυτόχρονα ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός, το ελληνικό κράτος και παρακράτος, να ριχτούν ναπάλμ, να ανοίξουν ξανά τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, να οργανώσουν τι εκκενώσεις χωριών – απόδειξη της λαϊκής υποστήριξης – που οδήγησαν στο βίαιο ξεσπιτωμό και μετακίνηση 600.000 ανθρώπους ;

Ο εμφύλιος αντιμετωπίζεται επίσης ως η επανάσταση που πηγή είχε κυρίως «τους άλλους», τους χίτες, τους ταγματασφαλίτες, τους κατακτητές Βρετανούς, τις πρωτοφανείς διώξεις και αγριότητες ακροδεξιών και ταγματασφαλιτών που προστάτευαν τα ελληνικά αστικά κόμματα. Όντως, οι διώξεις και η αγριότητα των διώξεων ήταν πρωτοφανείς. Σύμφωνα με την έκθεση προς τον ΟΗΕ που κατέθεσε η ΕΑΜική πλευρά, δεκατρείς μήνες μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, Φλεβάρης 45 –Μάρτης 46, είχαν διαπραχθεί 1.289 δολοφονίες, 84.931 συλλήψεις31.632 βασανισμοί, 6.671 τραυματισμοί, 18.767 λεηλασίες και φυλακίσεις, 509 απόπειρες φόνου, 265 βιασμοί γυναικών σε βάρος του ΕΑΜικού κινήματος.

Οι καταδιωκόμενοι όμως δεν επαναστατούν πάντα. Όταν μάλιστα οι συσχετισμοί είναι καταθλιπτικοί κατά κανόνα υποκύπτουν.

Αλλά ο εμφύλιος πηγή και μήτρα δεν είχε το φόβο του καταδιωκόμενου αλλά είχε τη δυναμική της ηττημένης ένοπλης ΕΑΜικής επανάστασης που ήθελε και επεδίωκε να νικήσει γιατί, αν και ηττημένη, ένοιωθε ακόμη ισχυρή. (Γεγονός που επιδρούσε σε όλο τον κομματικό μηχανισμό του ΚΚΕ).

Γι αυτό και από τις αρχές του 1946, σε πολλές περιοχές της Ελλάδας κάνουν αυθόρμητα την εμφάνιση τους ανταρτοομάδες των 5-8 ατόμων των οποίων ηγούνταν ΕΛΑΣίτες. (ημερολόγιο αντιστράτηγου του Δ.Σ. Κικίτσα). Οι αντάρτες αυτοί «κατέβαιναν ξαφνικά από τα βουνά, έστηναν ενέδρες στις οποίες έπεφταν ολόκληρες στρατιωτικές φάλαγγες με αποτέλεσμα νεκρούς τραυματίες, καμένα αυτοκίνητα, απώλεια εφοδίων και το χειρότερο εξοπλισμό των ανταρτών» (αντιστράτηγος εθνικού στρατού Παπαγεωργόπουλος).

Οι διωκόμενοι αγωνιστές του ΕΛΑΣ και του ΕΑΜ περνούσαν πλέον από την παθητική αντίσταση στην ενεργή άμυνα.

Νηφάλια αποτίμησή και του εμφυλίου

Αναγκαία λοιπόν είναι η νηφάλια, τολμηρή, κριτική και αυτοκριτική αποτίμησή της ιστορίας, χωρίς απόκρυψη, μυστικοποίηση, ωραιοποίηση ή δαιμονοποίηση των ιστορικών γεγονότων και με σκοπό τη στρατηγική επανίδρυση μιας μαζικά ακτινοβολούσας νέας νικηφόρας προοπτικής.

Η υπόθεση τελικά χάθηκε.

Και χάθηκε γιατί υπήρχαν κληρονομημένα βαθύτερα ζητήματα πολιτικής που συνδέονται με την ίδια την γενικότερη πορεία του κομμουνιστικού κινήματος με τα οποία δεν μπόρεσαν να αναμετρηθούν οι επιφανείς επαναστάτες της εποχής.

Η αναγκαία κατ’ αρχάς επιλογή του αντιφασιστικού μετώπου για τη νικηφόρα – όπως αποδείχτηκε – αντιμετώπιση του ναζισμού ηγεμονεύθηκε τελικά από την πολιτική που μετατοπίζει τον αγώνα για «ειρήνη και δημοκρατία», την αποθάρρυνση κατάληψης της εξουσίας στις κατεχόμενες χώρες, στην απομάκρυνση από τις «επαναστατικές χίμαιρες». Το ελληνικό εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα της εποχής έπρεπε – και μπορούσε – να υπερβεί θετικά και επαναστατικά αυτή τη στρατηγική που έχει χαράξει η Τρίτη Διεθνής ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1940. Υπέρβαση που συνέβη σε Γιουγκοσλαβία και Κίνα όπου οι κομμουνιστές συγκροτούν αρκετά νωρίς μια διαφορετική, ανεξάρτητη, στρατηγική και επιτυγχάνουν.

Η ένοπλη εμφύλια σύρραξη, «για όσους έβλεπαν», ήταν αναπόφευκτη.

Και μόνο το γεγονός πως το 1944 στην Ελλάδα υπήρχαν σε πλήρη συγκρότηση τρεις στρατοί και τρεις κυβερνήσεις, η ΕΑΜική κυβέρνηση του βουνού με τα 2.000.000 εκατομμύρια μέλη, τους 130.000 ΕΛΑΣίτες και πολιτοφύλακες, η κυβέρνηση του Καϊρου με την αντίστοιχη στρατιωτική δύναμη και η κυβέρνηση των δοσίλογων με του 25000 και πάνω ταγματασφαλίτες «έδειχνε» πως η κατάσταση αυτή μπορούσε να λυθεί μόνο με όρους γόρδιου δεσμού, μόνο στη βάση του «ποιος ποιον». Εξάλλου η ένοπλη αγγλική επίθεση το Δεκέμβρη του 44 είναι η αστική αντεπαναστατική απάντηση στην έλλειψη συνολικής επαναστατικής απάντησης από το ΕΑΜ.

Το ΚΚΕ όμως μένει πεισματικά πιστό στις προσδοκίες για ένα ευρύτερο «δημοκρατικό αντιφασιστικό στρατόπεδο», εγκλωβισμένο στις ψευδαισθήσεις για ένα συμβιβασμό με αστικές δημοκρατικές δυνάμεις.

Η υπόθεση λοιπόν χάθηκε.

Αλλά παρά την ήττα και τη συντεταγμένη στρατιωτική οπισθοχώρηση του δημοκρατικού στρατού κατά την οποία 30 και πάνω χιλιάδες πέρασαν τον Αύγουστο του 49 τα σύνορα με μηδενικές απώλειες το κίνημα και η Αριστερά διατηρούν τότε, σχετικά, την πολιτική τους αίγλη (δεν είναι εξάλλου τυχαία η μετέπειτα κοινωνική παρουσία της ΕΔΑ) γεγονός που αναδεικνύει το μέγεθος και την ποιότητα του αγώνα.

Τρία – ανάμεσα σε άλλα – συμπεράσματα

Πρώτο: Ο τρίχρονος ελληνικός εμφύλιος, η δεύτερη μετά την ΕΑΜική αγροτοεργατική επανάσταση, μπορεί συνολικά και τελικά να αντιμετωπίζεται ως η επανάσταση η οποία, επεχείρησε να πάρει αδύναμες επαναστατικές πολιτικές μετάβασης στην εργατική δημοκρατία με ένα πρόγραμμα που δεν επέτρεπε την ομαλή εξέλιξη του ελληνικού καπιταλισμού σε όφελος της αστικής τάξης αντίθετα οι διακηρυγμένοι προγραμματικοί στόχοι ήταν υπέρ των εργατικών και φτωχών αγροτικών στρωμάτων. Αυτό προκύπτει τόσο από τη διακήρυξη του ΕΑΜ όσο και από τη διακήρυξη προς τον ελληνικό λαό, στις 23 Δεκέμβρη του 1947, της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης και από τις τέσσερεις αποφάσεις που εξέδωσε το Γενικό Αρχηγείο του ΔΣΕ τον Αύγουστο του 1947. Διακήρυχναν τότε την ανάπτυξη των λαϊκοδημοκρατικών θεσμών και μεταρρυθμίσεων, την εθνικοποίηση των ξένων εταιρειών, των μεγάλων τραπεζών και της βαριάς βιομηχανίας, την οργάνωση της λαϊκής εξουσίας, τη λαϊκή δικαιοσύνη, την αγροτική μεταρρύθμιση και τη διανομή της γης, τη λαϊκή παιδεία και την προστατευόμενη εκμετάλλευση των δασών. Οι στόχοι αυτοί εξάλλου ήταν που οδήγησαν στην εφτάχρονη εποποιία 42-49, σε αυτήν την πηγή της απαράμιλλης αυτοθυσίας, της αξιοθαύμαστης αυτοπειθαρχίας και πειθαρχίας, του υψηλού επιπέδου στρατιωτικής και πολιτικής σχεδίασης.

Και ακριβώς γιατί οι πολιτικοί στόχοι και ο στόχος της Λαϊκής Δημοκρατίας δεν επέτρεπαν την ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού η επαναστατική εποποιία έπρεπε ή να νικήσει ή να συντριβεί. Εξ ου και οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις των αγγλοαμερικάνων, η πολιτική των διώξεων ως και τη φυσική εξόντωση όχι μόνο των παρτιζάνων αλλά και όσων τους έδινα «ένα πιάτο φαγητό».

Δεύτερο: Η εργατική και λαϊκή πλειοψηφία κατακτούνται λοιπόν δια των ιδεών. Οι ιδέες ηγεμονεύουν δεν επιβάλλονται.

Το ΚΚΕ π.χ. ανασυγκροτείται την περίοδο του 40 από 212 αρχικά κομμουνιστές που δραπέτευσαν μεταξύ Απρίλη και Ιούνη του 1941 από τις φυλακές. Το ίδιο το ΕΑΜ συγκροτείται από αυτό το ΚΚΕ και εξαιρετικά μικρές οργανώσεις: την “Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας”, το “Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας” και το “Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας”.

Τρίτο: Τα πολιτικά και κοινωνικά μέτωπα μετεξελίσσονται στην πορεία της ταξικής πάλης, διαφορετικά τα πάντα χάνονται.

Το αντιφασιστικό μέτωπο π.χ. προς το τέλος της νικηφόρας έκβασης του αντιφασιστικού αγώνα έπρεπε έγκαιρα να μετασχηματιστεί προγραμματικά και πολιτικά σε επαναστατικό μέτωπο.

Στην εποχή μας τίποτα τελικά δεν θα μένει σταθερό κι αμετακ­ίνητο όπως προηγούμενα. Η διπλή, υγειονομική και οικονομική κρίση σπρώχνει την αστική τάξη σε μια επιτάχυνση της ροπής προς την αντιδημοκρατική αντίδραση σε όλη της την έκταση. Το κεφάλαιο προχωρά σε βαθύτερη και μακρόπνοη αντιδραστική τομή τόσο στην καρδιά των παραγωγικών σχέσεων, στο εργασιακό και παραγωγικό καθεστώς όσο και στην ίδια τη δομή της αστικής Δημοκρατίας.

Και αυτός ο παράγοντας θα αποτελεί τη βάση νέων αλλεπάλληλων κρίσεων της αστικής πολιτικής και όλων των παραλλαγών της αριστερής πτέρυγας του παραδοσιακού πολιτικού παιχνιδιού.

Αυτοί τώρα δεν έχουν άλλη οδό πολιτισμού από το μοντέρνο σκοταδισμό.

Αλλά η ίδια η ανισόμετρη κίνηση στη συνείδηση και στην πρακτική των εργαζομένων αποτελεί τη βάση που τροφοδοτεί το παλιό, μαζί και το νέο, που καθορίζει τελικά και τους συσχετισμούς και την πηγή μιας χωρίς προηγούμενο ρευστότητας και παράλληλα μιας απρόβλεπτης δυναμικής ανακατατάξεων σε όλους τους κοινωνικοπολιτικούς συσχετισμούς.

Πηγή: Του Αλέκου Αναγνωστάκη -kommon

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *