Ο πύρινος εφιάλτης και η καπιταλιστική βαρβαρότητα

Η εικόνα μιας ηλικιωμένης γυναίκας μπροστά στις στάχτες, να ψελλίζει «πάει το δασάκι μου», δεν είναι απλώς ένα σπαρακτικό στιγμιότυπο. Είναι η απτή απόδειξη της ανεπανόρθωτης πληγής που χαράσσεται στο “ανόργανο σώμα του ανθρώπου” – όπως χαρακτήριζε τη φύση ο Καρλ Μαρξ.
Μια πληγή που δεν είναι έργο κάποιας τυφλής μοίρας ή “θεομηνίας”, αλλά αποτέλεσμα ενός συστήματος που θυσιάζει τα πάντα στο βωμό του κέρδους.

Σε πολλές περιοχές της χώρας μας, οι φλόγες καταπίνουν δάση, χωριά, περιουσίες, ζωές. Κι όμως, σε λίγες μέρες, για τα μεγάλα αστικά μέσα ενημέρωσης, αυτό το έγκλημα θα έχει σβήσει από την επικαιρότητα – όπως σβήνουν οι στάχτες από το πρώτο φθινοπωρινό νερό.
Καμία συζήτηση για τις αιτίες, καμία ευθύνη για την ανυπαρξία ουσιαστικής πρόληψης, καμία απόδοση λογαριασμού για τις διαχρονικές περικοπές σε δασοπροστασία και δασοπυρόσβεση.

Στον καπιταλισμό, οι καταστροφές στη φύση δεν είναι “ατυχίες” αλλά δομικό χαρακτηριστικό. Η γη, τα δάση, το νερό, ο αέρας αντιμετωπίζονται ως “πόροι” για εκμετάλλευση και κερδοφορία.
Οι πυρκαγιές λειτουργούν –άμεσα ή έμμεσα– ως όχημα για νέες μπίζνες: από τα “επενδυτικά σχέδια” στις καμένες εκτάσεις, μέχρι τις εργολαβίες “αποκατάστασης” και “ανάπτυξης”. Και όπως πάντα, ένοχοι δεν υπάρχουν – γιατί το ίδιο το σύστημα είναι ο ένοχος.

Απέναντι σε αυτήν την πραγματικότητα, η οργή και η θλίψη δεν αρκούν. Χρειάζεται συνειδητοποίηση: η προστασία της φύσης και της ζωής δεν μπορεί να διασφαλιστεί μέσα στα όρια ενός συστήματος που γεννά, αναπαράγει και κρύβει τέτοιες τραγωδίες.
Ο αγώνας ενάντια στην οικολογική καταστροφή είναι αναπόσπαστος κομμάτι του αγώνα ενάντια στην καπιταλιστική βαρβαρότητα. Γιατί μόνο σε μια κοινωνία που θα έχει στο κέντρο της τις ανθρώπινες και συλλογικές ανάγκες – κι όχι το κέρδος – μπορεί η φύση να πάψει να καίγεται για να πλουτίζουν οι λίγοι.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *