Η αστική “δικαιοσύνη” στην Ελλάδα δεν κρατάει ούτε τα προσχήματα, με την μητρόπολη του καπιταλισμού να τις παραδίδει μαθήματα.
Η υπόθεση Novartis υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα διαφθοράς των τελευταίων δεκαετιών. Στην Ελλάδα παρουσιάστηκε αρχικά ως «μητέρα όλων των σκανδάλων», για να καταλήξει, χρόνια αργότερα, σε μια δικαστική φαρσοκωμωδία όπου οι προστατευόμενοι μάρτυρες, αντί να δικαιωθούν, βρέθηκαν οι ίδιοι στο εδώλιο του κατηγορουμένου.
Οι «Μάξιμος Σαράφης» και «Αικατερίνη Κελέση» κρίθηκαν ένοχοι για ψευδή καταμήνυση και ψευδορκία. Δηλαδή, το ελληνικό δικαστικό σύστημα -μετά από αλλεπάλληλες πιέσεις, πολιτικές συγκρούσεις και στοχοποιήσεις- γύρισε το όπλο εναντίον εκείνων που υποτίθεται πως αποκάλυψαν τη διαφθορά. Από προστατευόμενοι μάρτυρες, κατέληξαν να είναι κατηγορούμενοι.
Απέναντι σε αυτή την ελληνική πραγματικότητα, ας δούμε τι συνέβη στις Ηνωμένες Πολιτείες με την ίδια εταιρεία. Εκεί, οι whistleblowers (όπως ο Steven Camburn) που κατήγγειλαν αντίστοιχες πρακτικές της Novartis, προστατεύτηκαν θεσμικά, δικαιώθηκαν δικαστικά, και μάλιστα έχουν τη δυνατότητα να ανταμειφθούν οικονομικά από τα πρόστιμα που επιβάλλονται στην εταιρεία. Στην Αμερική, οι μαρτυρίες τους οδήγησαν σε βαριές κυρώσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων εις βάρος της Novartis.
Η διαφορά είναι εκκωφαντική:
➤ Στην Ελλάδα, οι μάρτυρες έγιναν εξιλαστήρια θύματα, με πολιτική λάσπη και δικαστικές καταδίκες.
➤ Στην Αμερική, οι μάρτυρες θεωρήθηκαν πολύτιμοι συνεργάτες της Δικαιοσύνης, κατοχυρώθηκαν θεσμικά και συνέβαλαν σε μεγάλες καταδίκες της φαρμακευτικής βιομηχανίας.
Το ερώτημα είναι αναπόφευκτο: και οι δυο είναι καπιταλιστικές χώρες. Ποια όμως χώρα σε ένα καραμπινάτο σκάνδαλο πολυεθνικής λειτουργεί υπέρ της διαφάνειας και ποια υπέρ της συγκάλυψης;
Στην Αμερική, οι θεσμοί του αστικού κράτους λειτούργησαν για να χτυπήσουν μια πολυεθνική που δεν εφάρμοζε τους κανόνες της καπιταλιστικής αγοράς. Στην Ελλάδα, του μεταπρατικού παρασιτικού καπιταλισμού, η “δικαιοσύνη” χρησιμοποιήθηκε λειτούργησαν για να συνθλίψει τους μάρτυρες και να εμφανίζονται δικαιωμένοι κάτι τύποι σαν τον Γεωργιάδη και τον Λοβέρδο.
Αφήστε μια απάντηση