Ρόζα Παρκς: γυναίκα – σύμβολο της μαύρης υπερηφάνειας και αξιοπρέπειας (Πέθανε σαν σήμερα, 24 Οκτώβρη 2005)

Σαν σήμερα, το 2005, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 92 ετών η Ρόζα Παρκς – η γυναίκα που έμελλε να γίνει παγκόσμιο σύμβολο της αντίστασης απέναντι στη φυλετική καταπίεση, της αξιοπρέπειας και της συλλογικής δύναμης του λαού.

Η Ρόζα Παρκς δεν ήταν απλώς μια “κουρασμένη ράφτρα που αρνήθηκε να δώσει τη θέση της σε έναν λευκό”, όπως συχνά παρουσιάζουν τα σχολικά βιβλία της αστικής ιστοριογραφίας. Ήταν συνειδητή αγωνίστρια του κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα των Αφροαμερικανών και ενεργό μέλος της NAACP (Εθνική Ένωση για την Προώθηση των Έγχρωμων Ανθρώπων).

Στις 1 Δεκέμβρη του 1955, στο Μοντγκόμερι της Αλαμπάμα, η Παρκς αρνήθηκε να σηκωθεί από το κάθισμά της στο λεωφορείο για να καθίσει ένας λευκός άνδρας – όπως όριζε ο νόμος του φυλετικού διαχωρισμού (“segregation”).

Η σύλληψή της εκείνο το βράδυ ήταν η σπίθα που άναψε τη φωτιά του αγώνα: το Μποϊκοτάζ των Λεωφορείων του Μοντγκόμερι, μια μαζική κινητοποίηση που κράτησε 381 μέρες, παρέλυσε την πόλη και ανάγκασε το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ να καταργήσει τους ρατσιστικούς νόμους στα μέσα μεταφοράς.

Πίσω από αυτή τη φαινομενικά “αυθόρμητη” πράξη, υπήρχε οργάνωση, πολιτική ωριμότητα και ταξική συνείδηση. Η Παρκς είχε εκπαιδευτεί πολιτικά από λαϊκά σχολεία χειραφέτησης (Highlander Folk School), όπου συνδέονταν εργάτες, μαύροι αγρότες και ακτιβιστές των εργατικών κινημάτων.

Η Ρόζα Παρκς ποτέ δεν διεκδίκησε προσωπική δόξα. Η ίδια έλεγε: “Ο κόσμος πάντα μιλάει για τη Ρόζα Παρκς που αρνήθηκε να σηκωθεί. Αλλά δεν ήμουν μόνη. Χιλιάδες άλλοι σήκωσαν το βάρος του αγώνα.”

Κι είχε δίκιο. Το μποϊκοτάζ στηρίχθηκε από ολόκληρη την κοινότητα των μαύρων εργαζομένων του Μοντγκόμερι – οδηγούς, καθαρίστριες, δασκάλους, εργάτες – που περπατούσαν χιλιόμετρα καθημερινά για να πάνε στη δουλειά τους, αρνούμενοι να χρησιμοποιήσουν τα λεωφορεία.

Από εκεί ξεπήδησε μια νέα γενιά αγωνιστών, με επικεφαλής τον τότε νεαρό πάστορα Μάρτιν Λούθερ Κινγκ Τζούνιορ, αλλά και δεκάδες ανώνυμους ήρωες που κράτησαν την οργάνωση ζωντανή.

Μετά το μποϊκοτάζ, η ζωή της Ρόζα Παρκς δεν έγινε εύκολη. Έχασε τη δουλειά της, δέχτηκε απειλές, αναγκάστηκε να μετακομίσει στο Ντιτρόιτ, όπου συνέχισε τη δράση της ενάντια στη φτώχεια και την αστυνομική βία. Μέχρι τα βαθιά της γεράματα, παρέμεινε μαχήτρια για την κοινωνική δικαιοσύνη και την ισότητα.

Η Παρκς δεν ενσωματώθηκε ποτέ στο “κατεστημένο” που επιχείρησε αργότερα να εξαγνίσει το όνομά της με τιμές και μετάλλια. Παρέμεινε πιστή στη ριζοσπαστική πλευρά του κινήματος, που συνέδεε τη φυλετική απελευθέρωση με τον ταξικό αγώνα, τη γυναικεία χειραφέτηση και τον αντιιμπεριαλισμό.

Σήμερα, σε έναν κόσμο όπου ο ρατσισμός, η κρατική βία και η κοινωνική ανισότητα θεριεύουν ξανά, το παράδειγμα της Ρόζα Παρκς παραμένει επιτακτικά ζωντανό.
Η άρνησή της να “σηκωθεί από τη θέση της” είναι σύμβολο της ανυπακοής των καταπιεσμένων, της υπερηφάνειας των μαύρων και όλων των λαών που αγωνίζονται, της ανθρώπινης αξιοπρέπειας που δεν σκύβει μπροστά στην εξουσία.

Η Ρόζα Παρκς μάς θυμίζει πως η ιστορία αλλάζει μόνο όταν οι απλοί άνθρωποι λένε το μεγάλο “όχι” — όχι μόνο για τον εαυτό τους, αλλά για όλους.


“Όταν έκατσα εκείνο το βράδυ, δεν το έκανα γιατί ήμουν κουρασμένη.
Ήμουν κουρασμένη να υποχωρώ.” — Ρόζα Παρκς

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *